Απέραντο βασίλειο στα πόδια σου εμπρός
Νύφη είν’ η σελήνη και ο ήλιος ο γαμπρός
Ο οίνος και ο λόγος τους στο στόμα τους πικρός
Μάρτυρας όποιος ανόητα εγράφτηκε νεκρός.
Η Αυτού μεγαλειότης θεωρείται δεδομένη
Η σοφία ένσοφα στον κόσμο μοιρασμένη
Μα, ο νους του ανθρώπου μπρος Του απίστευτα μικρός
Ποτέ δε βλέπει ότι δίπλα του υπάρχει ο Θεός.
Στις λίμνες που είν’ σα ζωγραφιά, στα άδυτα του βάλτου
Στα χρώματα του ουρανού, στο γίνεται του αδυνάτου
Στ’ αστέρια που όλο τρέχουνε λες και αργήσαν κάπου
Στην πρώτη ανάσα της ζωής, στο τέλος του θανάτου.
Άγγελοι με λευκά φτερά, ανθρώπινοι προστάτες
Ψίθυροι και αντιπαράθεση μ’ απρόσεχτους διαβάτες
Ουαί προφητεύουν κι αλίμονο κηρύσσουν
Είναι γραφτό, οι αδύναμοι στο τέλος θα νικήσουν.
Φόβος με κυριεύει για το πότε και το πώς
Νιώθω ότι με κυνηγάει ένας κακός οιωνός.
Δεν ξέρω καν αν τα λόγια μου είναι αληθινά,
ή αν κινούμαι υπόγεια και προσαρμοστικά.
Γνωρίζω όμως, όσα κάποιοι δε θέλουν να μιλήσουν
Όσοι εις βάρος της ζωής έζησαν, ή έπονται να ζήσουν.
Δε θα τους σώσει η κίνηση που κάνουν ευθαρσώς
Του αιώνιου συμβόλου που λέγεται σταυρός
Γιατί με αγγαρεία την κάνουν και με ψέμα
Μόνο για ν’ αντιληφθεί του διπλανού το βλέμμα.
Μα, άλλοι μόνοι προσεύχονται για κάθε μια ματαίωση
Και στο πιθανό ζητάν κάποια επιβεβαίωση
Στο τι έχει πια βαρύτητα, τι έχει σημασία,
Για ποιον μαρτύριο έρχεται, για ποιον η σωτηρία;
_
γράφει η Δώρα Βαξεβανοπούλου
0 Σχόλια