Καίτη Δροσίνη
Εκδόσεις Ελκυστής
–
γράφει η Βάλια Καραμάνου
–
Ο κόσμος της Καίτης Δροσίνη, όπως και στα υπόλοιπα έργα της, είναι αναμφίβολα διπλής όψεως: γοητευτικός, όμορφος, συχνά με μια απρόσιτη έννοια και γεμάτος μυστικά.
Όλα ξεκινούν έναν Δεκαπενταύγουστο, κατά τον οποίο ανταμώνουν οι παλιοί φίλοι και συμμαθητές, όπως κάθε χρόνο, μόνο που την συγκεκριμένη χρονιά μέλλουν να συμβούν πολλές απρόσμενες και καθοριστικές αφίξεις. Ο τόπος του μυθιστορήματος είναι το νοτιότερο άκρο της Πελοποννήσου, μια μικρή καστροπολιτεία κρεμασμένη πάνω από το άγριο πέλαγος. Ο χώρος στα έργα της συγγραφέως είναι τόσο ζωντανός όσο και οι ήρωες: ανηφορικά απότομα δρομάκια που καταλήγουν σε βραχώδεις ακτές, πανύψηλα τείχη αρχαίων κάστρων, μικρά γραφικά σπίτια, ήσυχα νεκροταφεία πνευμάτων που συνυπάρχουν μαζί με τους ζωντανούς. Ο χρόνος και ο τόπος δεν έχουν όρια, το παρελθόν με το παρόν μπλέκονται σε ένα σκοτεινό αίνιγμα που κρύβει μέσα του δυνατό έρωτα, αυτοθυσία, αλλά και αίμα. Διπλής όψεως λοιπόν, ένα συγγραφικό σύμπαν γεμάτο αντιθέσεις: δυνατός ήλιος, καταγάλανη θάλασσα από την μία πλευρά, σκοτεινές κατακόμβες και δαιδαλώδη υπόγεια λαγούμια από την άλλη που κρύβουν ασύλληπτα για τον κοινό νου μυστικά. Το υγρό στοιχείο πανίσχυρο γίνεται πρόσφορο καταφύγιο για τους εραστές, αλλά και υγρός τάφος την εποχή του πολέμου. Η άγρια θάλασσα και το κάστρο είναι κυρίαρχα στο έργο προσφέροντας καταφύγιο ή θάνατο σε όσους τα πλησιάζουν. Δεν είναι λίγες οι δοξασίες άλλωστε που αναφέρονται σχετικά με το μέρος αυτό.
Συγκεκριμένα, δύο ιστορίες συναντιούνται με κοινό στοιχείο το μυστικό που κρύβει μια παλιά ταμπακιέρα με την σβάστικα ζωγραφισμένη πάνω της. Βασική ηρωίδα είναι η Λυδία, μια νεαρή όμορφη γυναίκα με ανήσυχο και παθιασμένο πνεύμα που αναζητά το ιδανικό στοιχείο στην μέχρι τότε ήσυχη ζωή της. Η άφιξη του παιδικού της φίλου Αλέξη, αλλά και της αδερφής της Μαρίας που έχει εμπλακεί σε μια πολύ επικίνδυνη περιπέτεια θα της αλλάξουν ριζικά την ζωή. Παράλληλα, έρχεται στο φως το καλά φυλαγμένο επί δεκαετίες μυστικό της υπέργηρης Μαργαρίτας που έζησε τον απόλυτο απαγορευμένο έρωτα με τον «εχθρό» Φρανς την εποχή της Κατοχής. Οι δυο γυναίκες θα βρουν στο αραχνιασμένο υπόγειο την παλιά ταμπακιέρα, που θα οδηγήσει την Λυδία και την αδερφή της στην πιο απρόσμενη ανακάλυψη μέσα από παγίδες και νυχτερινές εξορμήσεις.
Η ιστορία κυλά αβίαστα με γοργό ρυθμό, κρατώντας τον αναγνώστη σε αγωνία. Οι περιγραφές των τοπίων είναι τόσο ζωντανές, που νομίζεις πως εισπνέεις τον θαλασσινό αέρα, αντικρίζεις με φρίκη την ματωμένη θάλασσα, στριμώχνεσαι στις σκοτεινές στοές που κρύβουν μυστικά αιώνων. Βιβλικές μορφές, όπως αυτές του γέροντα στο Μοναστήρι, εμπλέκονται μεταξύ πραγματικότητας και θρύλου, με έντονο το στοιχείο του μυστικισμού και της ιερότητας θρησκευτικών και αρχαίων συμβόλων. Φυσικά, δεν λείπει το χιούμορ, όπως η σκηνή με τα μικρά παιδιά που εγκλωβίζονται για μια νύχτα σε μια απομονωμένη εκκλησία και ζουν στιγμές αγωνίας αλλά και περιπέτειας στις πτυχές του σκοτεινού ναού και στο οστεοφυλάκιο.
Ο κόσμος της συγγραφέως δεν είναι ουτοπικός, κάτω από την ομορφιά υπάρχουν τα δεινά της Κατοχής, οι συντηρητικές απόψεις μιας κλειστής κοινωνίας που καταδίκαζε συχνά την ευτυχία πολλών ανθρώπων που τόλμησαν κάτι «διαφορετικό» και μη κοινωνικά αποδεκτό. Στον αντίποδα όμως υπάρχουν το Φως, η ιδέα των αιώνιων εραστών που δίνουν πληρότητα και αίσθημα κάθαρσης στον αναγνώστη. Και όπως πάντα, υπάρχει πάντα ένα μυστικό, ένα αίνιγμα που απαιτεί επίλυση.
Η γλώσσα του κειμένου είναι απλή (όχι απλοϊκή), η γραφή ρέει χωρίς πλατειασμούς και περιττά λόγια, ενώ υπάρχει και ο εγκιβωτισμός που σμίγει το παρελθόν με το παρόν σε μια αιφνίδια αποκάλυψη, πέρα από κάθε πρόβλεψη και εικασία του αναγνώστη. Επίσης, εμπεριέχονται ιστορικά και λαογραφικά στοιχεία αυτού του πανέμορφου τόπου (της Κορώνης) που μας μεταφέρουν νοητά σε αυτό το τοπίο με τα έντονα γοτθικά στοιχεία.
«Το μυστικό της ταμπακιέρας» είναι ένα περιπετειώδες ταξίδι, γεμάτο αγωνία και έντονα συναισθήματα που καθηλώνουν τον αναγνώστη και τον εμπλέκουν στην γοητεία του ατμοσφαιρικού σύμπαντος που έχει δημιουργήσει η συγγραφέας στα βιβλία της. Και – όπως κάθε άλλο έργο της- έτσι και το συγκεκριμένο διαβάζεται απνευστί σε μια επιταχυνόμενη αφηγηματική πορεία με ένα απρόσμενο τέλος.
0 Σχόλια