Η αγκαλιά της μοναξιάς, της Τερίνας Μαλιώτη. Μάλιστα. Και τώρα ερχόμαστε στα δύσκολα. Στα πολύ όμως δύσκολα. Τυχαία είχα δει αυτό το βιβλίο στα ράφια του βιβλιοπωλείου πριν 4 χρόνια. Δεν είχα ακούσει τίποτα για την ιστορία του, τίποτα για τη συγγραφέα του και δεν ήξερα αν έπρεπε να τολμήσω την αγορά του ή όχι. Τελικά την τόλμησα. Και βρέθηκα μπροστά σε μια απλά ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ιστορία που δίνω επισήμως τα συγχαρητήρια μου στη κυρία Μαλιώτη για την απίστευτη πλοκή που δημιούργησε, για το συναίσθημα που κατέκλυζε κάθε σελίδα, για τις απανωτές ανατροπές και αποκαλύψεις που δε σε άφηναν να πάρεις ανάσα, να νιώσεις μια ανακούφιση έστω στο εκάστοτε γύρισμα της σελίδας αλλά σε βομβάρδιζαν συνεχώς με νέες πληροφορίες που δε σου άφηναν και πολλά περιθώρια αντίδρασης: ανοιχτό στόμα και γουρλωμένα μάτια! Αυτά αρκούν.
Η ζωή της Μυρσίνης κάθε άλλο παρά ρόδινη ήταν. Τέσσερις πόλεις τη σημαδεύουν, κάθε μια έχει κάτι να της πει, να της δώσει ή να της πάρει και όλες τη στιγματίζουν για πάντα. Γενεύη, Λεμεσός, Αθήνα, Λονδίνο, έχουν μια ιστορία να της πουν, θα αντέξει να την ακούσει;
Ερχόμαστε στα δύσκολα λοιπόν, από πού να πρωτοξεκινήσεις να μιλάς γι’ αυτό το βιβλίο; Σιγά, θα μου πείτε, δύσκολο είναι; Ναι, ναι, τρομερά δύσκολο, θα σας απαντήσω γιατί είναι από τις λίγες φορές που δε ξέρεις πραγματικά τι να πρωτοπείς. Η περίληψη δε λέει πολλά για την υπόθεση και δε προϊδεάζει καθόλου για όσα θα ακολουθήσουν. Για να προλάβω όσους θα πουν ότι η πρώτη εικόνα παραπέμπει σε καθαρά γυναικείο μυθιστόρημα τους ανακοινώνω ότι: ΔΕΝ είναι μόνο αισθηματικό – ερωτικό βιβλίο (ναι, υπάρχουν ερωτικές περιγραφές με μέτρο), ΔΕΝ είναι μόνο κοινωνικό βιβλίο, ΔΕΝ είναι καθόλου μα καθόλου γυναικείο, άνετα το διαβάζει κι ένας άντρας. Είναι όλα τα παραπάνω μαζί και πολλά περισσότερα. Δε ξέρω τι είχε στο μυαλό της η συγγραφέας όταν το έγραφε, δεν ξέρω αν γνώριζε την εξέλιξη της πλοκής από την αρχή ή την πήγε από μόνη της εκεί που ήθελε, αυτό που ξέρω σίγουρα είναι ότι την ιστορία του δε πρόκειται ποτέ να τη ξεχάσω, την προσήλωση με την οποία το διάβαζα την έχω δείξει σε ελάχιστα βιβλία, το ότι με συγκλόνισε και για καιρό δε μπορούσα να διαβάσω κάτι άλλο, με λίγα βιβλία το έχω πάθει.
Για την υπόθεση δε μπορώ να πω πολλά γιατί είναι πραγματικά ένα κουβάρι που ξετυλίγεται κομμάτι κομμάτι, σελίδα τη σελίδα, κάθε χαρακτήρας έχει κάτι να πει, με τον δικό του τρόπο θα ενώσει τα κομμάτια του πάζλ που είναι απλωμένα στο τραπέζι, ο καθένας ξεχωριστά θα οδηγήσει στη κορύφωση την ιστορία. Για τους χαρακτήρες τι να πω; Μοναδικοί και κάθε άλλο παρά τέλειοι. Όσα κουβαλάνε μέσα τους τους τρώνε χρόνια, δε τους αφήνουν να ηρεμήσουν, να πάρουν ανάσα, να προχωρήσουν μπροστά. Μόλις λοιπόν η ζωή τους το επιτρέψει-γιατί πάντα η ίδια η ζωή παίζει τα πιο ενδιαφέροντα παιχνίδια, ευχάριστα ή τραγικά-αρχίζουν να βγάζουν ένας ένας από μέσα του όλα όσα επιμελώς έκρυβε όλα τα χρόνια και ένας κυκεώνας αποκαλύψεων σαρώνει ό, τι βρει μπροστά του. Πραγματικά δε πίστευα ότι υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να σκέφτονται, να λειτουργούν έτσι, χωρίς να νοιάζονται για τις συνέπειες. Πάντα όμως υπάρχει περιθώριο για λύτρωση.
Όσον αφορά τη γραφή, είναι τόσο αληθινή και παραστατική, τόσο ζωντανή και απλή, κατορθώνοντας συνάμα να σε τραβάει σε τέτοιο βαθμό μέσα στο βιβλίο που να θες να φας τις σελίδες από την ένταση! Ίσως φαίνονται υπερβολικά όλα αυτά και ευλόγως κάποιος να αναρωτηθεί γιατί, αν είναι τόσο καλό βιβλίο, δεν είναι στο νούμερο 1 της κυκλοφορίας και δεν έχει χαρακτηριστεί το βιβλίο της 10ετίας; Πιθανών κανένας να μην πίστευε ότι θα είχε απήχηση στους αναγνώστες και ότι θα βρίσκονταν άνθρωποι-η υποφαινόμενη καλή ώρα-που θα τους σημάδευε και τόσα χρόνια μετά θα μίλαγε γι’ αυτό, ακόμη όμως και χωρίς την προβολή που του άξιζε , πιστεύω ότι πέτυχε το στόχο του και με το παραπάνω και θα πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση για όλα τα μελλοντικά βιβλία του είδους.
Δε ξέρω δυστυχώς αν εξακολουθεί να κυκλοφορεί, καθώς τη τελευταία φορά που έψαξα, μάλλον είναι πια εξαντλημένο, ελπίζουμε βέβαια από καρδιάς και εκλιπαρούμε γονυπετείς τον εκδοτικό οίκο σε μια επανέκδοση για ένα ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΙΚΟ πραγματικά βιβλίο που δεν προβλήθηκε όσο θα έπρεπε αν και το άξιζε με το παραπάνω. Αν πέσει με οποιοδήποτε τρόπο στα χέρια σας, σας κρούω τον κώδωνα της υποχρεωτικής ανάγνωσης: ΜΗΝ ΤΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΕΤΕ, ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ, ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ, ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ. Θα σας συγκλονίσει!
_
γράφει η Μαρία Ανδρικοπούλου
–
0 Σχόλια