Οι πέτρες στο δρόμο
χάλκινες
λαμπυρίζουν σχεδόν πορτοκαλένιες.
Το ποδήλατο αραγμένο
στην άκρη του δρόμου.
Ένα παλιό ποδήλατο
με ένα καλάθι μπροστά.
Πάλι χάιδευα τα χόρτα
με τα φορέματα μου
τις μπογιές στα χέρια μου.
Τώρα όμως είμαι μόνη μου.
Δεν πάσχω από αμήχανα χαμόγελα.
Εχέμυθες σιωπές.
Μόνο γαλήνη.
Μου λένε τώρα τελευταία
πως τα μαλλιά μου μακρύνανε λίγο
πως κοκκινίζουνε στο φως
πως τα μάτια μου είναι κάπως πράσινα.
Νομίζω τους πιστεύω.
Ξέρω πως με σκέφτεσαι.
Το άρωμα σου αντηχεί ακόμα στο μυαλό μου.
Αλλά εγώ ακόμα τρέχω στα λιβάδια
και εσύ συνεχίζεις να με λες “παιδί”.
Θυμάσαι τι σου ‘χα πει;
Θυμήσου.
Μάζεψε στη χούφτα σου
λίγο χώμα.
Ξερό απ’ την θέρμη και τον ήλιο.
Σκόρπισέ το στον αέρα.
Εκεί στις τελευταίες αναλαμπές
της δύσης.
Γύρισα το πρόσωπό μου.
Κοίταξα τον ήλιο
και χαμογέλασα.
Θυμάσαι τι σου είχα πει;
“Απλώς, σκόρπισε λίγο χώμα.
Με ένα μεγάλο σύννεφο σκόνης.
Λες και δεν είμαι εδώ.
Κάνε πως δεν ήμουν ποτέ εδώ.
Και μετά άσε με σιγά σιγά να χαθώ.”
Το ξέρω πως με σκέφτεσαι.
Θυμήσου όμως.
Πάψε να ρωτάς για μένα.
Αγαπητή Δήμητρα,
Το ποίημα σου με άγγιξε και με ταξίδεψε. Τόσο μεστό και αληθινό. Τόσο μελωδικό και ποιητικό. Ένα αληθινό απόσταγμα ψυχής!
Εύχομαι να έχω την ευκαιρία να διαβάσω και άλλα δημιουργήματά σου.
Σολακίδης Παναγιώτης