Η Ruth Ware επανέρχεται συγγραφικά με το «Κλειδί», ένα κλειστοφοβικό θρίλερ που φιλοδοξεί να καθηλώσει τους αναγνώστες και να κερδίσει τις εντυπώσεις.
Όλα ξεκινούν με την αγγελία μιας οικογένειας που ζει σε ένα σπίτι στη Σκοτία και ψάχνει για εσωτερική νταντά. Όλα φαντάζουν ιδανικά: η ειδυλλιακή τοποθεσία, η πολυτέλεια των χώρων, η επαφή με τα παιδιά και κυρίως οι οικονομικές απολαβές. Η Ρόουαν Κέιν θα τη θεωρήσει ως ευκαιρία να ξεφύγει από τη μίζερη καθημερινότητά της στο Λονδίνο. Και πράγματι, καταφέρνει να πάρει τη θέση. Το ότι πριν από εκείνη προηγήθηκαν άλλες τέσσερις νταντάδες και οι φήμες ότι το σπίτι είναι στοιχειωμένο δεν φαίνεται να την πτοούν καθόλου.
Αρχικά, η Ρόουαν εντυπωσιάζεται από τη «τέλεια» οικογένεια Έλινκορτ και από το σπίτι της, που μπορεί να θεωρηθεί ο απόλυτος τεχνολογικός παράδεισος, μιας και τα πάντα λειτουργούν μέσω εφαρμογών. Όμως, περίεργα πράγματα αρχίζουν να συμβαίνουν σχεδόν με την άφιξη της κοπέλας: τα αφεντικά της φεύγουν αμέσως για ένα επαγγελματικό ταξίδι και εκείνη μένει με δύο μικρά κορίτσια που την αντιπαθούν και ένα μωρό μερικών μηνών που χρειάζεται συνεχή φροντίδα. Η εχθρότητα των κοριτσιών, το εξαντλητικό ωράριο, η πίεση της προσαρμογής της, η καταγραφή και παρακολούθηση κάθε κίνησής της από κάμερες και διάφοροι περίεργοι ήχοι που ακούει τα βράδια, αρχίζουν να κλονίζουν τη Ρόουαν. Από τη μία σκέφτεται μήπως δεν θα έπρεπε να έχει δεχτεί τη θέση, από την άλλη είναι αποφασισμένη να αποδείξει τις ικανότητές της.
Αυτό που δεν φαντάζεται είναι πως θα κατηγορηθεί για έναν φόνο. Η ίδια καταλήγει στη φυλακή, η ανάκριση φέρνει στο φως τα κρυμμένα της μυστικά και μια άλλη, διαφορετική αλήθεια έρχεται στην επιφάνεια. Φοβισμένη πως θα κηρυχθεί ένοχη στο δικαστήριο, η Ρόουαν γράφει μια μακροσκελή επιστολή σε έναν δικηγόρο, όπου του αφηγείται λεπτομερώς τη δική της εκδοχή της ιστορίας. Άραγε, τι συνέβη πραγματικά στην οικία Χέδερμπρι; Είναι δολοφόνος η Ρόουαν ή όχι; Πού τελειώνει το ψέμα και πού αρχίζει η αλήθεια;
Η συγγραφέας χτίζει μια ιστορία βασισμένη σε ένα συνηθισμένο γεγονός -την πρόσληψη μιας νταντάς-, για να την εξελίξει σε μια αγωνιώδη αφήγηση με συνεχή ένταση και παλμό, που στοχεύει στο να κρατήσει σε υψηλά επίπεδα την αγωνία από την αρχή ως το τέλος. Και για να το πετύχει, χρησιμοποιεί όλο το λογοτεχνικό «οπλοστάσιό» της: ένα απομονωμένο σπίτι στην εξοχή, ένα μυστήριο που πλανάται στην ατμόσφαιρα, τοπικούς θρύλους για φαντάσματα, έναν άντρα που ζει κι αυτός στο κτήμα και δείχνει να εμφανίζεται πάντα την κατάλληλη -ή ακατάλληλη;- στιγμή, ψυχολογική πίεση που δέχεται από από διάφορα μέτωπα η ηρωίδα, αμφιβολίες, φόβους, μυστικά και ψέματα. Εξαιρετικά πρωτότυπη είναι και η ιδέα να αφηγείται τα γεγονότα η πρωταγωνίστριά τους με τη μορφή μιας επιστολής που γράφει ενόσω είναι στη φυλακή και περιμένει να δικαστεί. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση όχι απλά χαρίζει την αναμενόμενη αμεσότητα, αλλά εκφράζεται εδώ και με έναν τρόπο που δεν συναντούμε συχνά.
Οι περιγραφές είναι γλαφυρές και παραστατικές, είτε αφορούν την εξαιρετική απόδοση του πανέμορφου σκοτσέζικου τοπίου, είτε τα τεχνολογικά επιτεύγματα του σπιτιού, είτε τα συναισθήματα της κεντρικής ηρωίδας. Ειδικά η αντίθεση ανάμεσα στο παραδοσιακό και το σύγχρονο είναι χαρακτηριστική, αφήνοντας μια υπόνοια για την καθημερινότητα όλων μας, που ισορροπεί ανάμεσά τους. Εδώ, το «έξυπνο» σπίτι εντυπωσιάζει με την πληθώρα ευκολιών και ανέσεων που προσφέρει, αλλά είναι ταυτόχρονα τρομακτική η σκέψη ότι αόρατα μάτια παρακολουθούν συνεχώς την παραμικρή κίνηση, με συνέπεια να χάνεται κάθε έννοια ιδιωτικότητας. Αναγνώστες και ηρωίδα φτάνουν στο σημείο να μην ξέρουν τελικά αν το πιο τρομακτικό στοιχείο του σπιτιού είναι η απομόνωσή του ή η τεχνολογία του.
Όσο για τα ψυχογραφήματα των ηρώων, και ειδικά της Ρόουαν, η συγγραφέας κατορθώνει να πλάσει χαρακτήρες απόλυτα ανθρώπινους και ρεαλιστικούς, αλλά και διαφορετικούς μεταξύ τους, ώστε να υπάρχει ενδιαφέρον και ταύτιση ανά περίπτωση. Το ζεύγος των Έλινκορτ είναι οι πολυάσχολοι, εργασιομανείς γονείς που προσφέρουν στα παιδιά τους όλα τα υλικά αγαθά, αλλά όχι τον χρόνο και την προσοχή τους. Στα πρόσωπα των παιδιών τους αποτυπώνονται με επιτυχία τα χαρακτηριστικά πολλών παιδιών που βρίσκονται στην ίδια ηλικία· ακόμα και η πιο ακραία και προβληματική συμπεριφορά τους, σε κάποιος θα φανεί απόλυτα φυσιολογική. Όσο για την ηρωίδα, είναι ένας χαρακτήρας πολύπλοκος, σαν ένας λαβύρινθος που πρέπει να προσέξεις το κάθε βήμα σου ώστε να καταφέρεις να φτάσεις στο κέντρο του. Ή σαν μια δύσκολη κλειδαριά, που χρειάζεται το κατάλληλο κλειδί για να την ανοίξεις! Καθετί που λέει απαιτεί ολοκληρωτική προσοχή και αφοσίωση ώστε να αξιολογηθεί, αφού δεν ξέρεις τι απ’ όσα λέει είναι αληθινό και τι όχι.
Όσο η πλοκή φτάνει στο τέλος, σε κάποια σημεία ομολογουμένως χωλαίνει. Κάποια πράγματα δεν εξηγούνται επαρκώς, ενώ μερικές από τις τελικές αποκαλύψεις ίσως δυσαρεστήσουν μια μερίδα αναγνωστών, που ίσως τις βρουν κατώτερες των προσδοκιών τους, «χλιαρές» ή αναμενόμενες. Βέβαια, η αγωνία και οι ανατροπές διατηρούνται μέχρι και την τελευταία σελίδα. Σημαντικό αυτό, αν σκεφτεί κανείς πως από την αρχή γνωρίζουμε ένα σημαντικότατο στοιχείο: ότι γίνεται κάποιος φόνος και ότι η ηρωίδα κατηγορείται γι’ αυτόν. Ασχέτως λοιπόν από την τελική ετυμηγορία, που επαφίεται πάντα στην προσωπική κρίση του κάθε αναγνώστη, το «στοίχημα» του να φτάσει κανείς μέχρι εκεί έχοντας την αγωνία ή την απορία να μάθει τι πραγματικά συνέβη, αναμφίβολα κερδίζεται.
0 Σχόλια