Τα πάντα γύρω του περιστρέφονταν σε μια ζοφερή δίνη μετά την τιτάνια αναμέτρηση με τους Γίγαντες. Όχι Γίγαντες! φώναζε ο Σάνσο Πάντσο, ο ιπποκόμος. Ανεμόμυλοι ήταν, έλεγε, οι θεόρατοι εκείνοι πολεμιστές. Τι ήξερε όμως αυτός, ένας αφελής χωρικός, από ιππότες και μάχες; Ανοιγόκλεινε πεσμένος στο υγρό χορτάρι τα μάτια του. Μικρες φωτεινές αχτίδες χόρευαν γύρω του ένα ατέρμονο σαλταρέλλο. Κι εκεί, ανάμεσα στις σκιές, τους είδε να εκτελούν τον μακάβριο χορό τους. Δεν ήταν άνθρωποι… Σκέλεθρα σαρκωμένα, με τα σάπια μέλη τους να αιωρούνται και τις κακοφορμισμένες τους πληγές να χάσκουν σε κάθε στροφή, σε κάθε πήδο και ρεβεράντζα. Έκλεισε τα μάτια. Η εικόνα της ντελικάτης Δουλσινέλας καθισμένη στο βιρτζινάλε[1] πήδηξε από τον λαβύρινθο του μυαλού του ολοκάθαρη. Του τραγουδούσε γλυκά, τείνοντάς του παράλληλα τα αλαβάστρινα ακροδάχτυλά της. Τα άγγιξε με αβρότητα, μα δεν ένιωσε τη θέρμη της σάρκας, μονάχα την κρυάδα του θανάτου…
_
γράφει ο Αλέξανδρος Κεφαλάς
_____
Saltarello Macabre: Μακάβριο σαλταρέλο.
Saltarello: είδος ιταλικού χορού του 15ου αιώνα, με χαρακτηριστική φιγούρα το πήδημα (salto).
[1] Είδος μικρού πληκτροφόρου οργάνου, πρόγονος του αρπίχορδου.
0 Σχόλια