TANIN NO KAO (πρώτη έκδοση 1964)
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΆΛΛΟΥ
(Εκδόσεις Άγρα 2024)
Μετάφραση: Στέλιος Παπαλεξανδρόπουλος
–
γράφει η Βάλια Καραμάνου
–
Ο Αμπέ Κόμπο, ο «Κάφκα της Ιαπωνίας», δημιουργεί αυτό το συγκλονιστικό μυθιστόρημα το 1964. Ως εκπρόσωπος του «μαγικού ρεαλισμού» πατά στέρεα στην πραγματικότητα με ρεαλιστικές, συχνά ωμές περιγραφές, ενώ ταυτόχρονα από διάφορες «ρωγμές» εισβάλλει το φανταστικό στοιχείο για να «στοιχειώσει» τον αναγνώστη. Η ρηξικέλευθη γραφή του, ο τρόπος θέασης του κόσμου έξω από τα τοπικά και παραδοσιακά σύνορα, τον ανάγει σε αφηγητή παγκοσμίου εμβέλειας. Μιλάει δηλαδή για την Ιαπωνία, έξω από αυτήν. Κοντολογίς, μιλά για τον άνθρωπο σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, μιλάει για μας.
Όπως ακριβώς στην «Δίκη» του Κάφκα, όπου ο ήρωας οδηγείται στην καταδίκη και στον θάνατο χωρίς να έχει ιδέα για ποιο λόγο συμβαίνουν όλα αυτά, έτσι και ο ήρωας του Κόμπο, ένας παντρεμένος μεσήλικας επιστήμονας, μετά από ένα ατύχημα στο εργαστήριο καθίσταται φριχτά παραμορφωμένος στο πρόσωπο (το οποίο αποκαλεί συχνά «φωλιά βδελλών»). Πως γίνεται λοιπόν ενώ καταστρέφεται μια μικρή επιφάνεια ενός οργάνου, όπως το δέρμα, χωρίς να απειλείται η ζωή του, να γίνει τόσο αποκρουστικός ώστε να τον αντιμετωπίζουν όλοι – και κυρίως ο εαυτός του- σαν τέρας; Γιατί ασφαλώς πρόκειται για το πρόσωπό του, όχι οποιοδήποτε άλλο μέρος του σώματος, αυτό που όχι μόνο του προσδίδει ταυτότητα, αλλά κυρίως αποτελεί την γέφυρα με τους άλλους, την σύνδεση με τους ανθρώπους. Το στοιχείο που διαχωρίζει τα ανθρώπινα όντα από τα τέρατα. Ο Φρανκεστάιν, όπως αναφέρεται παραδειγματικά στο έργο, έγινε τέρας γιατί τον αποστράφηκαν οι άνθρωποι, γιατί αποξενώθηκε από αυτούς. Η απόρριψή του μεμιάς μετατράπηκε σε οργή. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στον ήρωα του Κόμπο, που μέσα σε μια στιγμή έχασε την σύνδεση με τον κόσμο και κυρίως με την σύζυγό του.
Η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο, με μορφή εξομολόγησης μέσα από τρία σημειωματάρια και το γράμμα που άφησε στην γυναίκα του. Ακολουθεί η απάντηση αυτής μέσω ενός γράμματος λίγο πριν το δραματικό τέλος. Δεν αναφέρονται ονόματα, καθώς η απουσία του προσώπου ταυτίζεται με την έλλειψη ταυτότητας, το αβάσταχτο υπαρξιακό κενό, την αφόρητη μοναξιά, την ξεγυμνωμένη ασχήμια της ανθρώπινης ύπαρξης. Η γραφή είναι σπαραχτική, ανεπιτήδευτή, άμεση χάρη σε αυτό το λογοτεχνικό εύρημα της αλληλογραφίας και περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια την ενοχή, την ντροπή, την απόγνωση και τον θυμό του ήρωα.
Το Μαύρο σημειωματάριο αφηγείται την μετακόμισή του σε ένα ενοικιαζόμενο δωμάτιο, απομονωμένο και φτωχό, με την πρόφαση ενός επαγγελματικού ταξιδιού. Ο ίδιος ο αφηγητής θεωρεί πως η επιλογή των χρωμάτων είναι τυχαία, αλλά τελικά συνάδει με τις φάσεις της ζωής του. Απόλυτα απελπισμένος, αφού η άγαρμπη ερωτική του προσέγγιση προς την γυναίκα του επιφέρει την αποστροφή της, κρύβεται στο κρησφύγετό του μακριά από όλους. Το πρόσωπό του καλύπτεται από επιδέσμους γεμάτους βρωμερές εκκρίσεις, είναι διαλυμένο όπως η καρδιά του. Εκεί γεννιέται η ιδέα να κατασκευάσει μια μάσκα που θα του επιτρέπει να κυκλοφορεί σαν κάποιος άλλος, κάποιος που δεν θα τραβά την απέχθεια των άλλων. Κατά τις νυχτερινές περιπλανήσεις του στην πόλη, εξερευνά την ανθρώπινη φύση από μακριά, τριγυρνά μέσα στον υπαρξιακό του λαβύρινθο. Οι μάσκες του Νο (φτιαγμένες από αληθινά κρανία) του δίνουν την ιδέα να κατασκευάσει κάτι περισσότερο από μάσκα, κάτι που θα είναι η ανάκτηση του εαυτού το, αλλά και ανασκευή της σχέσης του με την γυναίκα του, που τους διαχωρίζει παγερή σιωπή.
Στο Λευκό σημειωματάριο η ξεχωριστή αυτή μάσκα έχει πλέον κατασκευαστεί και ο ήρωας ανακτά όχι μόνο πρόσωπο, αλλά και μια εντελώς ανεξάρτητη και διαχωρισμένη προσωπικότητα. Η Μάσκα αποκτά σάρκα και οστά, γίνεται ένας Άλλος με διαφορετικά χαρακτηριστικά: τούτος εδώ τριγυρνά στα μπαρ και στα εστιατόρια, νοικιάζει το διπλανό δωμάτιο ως ο «νεότερος αδερφός» του ήρωα, φορά φανταχτερά ρούχα και αφήνει ξέχειλο τον ερωτισμό του. Άλλο ένα ενδιαφέρον σημείο του έργου είναι η σεξουαλικότητα, που απελευθερώνεται είτε ως κίνηση του ήρωα να ακουμπήσει μια γυναίκα, την επαφή του στο τραμ ως εφαψίας και κυρίως την επανασύνδεσή του με την σύζυγό του. Η νέα ταυτότητα, η Μάσκα, νιώθει την απόλυτη ελευθερία μαζί με αλαζονεία και παρασύρει σε διάφορες περιπέτειες τον ήρωα, ο οποίος μάλιστα αγοράζει ένα όπλο. Η φαντασίωσή του είναι να είναι ελεύθερος σκοπευτής, απαλύνοντας έτσι τον πόνο του από την απόρριψη του κόσμου. Αν δεν σε αγαπούν, τους επιτίθεσαι, αυτό κάνουν τα «τέρατα», οι αποξενωμένοι άνθρωποι αυτού του κόσμου για τους πιο άδικους λόγους.
Στο Γκρι σημειωματάριο ο αφηγητής έχει μετατραπεί σε Κυνηγό, σε πλάσμα «που φέρνει μέσα του τον θάνατο». Ο θάνατος δεν είναι κατάσταση, αλλά ιδιότητα των πλασμάτων που λόγω μοναξιάς είναι υπέρμετρα ελεύθερα. Ο ήρωας παραπαίει από την ντροπή και την ενοχή στις φαντασιώσεις βιασμών και φόνων. Άραγε πως θα ήταν ένας κόσμος με μάσκες; Προφανώς πέρα από κάθε νόμο και περιορισμό. Η προσέγγιση της γυναίκας του με την μάσκα γίνεται προκειμένου να ανακτήσει τον σύνδεσμο μαζί της. Αντίθετα, οδηγείται στην δημιουργία ενός επώδυνου ερωτικού τριγώνου: η Μάσκα, ο ήρωας και η γυναίκα. Το σεξ μαζί της δεν είναι πράξη λαγνείας, αλλά απόπειρα σύνδεσης με τους άλλους. «Δεν είμαι μόνος, δεν είμαι μόνος» επαναλαμβάνει. Πόσο εύκολα όμως μπορεί να τους ξεγελάσει όλους, πόσο πρόθυμοι είναι οι άλλοι να αποπλανηθούν, αναλογίζεται με οδύνη. Ή μήπως όχι;
Η προδοσία, ο πόνος, ο θυμός, η ζήλεια είναι μερικά από τα συναισθήματα που βιώνουν οι ήρωες. Ο Άλλος ενσαρκώνεται σε βαθμό που αποδεικνύει περίτρανα την δυαδική φύση του ανθρώπου, τον εσωτερικό του διχασμό. Γίνεται τυραννικός, απόλυτα κυριαρχικός και η σύγκρουση με τον ήρωα είναι αναπόφευκτη. Τα απολογητικά σημειωματάρια, το γράμμα προς την γυναίκα του είναι απέλπιδες προσπάθειες του ήρωα να «σκοτώσει» την Μάσκα.
Η τροπή του έργου αποκτά γοργό, ασθμαίνοντα ρυθμό όσο βαδίζει ο αναγνώστης προς το τέλος. Κι ενώ απλώνονται οι σκέψεις στα σημειωματάρια εκτενώς με κάθε λεπτομέρεια στην παραφορά του ήρωα, το τέλος έχει μόνο πράξεις. «Ίσως το γράψιμο γίνεται όταν δεν συμβαίνει τίποτα» αναφέρει ο ίδιος, ίσως πάλι είναι μια «πλευρά της αγάπης». Ο μόνος δρόμος όμως τελικά προς την απελευθέρωση είναι το σπάσιμο των ταμπού, των ορίων από τα Γκρίζα πλάσματα που «σπέρνουν τον θάνατο». Η ευθύνη άλλωστε δεν είναι μόνο δική τους, είναι συλλογική και διαμορφώνει την ταυτότητά τους. Οι άλλοι φταίνε, οι άλλοι τιμωρούν ανελέητα και έτσι χρέος του ήρωα είναι να ενστερνιστεί την νέα του ταυτότητα με τον πιο σκληρό τρόπο.
Άραγε υπάρχουν τέρατα; Μα φυσικά! Είναι οι άνθρωποι που στερήθηκαν την αγάπη κι έβαλαν κάτι εξίσου ισχυρό στο ανεκπλήρωτο κενό της: το μίσος.
ΥΓ: το εξώφυλλο προέρχεται από την ταινία του Hiroshi Teshigawra «Το πρόσωπο του άλλου» 1966
0 Σχόλια