–
γράφει η Κωνσταντία Γέροντα
–
Το μυθιστόρημα ξεκινάει με εικόνες από τη φοιτητική ζωή της Θεσσαλονίκης. Ο κεντρικός ήρωας, ο Αχιλλέας, είναι φοιτητής της Νομικής του Αριστοτελείου. Στις διαλέξεις του αγαπημένου του καθηγητή, Οδυσσέα Λαέρτη, όπου ανάμεσα στ’ άλλα αναφέρεται και η κλοπή της φωτιάς από τον Προμηθέα ως το σημαντικότερο –αρχετυπικό- έγκλημα της ιστορίας της ανθρωπότητας, γίνεται ανάλυση με θεωρητικά εργαλεία των θεωριών συνομωσίας. Αφού αποδομούνται θεωρητικά ως θεωρίες μιας σειράς γεγονότων που ‘’ερμηνεύονται ως αποτέλεσμα μυστικής και οργανωμένης συνωμοτικής δράσης μιας μικρής ομάδας ανθρώπων ή κυβερνήσεων ή ακόμα και εξωγήινων όντων[1]’’ , έρχεται η πρόταση του καθηγητή προς τον Αχιλλέα να φτιάξει τη δική του θεωρία συνομωσίας ως εργασία στο μάθημα. Ο Αχιλλέας δέχεται την πρόκληση. Στη βιβλιοθήκη αναζητώντας υλικό βρίσκει ένα σημείωμα όπου αναγράφονται τρία ονόματα, Ηλίας Στάϊκος, Οδυσσέας Λαέρτης, Ερατώ Οδέττη μαζί με τον τίτλο ‘’Η ιστορία των σκιών, Index Librorum Prohibitorum’’, δηλαδή ο Κατάλογος των Απαγορευμένων Βιβλίων που εκδόθηκε το 1557 από τον Πάπα Παύλο Δ’. Πρόκειται για την προσπάθεια της Καθολικής Εκκλησίας να περιορίσει τη διάδοση ανατρεπτικών ιδεών μέσω της Ιεράς Εξέτασης εξοβελίζοντας κείμενα της αρχαιότητας αλλά και σύγχρονων της εποχής στοχαστών ή επιστημόνων με την έκδοση ενός καταλόγου των βιβλίων αυτών που ως απαγορευμένα, καταστρέφονταν.
Η αφήγηση εκτυλίσσεται σε δύο επίπεδα: στο παρόν (Θεσσαλονίκη, Βέροια το 2015) και στο παρελθόν (Ρώμη, Παρίσι, Νίκαια, Ιταλικά κράτη, Θεσσαλονίκη από το 1557 ως το 1559). Πρόκειται για μια ‘’μάχη ανάμεσα στις λέξεις και την πίστη[2]’’ ή αλλιώς για τις ‘’μολυσμένες από τη νόσο του διαβόλου λέξεις[3]’’ ‘’με την εκκωφαντική σιωπή της μοναξιάς τους[4]’’. Ο αγώνας της Καθολικής Εκκλησίας έχει ως στόχο τον πόλεμο της γνώσης γιατί ‘’Χωρίς γνώση δεν υπάρχει αμφιβολία, χωρίς αμφιβολία δεν υπάρχει σκέψη, χωρίς σκέψη δεν υπάρχει έμπνευση, χωρίς έμπνευση δεν υπάρχει ελευθερία, χωρίς ελευθερία δεν υπάρχει αντίδραση[5]’’. Ως αντίδραση οργανώνεται ένα σχέδιο διάσωσης των πολύτιμων συγγραμμάτων, ένα μυστικό δίκτυο με βιβλία με τελικό προορισμό τη Θεσσαλονίκη της τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με αναφορές στους Ασασίνους, τάγμα δολοφόνων, φιλοσοφικούς διαλόγους με βάση τον Επίκουρο και τον Πλάτωνα, ποιήματα που γράφουν ερωτευμένοι, κυριαρχεί το δίπολο από τη μια μεριά επιστημονικός λόγος/ στοχασμός/εσωτερική αλλαγή και από την άλλη δράση, ανάμεσα στο Μάριο (πανεπιστημιακός καθηγητής στη Σορβόννη) και στον Πιέρ (πολεμιστής), που αναλαμβάνουν να φέρουν σε πέρας το σχέδιο διάσωσης των απαγορευμένων βιβλίων. Το δίπολο είναι η νιτσεϊκή διαμάχη στη Γέννηση της Τραγωδίας ανάμεσα στο απολλώνιο και στο διονυσιακό που εκφράστηκε έντονα στην Ελλάδα επίσης στο Ζορμπά του Καζαντζάκη, δηλαδή ο άνθρωπος της δράσης ή αλλιώς της έκστασης και ο άνθρωπος του στοχασμού.
Εκτυλίσσεται, λοιπόν, μια ιστορία με βάση το κεντρικό θέμα του βιβλίου, δηλαδή τις σκιές: ‘’Νύχτα σκοτεινή, νύχτα δίχως αστέρια. Νύχτα των σκιών. Μια σκιά μέσα στη νύχτα καταδίωκε μια άλλη σκιά. Τα μαύρα μαλλιά της είχαν χαθεί, είχαν γίνει σκιά. Μπροστά του το γυμνό της σώμα είχε γίνει αόρατο, το βλέμμα της κενό, σαν σκιά σε μια νύχτα σκιών. Άλλη μια σκιά γλιστρούσε στο βάθος και φώναζε το όνομα της[6].’’ Η σκιά είναι η νύχτα, ο εφιάλτης, το έρεβος και αντιτίθεται στο να αδράξεις τη στιγμή, στο carpe diem, που είναι η εφήμερη αιωνιότητα, η ομορφιά. Τα παραμύθια της Σεχραζάτ στο Χίλιες και μία νύχτες και το ευτυχισμένο τέλος της αφήγησης σε επίπεδο διακειμενικότητας έρχονται σε αντίθεση με τον έρωτα του Μάριου και της Ελεανόρ και το τέλος των ειδυλλιακών στιγμών και της ηρεμίας εξαιτίας του αγώνα της διάσωσης των απαγορευμένων βιβλίων. Ο έρωτας γι’ αυτούς γίνεται ένα παραμύθι σαν τις αφηγήσεις της Σεχραζάτ, μόνο που πρέπει να το ξεχάσουν για τις μάχες που δίνουν στον κόσμο των σκιών: ‘’Η Σεχραζάτ είχε σωπάσει. Δεν άκουγες τώρα πια παρά μόνο το θρόισμα από τη σκιά της. […] Στη χιλιοστή δεύτερη νύχτα, άλλο παραμύθι να ειπωθεί δεν έμεινε[7]’’. Ο ρόλος του συγγραφέα γίνεται να καταγράψει αυτές τις σκιές[8], το έρεβος, τη νύχτα, την απουσία, το χάος και να το κάνει λόγο: ‘’Στην εκπνοή της δικής σου σκιάς, ανακάλυψα τα πάντα, το φως της ζεστασιάς σου, το σκοτάδι της απουσίας σου[9].’’ Στόχος η ελεύθερη σκέψη, η αρμονία της ψυχής ενάντια στην προβλεψιμότητα και στην προκατάληψη που δημιουργεί το μονόπλευρο και το μονοσήμαντο ∙ γι’ αυτό και οι ήρωες εμφανίζονται με πολλά εγώ (πολυπροσωπία). Το τέλος καταλήγει ένας ύμνος στον άνθρωπο ως ολότητα, με φως και σκοτάδι, στον έρωτα ως δημιουργική δύναμη και σε μια απελευθερωτική θεώρηση της αντίληψης για τα φύλα θυμίζοντας τη ρήση των Ντελέζ και Γκουαταρί ‘’[…]καθείς και τα φύλα του.’’ στο Καπιταλισμός και σχιζοφρένεια: ο Αντι-Οιδίπους. Όπως ειπώθηκε στην αρχή, το βιβλίο αποδομεί με θεωρητικά εργαλεία τις θεωρίες συνωμοσίας για να τις κάνει κεντρικό θέμα του και στο τέλος να καταστήσει αυτό τον κόσμο των σκιών καθημερινότητα και μια σειρά γεγονότων τυχαίων παρερμηνευμένων, θυμίζοντας το Κοιμητήριο της Πράγας του Έκο με ανάλογο περιεχόμενο.
_____
[1] Καλοκύρης, Θωμάς, Η ιστορία των σκιών, Θεσσαλονίκη-Αθήνα: Εκδόσεις Πηγή, 2020, σ. 34.
[2] Στο ίδιο, σ. 67.
[3] Στο ίδιο, σ. 71.
[4] Στο ίδιο, σ. 72.
[5] Στο ίδιο, σ. 93.
[6] Στο ίδιο, σ. 256.
[7] Στο ίδιο, σ. 386.
[8] Στο ίδιο, σ. 411.
[9] Στο ίδιο, σ. 463.
0 Σχόλια