γράφει η Βάλια Καραμάνου

Τι είναι ο άνθρωπος απέναντι στον χρόνο; Ένα μικρό σπουργίτι με μαύρο λοφίο που κείτεται άψυχο στο μπαλκόνι δίπλα στα σκόρπια ψίχουλα. Αιώνια ηττημένος και τα σχέδιά του, ό,τι ονειρεύτηκε, «αφορούν μόνον εκείνον και ούτε πρόκειται να τα μάθει κανείς».

Κάπως έτσι αρχίζει να ξετυλίγεται το μυθιστόρημα και κλείνει με παρόμοιο τρόπο σε σχήμα κύκλου, όπως ακριβώς η ζωή του κεντρικού ήρωα που διαγράφει κύκλους σε μια τεθλασμένη πορεία αρνούμενος να προδώσει τα όνειρά του και να συμβιβαστεί σε μια προβλέψιμη μοίρα.

Όλα αρχίζουν όταν ο ώριμος πια Κώστας –στο δυστοπικό παρόν της πανδημίας- δέχεται μια απρόσμενη επίσκεψη από την (αιώνια ερωμένη του) Αταλάντη. Χωρίς δισταγμό -μιας και ο χρόνος ανάμεσά τους κυρτώνεται και δεν μετριέται με τον γραμμικό τρόπο που κυλούν τα χρόνια- δέχεται να την ακολουθήσει στο νησί -εκεί που άρχισαν όλα πολλά χρόνια πριν- όπου περνούν ένα βράδυ μαζί. Το επόμενο πρωί στη θάλασσα εκείνη του χαρίζει ένα αινιγματικό πικρό χαμόγελο μαζί με την διαβεβαίωση πως τον αγαπά για πάντα και εξαφανίζεται στα κύματα. Ο άντρας μουδιασμένος αποφασίζει τελικά να επιστρέψει στην Αθήνα και να την αναζητήσει σε όλα εκείνα τα μέρη που έζησαν μαζί (ή και χωριστά αλλά πάντα με κάποιον τρόπο μαζί) σε ένα γλυκόπικρο οδοιπορικό που αποκτά συχνά αποχρώσεις μνημόσυνου.

Πρώτη στάση το νησί στην δεκαετία του ’70, όπου περνούσαν τις οικογενειακές διακοπές τους ο μικρός Κώστας και η κατά ένα χρόνο μικρότερη Αταλάντη. Ο αναγνώστης από την πρώτη σελίδα βυθίζεται στις δίνες της ιστορίας και ζει το ελληνικό καλοκαίρι στο εξοχικό δίπλα στη θάλασσα γεμάτο αλμύρα και ανομολόγητους πόθους μέσα στην λαύρα του καταμεσήμερου. Αυτό λαμβάνει χώρα τόσο ανάμεσα στα παιδιά, που βιώνουν την γλυκιά και αιφνιδιαστική επανάσταση της σάρκας, όσο και στους ενήλικες που υποκύπτουν σε αδήριτα πάθη. Ο έρωτας του Κώστα για την Αταλάντη γεννιέται και γιγαντώνεται μέσα στα κύματα, στα παιχνίδια της αυλής και στο δωμάτιο της μικρής αγαπημένης του, στο οποίο ρίχνει κλεφτές ματιές για να την θαυμάσει και να την αγγίξει κρυφά (η εικόνα της κοιμισμένης Αταλάντης και του Κώστα που της ανασηκώνει το νυχτικό είναι μια από τις πιο ερωτικές και δυνατές σκηνές του έργου). Κι εκείνη; Τον αγαπά, όσο και όπως μπορεί να αγαπήσει μια Αταλάντη, παρόμοια με την μυθική πρόγονή της: όμορφη πέρα από κάθε μέτρο, δρομέας ή κυνηγός που πάντα φεύγει αλλά συχνά επιστρέφει. Ζει ελεύθερη τον έρωτα όπως το επιθυμεί, αλλά δεν δεσμεύεται με κανέναν. Το σμίξιμό της με τον Κώστα είναι ένα μυθικό αλλόκοτο σμίξιμο με έναν θνητό που θα έχει μοιραία πορεία και κατάληξη. Τότε στα παιδικά τους χρόνια, γεννιέται ο Σένον, το παρατσούκλι του Κώστα, που του προσδίδει μια μυθική διάσταση επίσης. Σένον και Αταλάντη λοιπόν, οι αιώνιοι εραστές.

Η ιστορία συνεχίζεται στην Αθήνα, την δεκαετία του ’80, όπου ο Κώστας είναι πλέον φοιτητής του Φυσικού. Μαζί με τους φίλους του Κλεάνθη, Σωτήρη, Κωνσταντίνο και Ρεβέκκα δημιουργούν την παρέα Κολούμπο, έναν στενό κύκλο φιλίας που μοιάζει άρρηκτος. Ο αναγνώστης ζει νοσταλγικά εκείνη την εποχή μέσα από τις φοιτητικές πορείες, τις μουσικές (όπως η συναυλία των Police, η πρώτη μετά την πτώση της χούντας), τις συγκεντρώσεις στα φοιτητικά στέκια, όπου συχνά γίνονταν μυστικές εξομολογήσεις και βαθιές συζητήσεις με έντονο υπαρξιακό χρώμα και φυσικά τις αιώνιες καλοκαιρινές διακοπές στα ελληνικά νησιά με τον έναστρο ουρανό. Τα προβλήματα της Φυσικής και ιδιαίτερα της Αστροφυσικής που συνδέονται με την ανθρώπινη ύπαρξη προβάλλονται με ιδιαίτερο τρόπο μέσα από τις πανεπιστημιακές μελέτες και παραδόσεις, τις συζητήσεις με τον καθηγητή στην Τήνο, την παρακολούθηση των κομητών του Χάλεϊκαι του Χιακουτάκε. Το δίπολο της ύπαρξης και της ανυπαρξίας, του έρωτα και του θανάτου κατατρύχει ολόκληρο το μυθιστόρημα, καθώς οι ήρωες ωριμάζουν, γεύονται τις γλυκόπικρες γεύσεις αυτών των αισθημάτων αναπτύσσοντας ο καθένας τον δικό του ιδιαίτερο χαρακτήρα που θα τον οδηγήσει στο προσωπικό του μονοπάτι. Όλοι ωστόσο είναι μέλη του club 23,4, ο άρρηκτος δεσμός τους, στο οποίο συμμετέχουν οι μύστες της ζωής. Δεν θα μπορούσε βέβαια να απουσιάζει η Αταλάντη, που μυείται σε αυτό, έναν χρόνο αργότερα με την είσοδό της στην σχολή του Φυσικού. Η ένωσή της με τον Σένον/Κώστα επιτέλους παίρνει σάρκα και οστά, γίνονται ζευγάρι ζώντας τον σαρωτικό και απόλυτο έρωτα, κάτι το οποίο δεν θα παύσει ποτέ να υφίσταται, ακόμα και κατά τις μεγάλες περιόδους του χωρισμού τους. Ο χρόνος για την Αταλάντη και τον Σένον παραμένει κυκλικός και αέναος, παρότι εκείνη παντρεύεται και κάνει οικογένεια με έναν πολύ μεγαλύτερό της και καταξιωμένο καθηγητή και ο απελπισμένος Σένον αγκιστρώνεται σε έναν επίσης αταίριαστό γάμο.

Ο αμείλικτος χρόνος ωριμάζει τους ήρωες, τους οδηγεί κυρίως σε προδιαγεγραμμένες πορείες, εκτός από τον Κώστα που παραμένει ονειροπόλος, πότε συγγραφέας, ποιητής πότε αρθρογράφος ή επιστήμονας. Υπάρχει όμως και ένα άλλο μέλος του Κολούμπια που θα αιφνιδιάσει την παρέα με τον πιο επώδυνο τρόπο (σκόπιμα δεν αποκαλύπτω ποιο).

Ο Ντίνος Γιώτης αναμφίβολα κατέχει πολύ καλά την τέχνη της συγγραφής. Από την πρώτη σελίδα δημιουργεί ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα που δεν στοχεύει στην επιτηδευμένη πρόκληση του σασπένς, αλλά κατορθώνει κάτι πολύ πιο δύσκολο: να βυθίσει τον ίδιο τον αναγνώστη σε παρόμοια πορεία με αυτή των ηρώων, να ταυτισθεί με τα συναισθήματά τους- από την ευχαρίστηση και την γνήσια ηδονή μέχρι την απελπισία και τον αφανισμό. Η αίσθηση που μένει μετά το τέλος του βιβλίου είναι μακροπρόθεσμη και ανάμεικτη με ποικίλα και συχνά αντιφατικά μεταξύ τους συναισθήματα. Οι ήρωες είναι καθημερινοί, γνώριμοι και φυσικοί. Ακόμα και η μυθική Αταλάντη είναι απεικόνιση κάθε ανεκπλήρωτου έρωτα και απωθημένης πληγής που κουβαλά ο καθένας μας, χωρίς ίχνος επιτήδευσης. Δεν ήταν λίγες οι στιγμές που φορτίστηκα έντονα σε προσωπικό επίπεδο κατά την ανάγνωση.

Η αφήγηση είναι κυρίως πρωτοπρόσωπη, ρέει αβίαστα χωρίς να στερείται τεχνικής. Μάλιστα συχνά ο αφηγητής απευθύνεται σε δεύτερο πρόσωπο στις πιο φορτισμένες συγκινησιακά σκηνές. Άλλοτε πάλι καταφεύγει στο τρίτο πρόσωπο με εξωτερική εστίαση ζωντανεύοντας από απόσταση παρατηρητή τις έξοχες εικόνες (όπως η ερωτική σκηνή της αποθήκης, ένα μόνο δείγμα της συγγραφικής δεινότητας του συγγραφέα να ενσαρκώνει εικόνες, ανθρώπους, εποχές). Το ίδιο συμβαίνει και με τα χρονικά επίπεδα: από το αφηγηματικό παρόν βυθιζόμαστε στο παρελθόν σε διάφορες βαθμίδες για να επιστρέψουμε στο τέλος ξανά στο τώρα, στο κυκλικό κλείσιμο.

Το δραματικό τέλος δεν είναι καν τέλος, παρά ένα πέρασμα σε μια άγνωστη διάσταση. Όλη η πλοκή αφορά αυτό το πέρασμα από το club 23.4, την ύπαρξη στην ανυπαρξία, στο μη-είναι και βέβαια στο ενδιάμεσο διάστημα της ζωής. Όσο δυνατά όνειρα και να βιώσει ο άνθρωπος, ιδιαίτερα τον έρωτα που λειτουργεί ως αντίδοτο στην φθορά, όσους κύκλους και να σημειώσει σε έναν κυρτωμένο χρόνο πάντα θα είναι ένα «σπουργίτι με μαύρο λοφίο που τσιμπολογά ψίχουλα στο μπαλκόνι και το επόμενο πρωί κείτεται άψυχο αναποδογυρισμένο προς τον ουρανό». Μια σκέψη που χαράσσει βαθιά τα συναισθήματα του αναγνώστη και τον οδηγεί μοιραία στα αιώνια και αναπάντητα ερωτήματα της ανθρωπότητας. Και όλα αυτά μέσα από μια αδιόρατη τρυφερότητα που υποστρωματώνει την αφήγηση και μαρτυρά τον βαθύ ανθρωπισμό του κειμένου.

Club 23,4 λοιπόν: πραγματικά, ένα από τα πιο αξιόλογα μυθιστορήματα της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας.

Ακολουθήστε μας

Κακοί άντρες, της Julie Mae Cohen

Κακοί άντρες, της Julie Mae Cohen

γράφει ο Πάνος Τουρλής Είναι όμορφη, πλούσια και κατά συρροή δολοφόνος. Απαλλάσσει την ανθρωπότητα από κακούς άντρες, βιαστές, κακοποιητικούς συντρόφους αλλά τελικά ερωτεύεται έναν γοητευτικό ερευνητή δημοσιογράφο που ξεσκεπάζει… δολοφονίες! Έναν άντρα που τελικά...

Η Ήρα στον αστερισμό του Καρκίνου, της Κώστιας Κοντολέων

Η Ήρα στον αστερισμό του Καρκίνου, της Κώστιας Κοντολέων

γράφει ο Πάνος Τουρλής Μια γυναίκα παλεύει με τον καρκίνο και θυμάται τις στιγμές της ζωής της. Οι πρώτοι έρωτες στην εφηβεία, η οικογένεια που δημιούργησε, οι γονείς της, η επαγγελματική της πορεία και τώρα η μάχη. Πώς θα ανταπεξέλθει στην περιπέτειά της και ποιος θα...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Επιμέλεια άρθρου

Διαβάστε κι αυτά

0 σχόλια

0 Σχόλια

Υποβολή σχολίου