Στο καφενείο πάνε κι έρχονται τσικουδιές και γυάλινα πιάτα μικρά με στραγάλια. Μια βουκαμβίλια κρέμεται σαν φίδι έξω από το στενό και κορτάρει την κληματαριά που δροσίζει. Σαν ανεβαίνεις τα σκαλιά πατώντας πάνω σε φούξια πέταλα σε ακουμπά η μυρωδιά στο πρόσωπο. Κάποιος δίσκος φορτωμένος με ζεστό καφέ και χαμόγελο σε κοιτά σαν να ήσουν πάντα εκεί και δυο γαλάζια βότσαλα μάτια, θάλασσα ολόκληρη που αφρίζει η αγάπη, σε ντύνουν νησί. Κάτω από το παράθυρο του νου, μια ρούγα μικρή σαν χάρακας παιδιού, ίσα που χωρά η παλάμη για μια γραμμή, ασβεστώνει την θύμηση.
Μια καρδιά πλεκτό φτιαγμένο κλωστή κλωστή από θερμά καλοκαίρια σε έχει καρφώσει σε μια θέση μοναδική. Οι χρόνοι περνούν σκέτοι. Μα θέλει ο καφές λίγη ζάχαρη για να κάνει καλό καϊμάκι κι εσύ το ήξερες καλά σαν έπιανες το μπρίκι με τα τρυφερά σου δάχτυλα. Στο καφενείο η Ακρόπολις, ήσουν εσύ ο καφές ο ζεστός, το λαδοκούλουρο στο πιάτο και η μυρωδιά της τσικουδιάς. Πάνω στο μπαλκόνι στη μέση του χωριού, ο αρχηγός και ο γλυκός θεατής της ζωής μας. Στο σημειωματάριο της ψυχής, με μεγάλα γράμματα χάραξα μια μνήμη που ποτέ και κανείς δεν θα την νικήσει.
Εις μνήμην…
Λίγες αράδες , χίλια χρώματα κι αρώματα!
Υπέροχη περιγραφή!
Η πιο εκ βαθέων τιμή για τη μνήμη κάποιου …
Μπράβο , Μάχη μας!
Υπέροχο!!
Λόγια τρυφερά, ζεστά, βγαλμένα από καρδιάς. Την καλημέρα μου.