Το Καταφύγιο αποτελεί την πρώτη απόπειρα της Βρετανίδας Lucy Foley να εντρυφήσει στο είδος του ψυχολογικού θρίλερ και το αποτέλεσμα σε γενικές γραμμές τη δικαιώνει.
Μια παρέα παλιών φίλων, που γνωρίστηκαν όταν σπούδαζαν στην Οξφόρδη, αποφασίζουν να γιορτάσουν την Πρωτοχρονιά περνώντας τέσσερις ημέρες σε ένα απομακρυσμένο καταφύγιο στα ορεινά υψίπεδα της Σκοτίας. Σκοπός τους είναι να ξεκουραστούν, να αποφορτιστούν από τους ρυθμούς της καθημερινότητας και να συσφίξουν τις σχέσεις τους. Όλα φαντάζουν ειδυλλιακά: εγκαταστάσεις μέσα στο δάσος, μακριά από την τεχνολογία και τις ανέσεις της ζωής στη μεγαλούπολη, με την άσπιλη λευκότητα του χιονιού, τα δέντρα και τη λίμνη ως μοναδική συντροφιά.
Τα μέλη της παρέας προσποιούνται πως τίποτα δεν έχει αλλάξει στις μεταξύ τους σχέσεις με το πέρασμα των χρόνων, όμως δεν το καταφέρνουν. Τα πάντα είναι διαφορετικά: οι ίδιοι, οι προτεραιότητες, οι ζωές τους. Καθένας τους αντιμετωπίζει διαφορετικά προβλήματα στην καθημερινότητά του και κρύβει τα δικά του μυστικά. Η νοσταλγία για εκείνα που μοιράστηκαν κάποτε δεν είναι αρκετή για να αμβλύνει όλα όσα πλέον τους χωρίζουν και η ένταση, ο φθόνος, τα πλάγια βλέμματα και οι λεκτικές σπόντες δίνουν και παίρνουν, δοκιμάζοντας τις ισορροπίες και τις αντοχές όλων. Κι όμως, συνεχίζουν να προσποιούνται πως όλα πάνε καλά και διασκεδάζουν με την καρδιά τους.
Μέχρι το πρωί της Πρωτοχρονιάς, όταν ένα μέλος της παρέας ανακαλύπτεται νεκρό – και δεν πρόκειται για ατύχημα. Κάποιος από την παρέα ευθύνεται γι’ αυτό και, φαινομενικά, σχεδόν όλοι είχαν κίνητρο. Μέχρι η χιονοθύελλα να επιτρέψει στην αστυνομία να φτάσει στο απομονωμένο αυτό μέρος, η υπεύθυνη του καταφυγίου και ο θηροφύλακας προσπαθούν να μαντέψουν την ταυτότητα του δράστη. Ταυτόχρονα, ανακαλύπτουν έκπληκτοι πως και το ίδιο το καταφύγιο κρύβει τα δικά του επικίνδυνα μυστικά. Ποιος απ’ όλους ευθύνεται τελικά για τη δολοφονία, ποιοι ήταν οι λόγοι που τον οδήγησαν σε αυτή την ακραία πράξη και μέχρι πού είναι διατεθειμένος να φτάσει ώστε να μην αποκαλυφθεί;
Η Foley έχει πλάσει μια ιστορία που το βασικό μοτίβο της έχουμε διαβάσει πολλές φορές στο παρελθόν σε διάφορες εκδοχές, αλλά που διαθέτει κι αυτή, με τη σειρά της, όλα τα εχέγγυα για να κερδίσει το ενδιαφέρον: Μια παρέα ατόμων εντελώς διαφορετικών μεταξύ τους. Κρυμμένα μυστικά, παλιές ενοχές, ανείπωτα παράπονα, καταπιεσμένες επιθυμίες, υποβόσκουσα ένταση, ψεύτικα χαμόγελα. Ένα καταφύγιο στο δάσος, μέσα στο καταχείμωνο, απομονωμένο από τον κόσμο. Δύο εργαζόμενοι που κουβαλούν τους δικούς τους εφιάλτες και καλούνται να διαχειριστούν όχι μόνο αυτούς, αλλά και τη φασαριόζικη και κακομαθημένη παρέα των Λονδρέζων. Κι επιπλέον, ένας φόνος. Ένα πτώμα και ένας δολοφόνος που κυκλοφορεί ανάμεσά τους.
Η συγγραφέας γνωρίζει πώς να χειρίζεται άψογα τη γλώσσα, δημιουργώντας εικόνες που ταξιδεύουν τον αναγνώστη. Οι περιγραφές της λίμνης, των βουνών και του δάσους, του άγριου και χιονισμένου τοπίου και των εγκαταστάσεων είναι γλαφυρές και παραστατικές, αποπνέουν παλμό και ζωντάνια. Το ίδιο κι οι περιγραφές των συναισθημάτων, των σκέψεων και των πράξεων των ηρώων, που χρωματίζονται κάθε φορά από τις εξελίξεις ή τις καθοδηγούν, καταφέρνοντας όμως να αποδώσουν κάθε φορά τις πολυσύνθετες προσωπικότητές τους.
Το πιο πετυχημένο στοιχείο του βιβλίου είναι ακριβώς αυτοί οι ήρωες. Μια χούφτα άνθρωποι, που αντιπροσωπεύουν ένα ευρύ φάσμα χαρακτήρων: η όμορφη ηγέτιδα, η ήσυχη, μοναχική, «άχρωμη» φίλη που ζει στη σκιά της, ο εξωστρεφής τύπος, το λαμπερό ζευγάρι, οι νέοι γονείς, η σύντροφος ενός μέλους της παρέας που, ως νέα «είσοδος» στην ομάδα, ψάχνει τα πατήματά της και τους κοινούς κώδικες των υπολοίπων. Άνθρωποι που έχουμε υπάρξει οι ίδιοι, που έχουμε συναντήσει κάποτε ή για τους οποίους έχουμε συζητήσει. Άλλοι με έντονοι προσωπικότητα, με τη στόφα του αρχηγού, και άλλοι πιο χαμηλών τόνων, που προσπαθούν να κρατούν τις ισορροπίες. Τα κεφάλαια εναλλάσσονται μεταξύ τριών εκ των ηρωίδων -της Κέιτι, της Έμμα και της Μιράντα- και των δύο υπαλλήλων του Καταφυγίου, της Χέδερ και του Νταγκ, και καλύπτουν χρονικά την περίοδο ακριβώς πριν και ακριβώς μετά την Πρωτοχρονιά. Με τη χρήση της πρωτοπρόσωπης αφήγησης, ο αναγνώστης γίνεται αυτήκοος και αυτόπτης μάρτυρας όσων συμβαίνουν, όσων σκέφτονται και νιώθουν κάθε φορά οι ήρωες, των πιο βαθιών τους μυστικών. Κανένας από τους χαρακτήρες δεν είναι συμπαθητικός ή τόσο αθώος όσο φαίνεται. Όμως το θέμα εδώ δεν είναι να τους συμπαθήσεις, ούτε καν να τους κατανοήσεις, αλλά να παρουσιάσουν τη δική τους εκδοχή των γεγονότων και, σε τελική ανάλυση, να καταφέρουν να τα βγάλουν πέρα όσο καλύτερα μπορούν υπό τις δεδομένες συνθήκες.
Το βιβλίο αυτό δεν είναι ένα καθαρόαιμο θρίλερ, από την άποψη της αγωνίας. Πολλοί αναγνώστες θα μαντέψουν εξαρχής την ταυτότητα του θύματος (ίσως και του δολοφόνου). Αυτό που παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι το «ξεγύμνωμα» των χαρακτήρων, οι περίπλοκες σχέσεις μεταξύ τους, τα κάθε άλλο φιλικά αισθήματα που τρέφουν ο ένας για τον άλλον, οι υποκριτικές συμπεριφορές, οι εξομολογήσεις, τα αδιέξοδα, οι φόβοι και οι αποτυχίες τους. Η παρέα αυτή φτάνει στο καταφύγιο με όλη την αυτοπεποίθηση και το γκλαμουράτο λούστρο της επιτυχημένης προσωπικής κι επαγγελματικής ζωής και φεύγει από αυτό αποδεκατισμένη, κατεστραμμένη, βαθιά πληγωμένη και τσακισμένη. Όχι μόνο ο φόνος, αλλά όλη η παραμονή τους εκεί θα αλλάξει τις ζωές τους δραματικά, για πάντα.
Το Καταφύγιο μπορεί να μην είναι ένα ψυχολογικό θρίλερ που κόβει την ανάσα με τις ανατροπές και την αγωνία του, όμως είναι ένα αξιοπρεπές «whodunit» μυθιστόρημα που καταφέρνει μια βαθιά τομή στις ψυχές των ηρώων του, φέρνοντας στην επιφάνεια το σκοτάδι και τον πραγματικό εαυτό τους, αλλά και να διατηρήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι το τέλος.
0 Σχόλια