Σε μια εποχή αντιλυρική, όπου η ποίηση τείνει να υποβιβαστεί σε φτηνή παραγωγή λόγου ή ρητορεία, συχνά νέες ποιητικές φωνές έρχονται να ανατρέψουν τις παγιωμένες απόψεις περί ποιητικής κρίσης. Και όταν τούτη η οπτική συνδέεται και με μία οπτιμιστική προσέγγιση του γίγνεσθαι, μακριά από τα μελανά χρώματα της επικαιρότητας, τότε διατηρούμε ευοίωνες ελπίδες για την εξέλιξη της τέχνης του λόγου. Και η πρώτη ποιητική συλλογή του Γιώργου Περικλέου, «σε λήθαργο» (poema, 2016) έρχεται ακριβώς να επιβεβαιώσει αυτή την κριτική θέαση των πραγμάτων.
Η ποίησή του Περικλέους διακρίνεται από μία έντονη λυρική διάθεση πάνω στην οποία οικοδομεί τη στοχαστική του προσέγγιση για τη ζωή, την πτώση, τον αγώνα του ανθρώπου στο χρόνο. Έτσι ο ποιητής ασκεί κριτική και στοχάζεται για την κοινωνία (έκπτωτοι πρίγκιπες, είμαστε στον αέρα, τους κύκλους τάραξε, προσμονή) και την πολιτική (οι βάρβαροι, Αιδώς Αργείοι, για ηλεκτροσόκ και διόδια) ή την ποίηση (έκπτωτοι πρίγκιπες, απόθεση, αυτή η λέξη, κορδέλες).
Ο λυρισμός του θεμελιώνεται σε μία εμπλουτισμένη με παρομοιώσεις (οι φάροι, οι βάρβαροι, λάσπες, εποχή κυνηγιού) και μεταφορές έκφραση. Εικόνες σαν σε παρωδίες παραμυθιών (έκπτωτοι πρίγκιπες, η σοφίτα, λάσπες) με υπερρεαλιστική καταγωγή επενδύουν το ποιητικό κάδρο (προσμονή, αυτή η λέξη) γεμίζοντάς το με χρώμα και κίνηση, που δηλώνεται με συνυποδηλώσεις, όπως ο “χορός” (ο χορός, για ηλεκτροσόκ και διόδια).
Κύριο υποκείμενο των συνθέσεων είναι το δεύτερο γραμματικό πρόσωπο που πλάι στο πρωτοενικό πρόσωπο προσδίδει παραστατικότητα (σαν σφαίρα, τους κύκλους τάραξε, για ηλεκτροσόκ και διόδια, μια καινούργια πόλη, έκπτωτοι πρίγκιπες, προσμονή). Το ίδιο το β’ πρόσωπο με τη διδακτική του φορά μέσα σε προτρεπτικές υποτακτικές (ο χορός, ο Φοίνικας και ο Ίκαρος, έκπτωτοι πρίγκιπες) ή προστακτικές (περιπλανήσου) εκφράζει και τη στοχαστική διάθεση του δημιουργού. Ωστόσο, το δευτεροπρόσωπο ποιητικό υποκείμενο είναι ένας βουβός υποκριτής που μαζί με το α’ και το γ’ εκφράζουν μία συλλογική διάσταση. Και τούτο βεβαίως γίνεται πιο φανερό με το α’ πληθυντικό (οι βάρβαροι, το μέτρημα, είμαστε στον αέρα).
Η ζωηρή εικονοποιία του Περικλέους στοχεύει σε όλες τις αισθήσεις αφήνοντας πινελιές αισιοδοξίας στο καναβάτσο. Φως/ήλιος (ο Φοίνικας και ο Ίκαρος, αυτή η λέξη, προς Τ.Σ.), και χρώματα ή γεύσεις (ο χορός) και ήχοι (η βαρκάρισσα της χίμαιρας) γεμίζουν τον χώρο της ποιητικής δράσης. Συχνή είναι η χρήση της φωτιάς και της πυρπόλησης (σαν σφαίρα, ο Φοίνικας και ο Ίκαρος, τους κύκλους τάραξε) ή συνυποδηλωτικά με τις στάχτες (η σοφίτα, ο Φοίνικας και ο Ίκαρος). Άλλοτε, η εισαγωγή του φυσικού στοιχείου λειτουργεί ως σκηνογραφική προσθήκη (για ηλεκτροσόκ και διόδια, λάσπες).
Ενδιαφέρουσα, ωστόσο, είναι η αισιοδοξία που αποπνέουν οι συνθέσεις της συλλογής. Παρά το μελανό περιβάλλον και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το ποιητικό υποκείμενο, στο τέλος ανοίγεται μία αισιόδοξη οπτική (οδηγίες προς ναυτιλομένους, μία καινούργια πόλη, εποχή κυνηγιού, αυτή η λέξη, λάσπες, ο χορός, οι φάροι, η βαρκάρισσα της χίμαιρας, προς Τ.Σ.). Μα και η ζωηράδα της εικονοποιίας του εξάγει μία οπτιμιστική ενατένιση του “εξωκειμενικού” μέλλοντος.
0 Σχόλια