Ξημέρωμα Σαββάτου, έξι και τριάντα,
έξω βλέπω ένα σμήνος νυχτοπούλια
να πυρπολούν τη νύχτα με αμείλικτη οργή
και μέσα από το ατελείωτο άγνωστο
να χάνονται στον κόσμο.
Τα ακούω να φτεροκοπούν
διαισθάνομαι τις σκιές τους
νιώθω τα μάτια τους, λαμπερά σαν γυαλί,
την παγωμένη λάμψη του θανάτου
που διαπερνά τις φοβισμένες ώρες.
Πλησιάζουν το παράθυρό μου χωρίς θέα
φτιάχνοντας σκιές πάνω στους τοίχους
με ανυπεράσπιστη οργή, με παίρνουν στα φτερά τους
-τόσο παράξενα οικεία.
Είμαι μόνο ό,τι φαντάζομαι.
_
γράφει η Βασιλική Δραγούνη
Εξαιρετικό ποίημα!!!
Η φαντασία, το όπλο του δημιουργού. Πολύ ωραίο, μπράβο!!!