Ο Φάκελος Κλάουζεν είναι η δέκατη τρίτη περιπέτεια του επιθεωρητή Βίλιαμ Βίστιν και η δεύτερη που σχετίζεται με παλιές ανεξιχνίαστες υποθέσεις, που καλείται να διαλευκάνει τώρα μαζί με την ομάδα του.
Όταν ο τέως υπουργός και βετεράνος του Εργατικού Κόμματος Μπέρναρντ Κλάουζεν πεθαίνει από καρδιακή προσβολή, όλοι αποδέχονται πως ο θάνατός του οφείλεται σε παθολογικά αίτια. Όταν όμως στο εξοχικό του ανακαλύπτονται κούτες γεμάτες με ξένα χαρτονομίσματα, τα πράγματα αλλάζουν. Αυτή η αποκάλυψη θα μπορούσε να προκαλέσει πολιτικό σκάνδαλο και να αμαυρώσει τόσο το πολιτικό προφίλ του νεκρού, όσο και το κόμμα του. Έτσι, ο γενικός εισαγγελέας αναθέτει την υπόθεση στον Βίλιαμ Βίστιν – φυσικά, ζητώντας του τη μέγιστη διακριτικότητα.
Έχοντας εντολή να συστήσει μια ομάδα με άτομα της απολύτου εμπιστοσύνης του, ο Βίστιν συγκεντρώνει τους συνεργάτες αλλά και την κόρη του, τη Λίνε, που δουλεύει ως ανεξάρτητη δημοσιογράφος, και στήνουν το υποτυπώδες αρχηγείο τους στο υπόγειο του σπιτιού του. Η έρευνα ξεκινά και τα στοιχεία δεν αργούν να τους οδηγήσουν σε δύο παλιές υποθέσεις, που χρονολογούνται δεκαπέντε χρόνια πριν. Η μία αφορά την εξαφάνιση ενός νέου άνδρα στη λίμνη κοντά στο σαλέ του Κλάουζεν και η άλλη μια ληστεία ενός μεγάλου χρηματικού ποσού. Οι υποθέσεις αυτές δεν εξιχνιάστηκαν ποτέ, λόγω έλλειψης στοιχείων. Τώρα όμως, με τα ευρήματα στο σαλέ του πρώην υπουργού, τα κομμάτια του παζλ φαίνονται να βρίσκουν τη θέση τους.
Ο Βίστιν και η ομάδα του έρχονται αντιμέτωποι με ερωτήματα που ψάχνουν απαντήσεις, αλλά και με έναν απρόβλεπτο κίνδυνο. Αυτοί που οργάνωσαν εκείνη την παλιά ληστεία δεν έχουν ξεχάσει πως στερήθηκαν τη λεία τους και η είδηση πως τα χρήματα βρέθηκαν είναι πιθανόν να τους κινητοποιήσει εκ νέου. Και πιθανότατα δεν θα διστάσουν μπροστά σε τίποτα, προκειμένου να πάρουν επιτέλους τα χρήματα που επί τόσα χρόνια θεωρούσαν χαμένα. Ταυτόχρονα, η αστυνομία καλείται να βρει τι ακριβώς συνέβη και κατέληξαν τα χρήματα αυτά στο σαλέ του Μπέρναρντ Κλάουζεν και ποιος ο δικός του ρόλος σε αυτή την ιστορία, αλλά και να αποκαλύψει τα μυστικά που έκρυβε τόσο καλά ο άλλοτε ισχυρός άντρας…
Οι πιστοί αναγνώστες του Horst δεν θα δυσκολευτούν να (ξανα)συναντήσουν εδώ το γνωστό μοτίβο με το οποίο πλάθει τις ιστορίες του. Ο ήρωάς του, επιθεωρητής Βίλιαμ Βίστιν, καλείται για άλλη μια φορά να χρησιμοποιήσει την εμπειρία του ώστε να λύσει μια περίπλοκη υπόθεση, που απαιτεί επιπλέον απόλυτη διακριτικότητα. Έχει κερδίσει ο Βίστιν την εμπιστοσύνη των ανωτέρων του, επομένως λογικά θεωρείται ο πιο κατάλληλος για να το κάνει. Κι αν δεν περίμενε να εμφανιστούν στον δρόμο του άλλες δύο παλιές ανεξιχνίαστες υποθέσεις, καθόλου δεν πτοείται από αυτό· αντίθετα, νιώθει το αστυνομικό του ένστικτο να ενεργοποιείται περισσότερο και καταπιάνεται μαζί τους, με τρόπο που ουσιαστικά «οδηγεί» την πένα του συγγραφέα. Η εξέλιξή του ως χαρακτήρας, μετά από τόσα βιβλία, το επιτρέπει και το επιβάλλει.
Πολλά στοιχεία προς επεξεργασία, λοιπόν, από τρεις διαφορετικές υποθέσεις, που «τρέχουν» παράλληλα. Καθεμία έχει το δικό της υπόβαθρο, τους ανθρώπους που εμπλέκονται σε αυτήν ως μάρτυρες ή ύποπτοι, το ιστορικό της παλιάς έρευνας – με λίγα λόγια, τη δική της ταυτότητα. Και σε όλες εξίσου αξίζει να πέσει άπλετο φως, ώστε να επέλθει δικαίωση για τα όποια θύματα και να απαντηθούν όλα τα ερωτήματα που έχουν προκύψει. Όλες διεκδικούν τον χώρο και τον χρόνο τους στις σελίδες του βιβλίου κι αξιώνουν να αντιμετωπιστούν με την ίδια βαρύνουσα σημασία. Και όντως αυτό συμβαίνει, καταφέρνοντας να διατηρείται το αναγνωστικό ενδιαφέρον ακόμα κι εκεί που η πλοκή κινείται με πιο αργούς ρυθμούς.
Ο Βίλιαμ Βίστιν είναι ο ίδιος ήρωας που συναντούμε και στα άλλα βιβλία του Horst. Ίσως αποτελεί έναν από τους σταθερότερους χαρακτήρες της σκανδιναβικής λογοτεχνίας – κι όχι μόνο. Ικανός και έμπειρος αστυνομικός, εσωστρεφής, μοναχικός άνθρωπος, χαρακτήρας χωρίς εξάρσεις και έντονα πάθη, αλλά και χωρίς εκπλήξεις και προσωπική εξέλιξη. Κάθε φορά βάζει όλη την ενέργεια και την εμπειρία του στην υπόθεση που αναλαμβάνει, περιτριγυρίζεται από έναν στενό κύκλο συνεργατών που εμπιστεύεται απόλυτα, δρα κυρίως εκτός του αστυνομικού τμήματος και αφιερώνει όλο σχεδόν τον χρόνο του στη δουλειά του. Η προσωπική του ζωή είναι ήρεμη, χωρίς εντάσεις και δράματα, και γεμίζει κυρίως με τις επισκέψεις της κόρης του, Λίνε, και της δίχρονης εγγονής του. Η δε σχέση του με την κόρη του, που έχει περάσει κι αυτή από πολλά στάδια, αρκετές φορές περνάει και σε επαγγελματικό επίπεδο, αφού ο ένας «εκμεταλλεύεται» τον άλλον με τις ευλογίες του. Αυτό συμβαίνει και εδώ, αφήνοντας τελικά και τους δύο ικανοποιημένους. Οι υπόλοιποι χαρακτήρες απλώς χρησιμεύουν ως συμπληρωματικοί του και δεν δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη σκιαγράφησή τους.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει επίσης το ότι η πλοκή αφορά –εν μέρει– τη δράση ενός πολιτικού προσώπου, που μάλιστα δεν βρίσκεται πια στη ζωή, επομένως δεν έχει ο ίδιος ενεργό ρόλο σ’ αυτήν και ό,τι μαθαίνουμε γι’ αυτόν προέρχεται από τρίτους. Δίνεται έτσι στον συγγραφέα η ευκαιρία να στηλιτεύσει το πόσο άμεμπτη οφείλει να βγαίνει η δημόσια εικόνα ενός πολιτικού προσώπου προς τα έξω, τη συγκάλυψη που επιχειρείται να γίνει όταν κάτι αφορά ένα δημόσιο πρόσωπο έτσι ώστε να τηρούνται τα προσχήματα, αλλά και να αναδείξει την ανθρώπινη και αδύναμη πλευρά του. Ο Μπέρναρντ Κλάουζεν, αν και νεκρός από την πρώτη σελίδα, είναι έντονα παρών στο βιβλίο. Ένας άνθρωπος με ένα φαινομενικά αδιάβλητο προσωπείο, που όμως πίσω του κρυβόταν ένας μοναχικός άνθρωπος με μια τραγική μοίρα, που έχασε τη σύζυγο και τον γιο του χωρίς ουσιαστικά να μπορεί να κάνει τίποτα για να τους σώσει.
Ήταν άραγε αυτό που άνοιξε το Κουτί της Πανδώρας για όσα ακολούθησαν; Και πώς συνδέονται τελικά οι παλιές υποθέσεις με την υπόθεση Κλάουζεν; Για να το μάθει κανείς, αρκεί να κάνει υπομονή μέχρι την τελευταία σελίδα…
0 Σχόλια