Την Χρυσάνθη Ιακώβου την είχαμε συναντήσει με την πρώτη της ποιητική συλλογή «Αχ-έρων» (vakxikon.gr, 2013), με κυρίαρχο χαρακτηριστικό τη σκοτεινή εικονοποιία, η οποία λειτουργούσε ως συμβολικός πυρήνας που αισθητοποιούσε ένα χώρο συνεχών ανατροπών της ζωής εκφράζοντας στην πραγματικότητα μια κοινωνιοϋπαρξιακή αγωνία.
Στη νέα της ποιητική συλλογή «τεθλασμένοι χρόνοι» (vakxikon, 2017), αποκαλύπτεται ότι ο χρόνος πέρασε δημιουργικά. Η συλλογή παραμένει στην ίδια χροιά της κοινωνιοϋπαρξιακής αναζήτησης.
Η ποιήτρια διατηρεί το εξομολογητικό ύφος, συνυπάρχον με το ψευδοδιαλογικό στοιχείο που εκφράζεται άλλοτε με κλητικές προσφωνήσεις (απόγευμα ενός καλοκαιριού, αναμονή) και άλλες φορές με το β’ ενικό ή προστακτικές (θέρος, διαιρεμένοι εαυτοί, μετατοπίσεις, λαθραίοι διαβάτες) και πολύ συχνά με το μονολογικό πρωτοενικό υποκείμενο.
Στον θρυμματισμένο στίχο της παρατηρείται μία εκφραστική αναζήτηση με στοιχεία πειραματισμού προς τη μετωνυμία. Ρηξικέλευθες μεταφορές, που εντυπωσιάζουν με την πρωτοτυπία τους, αποδίδονται με “μετέωρα” ονοματικά σύνολα (εισιτήριο, αφύπνιση, σε ακίνητο χρόνο) σε παράταξη (κάθαρση, μικρόκοσμος, προωθημένα, αστοχία Ι) με μία συνειρμική ροή και ελαφριές υπερρεαλιστικές επιρροές (εναλλάξ).
Η ποίησή της είναι εικονιστική (κάποιο ταξίδι, σε ακίνητο χρόνο) με μία έκθεση λεπτομερούς χωροθέτησης και αποτύπωσης του κάδρου (ταλάντωση). Ο χώρος της είναι σταθερά εξωτερικός (μία άνοιξη, επανάσταση, μια συγχώρεση, ισορροπία, απολήξεις) με λίγες αποκλίσεις εσωτερικού χώρου (διαιρεμένοι εαυτοί, σκιές) και πάντα φωτισμένος (θέρος ακυβέρνητο, απόγευμα ενός καλοκαιριού, θέρος εικοσιτετράωρο) διαχέοντας μία θερμή αισιοδοξίας ακόμα και σε πιο μελαγχολικές στιγμές (μία αστραπή διηνεκής, αστοχία Ι, διαιρεμένοι εαυτοί).
Ωστόσο, διαπιστώνεται και μία εκφραστική αναζήτηση πέραν του οπτικού επικαλούμενη και άλλες αισθήσεις, όπως της αφής/γεύσης (έρως θέρος, θέρος ακυβέρνητο), της ακοής (σε ακίνητο χρόνο, έρως θέρος, διαιρεμένοι εαυτοί, πορεία προς το άπειρο, αφύπνιση, μετατοπίσεις) και της όσφρησης (εισιτήριο, μια συγχώρεση, μικρόκοσμος).
Θα ξεχωρίσουμε όμως μία ομάδα συνθέσεων που διακρίνεται από ποιητική ωριμότητα και αναδύουν μία στοχαστική διάθεση (λαθραίοι διαβάτες, απόγευμα ενός καλοκαιριού, μετατοπίσεις, ημιτελές, διακοπή, οι εραστές, εκτός, κάθαρση, εναλλάξ). Είναι εμφανής η διάθεση της δημιουργού να κινηθεί προς μία κοινωνιοϋπαρξιακή στοχαστική πορεία που με ποιητική αρτιότητα διαφοροποιεί τα ποιήματα αυτά στα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους από άλλα της συλλογής.
Και ακριβώς σε τούτη τη στοχαστική αναζήτηση το ταξίδι αποτελεί μία βασική κατεύθυνση της συλλογής πλάι στον έρωτα και την αγωνία (διαιρεμένοι εαυτοί, διακοπή, κάποιο ταξίδι, έρως θέρος, επανάσταση). Οι διαδρομές (εικοσιτετράωρο, αστοχία Ι, αναμονή, μετατοπίσεις, λαθραίοι διαβάτες) -που αποτυπώνονται άμεσα ή έμμεσα- αισθητοποιούν ακριβώς την πορεία του ατόμου στην ίδια τη ζωή. Η υπαρξιακή όμως αυτή διάσταση ξεπερνά τον ποιητικό ατομοκεντρισμό και απλώνεται προς ένα συλλογικό υποκείμενο.
Εκφράζει την ανάγκη δραπέτευσης από το ασφυκτικό -αστικό ή κοινωνικό- περιβάλλον και όσα πληγώνουν ή πονούν την ποιήτρια. Έτσι ερμηνεύεται και η ρομαντική φυσιολατρική προσέγγιση στο θερινό της καναβάτσο, όπου κυριαρχούν ο ουρανός και ο ήλιος. Τα -μισόκλειστα συνήθως- παράθυρα αυτοκινήτων (διαδρομές, έρως θέρος) ή σπιτιών (θέρος, θέρος ακυβέρνητο, διαιρεμένοι εαυτοί) εκφράζουν τη διαρκή αναζήτηση μιας ακτίνας φωτεινής αισιοδοξίας, μακριά από τους κλειστούς χώρους και τη μελαγχολία.
0 Σχόλια