Δεύτερη περιπέτεια για τον συγγραφέα Άντονι Χόροβιτς και τον ιδιωτικό ερευνητή Ντάνιελ Χόθορν, αυτό το απολαυστικό δίδυμο που γνωρίσαμε στο «Η λέξη είναι φόνος».
Ο Ρίτσαρντ Πράις, διάσημος δικηγόρος διαζυγίων, βρίσκεται δολοφονημένος στο γραφείο του σπιτιού του. Το όπλο του φόνου ήταν ένα ακριβό μπουκάλι κρασιού και στον τοίχο βρέθηκε γραμμένος με πράσινη μπογιά ένας τριψήφιος αριθμός: 182. Η κυριότερη ύποπτος είναι μια συγγραφέας που τον είχε απειλήσει δημόσια ότι θα τον σκοτώσει, αφού εκείνος είχε αναλάβει την υπεράσπιση του πρώην συζύγου της στο πρόσφατο διαζύγιό τους. Είναι όμως όντως έτσι ή πίσω από το έγκλημα κρύβεται κάτι άλλο;
Η αστυνομία καλεί τον ιδιωτικό ερευνητή Ντάνιελ Χόθορν να βοηθήσει στις έρευνες κι εκείνος ενημερώνει τον «βοηθό» του, Άντονι, ότι προέκυψε μια υπόθεση η οποία θα μπορούσε να γίνει ένα ακόμα βιβλίο. Παρόλο που η εμπειρία του από την προηγούμενη συνεργασία τους δεν του άφησε και την καλύτερη εντύπωση, φαίνεται πως η υπόθεση προκαλεί το ενδιαφέρον του και τελικά δέχεται να συμμετάσχει σε αυτή. Έτσι, οι δυο τους αρχίζουν να ψάχνουν για στοιχεία, πιθανούς υπόπτους και διαφορετικές εκδοχές.
Όσο η έρευνά τους προχωρά, νέα δεδομένα έρχονται στο φως και η λίστα των υπόπτων μεγαλώνει. Ταυτόχρονα, ο συγγραφέας Άντονι καλείται να διαχειριστεί και τις λοιπές επαγγελματικές υποχρεώσεις του, τις πιέσεις που δέχεται από την επίσημη επικεφαλής της αστυνομικής έρευνας αλλά και την ολοένα αυξανόμενη περιέργειά του σχετικά με το παρελθόν του Χόθορν. Γιατί είναι σίγουρος πως κάτι υπάρχει εκεί· κάτι που συνειδητοποιεί πως θέλει να ανακαλύψει, ώστε να γνωρίσει λίγο καλύτερα αυτόν τον παράξενο και ιδιόρρυθμο «συνεργάτη» του…
Στο προηγούμενο βιβλίο της σειράς, το γεγονός πως ο συγγραφέας επέλεξε να συμπεριλάβει τον εαυτό του στην πλοκή προκάλεσε εντύπωση. Όχι μόνο ήταν ένα πανέξυπνο συγγραφικό εύρημα και κάτι διαφορετικό απ’ όσα διαβάζουμε συνήθως, αλλά οι αναγνώστες είχαν τη δυνατότητα να ρίξουν μια ματιά στην καθημερινότητα ενός συγγραφέα, στις συνήθειές του, στον τρόπο που γράφει – και μάλιστα, αποτυπωμένα με τη δική του οπτική και από το δικό του χέρι. Το ίδιο ευφυής ήταν και η συνύπαρξή του με τον Ντάνιελ Χόθορν, έναν πρώην αστυνομικό που είναι ο ορισμός του αντιήρωα, αλλά καταφέρνει να τραβήξει το αναγνωστικό ενδιαφέρον.
Συνεπώς, οι προσδοκίες για ένα δεύτερο βιβλίο βασισμένο στο ίδιο κεντρικό μοτίβο ήταν υψηλές. Και το «Η ποινή είναι θάνατος» όχι απλά τις δικαιώνει, αλλά μαρτυρά την εξέλιξη της ιδέας του συγγραφέα σε κάθε επίπεδο: στο ίδιο το έγκλημα, στην πορεία της έρευνας, στην εξέλιξη της σχέσης του με τον Χόθορν, στο πώς ο ίδιος μαθαίνει να… σκέφτεται αστυνομικά και να ξετυλίγει το περίπλοκο κουβάρι της υπόθεσης. Άρτιο από άποψη δομής, εξέλιξης της πλοκής και πλάσιμο χαρακτήρων, το μυθιστόρημα αυτό είναι πιο ενδιαφέρον, πιο εφευρετικό, πιο ολοκληρωμένο από κάθε άποψη.
Η σκιαγράφηση όλων των ηρώων είναι λεπτομερής και ολοκληρωμένη, με τρόπο που καλύπτει μια ευρεία γκάμα προσωπικοτήτων που όλες μαζί συνθέτουν ένα φαινομενικά αταίριαστο παζλ, με την ολοκληρωμένη εικόνα να φανερώνεται μόλις τοποθετηθεί σ’ αυτό και το τελευταίο κομμάτι. Στην πορεία της αφήγησης, όλοι έχουν να διηγηθούν μια προσωπική ιστορία που αξίζει να ακουστεί κι αποκαλύπτεται πως οι περισσότεροι από αυτούς έχουν ένα κίνητρο για να σκοτώσουν το θύμα. Οι ζωές τους μπλέκονται με ένα αόρατο νήμα, που μόνο ο συγγραφέας το βλέπει στην ολότητά του κι εκείνος είναι αυτός που θα το κινήσει, με τρόπο που θα εξυπηρετήσει καλύτερα την πλοκή. Οι ίδιοι και οι αναγνώστες απλά αφήνονται να οδηγηθούν από τη βούληση και τις προθέσεις του δημιουργού.
Όμως, αναμφίβολα την παράσταση κλέβει -ξανά- το πρωταγωνιστικό δίδυμο Χόθορν-Άντονι. Ο συγγραφέας έχει πλάσει τον δικό του ιδιαίτερο και σύγχρονο Σέρλοκ Χολμς, με τις παραξενιές και τις αναποδιές του χαρακτήρα του, και εκείνος -ως άλλος πιστός Γουάτσον- πατάει στα βήματά του και μαθαίνει να παρατηρεί ένα έγκλημα και ολόκληρο τον κόσμο και τους ανθρώπους γύρω του με καινούρια μάτια και ματιά. Ένα έγκλημα εξιχνιάζεται ανακαλύπτοντας ένα ένα τα κομμάτια του και βάζοντάς τα σε μια σειρά· με τον ίδιο τρόπο γράφεται και ένα καλό μυθιστόρημα. Άλλο ένα κοινό των δύο ηρώων, λοιπόν! Επιπλέον, τόσο σε ό,τι αφορά τη μεταξύ τους σχέση όσο και ως δύο προσωπικότητες ξεχωριστές, αυτόνομες και διαφορετικές, μοιάζουν κι οι δύο να βρίσκουν σιγά σιγά τα πατήματά τους και σε ορισμένες στιγμές να αφήνουν να διαφαίνεται κάτι παραπάνω από τον χαρακτήρα τους – με τα καλά και τα κακά τους στοιχεία.
Η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο από τον συγγραφέα/αφηγητή χαρίζει έξτρα ζωντάνια και παλμό στην πλοκή, ενώ η ικανότητα και η εμπειρία του Horowitz στη συγγραφή μυθιστορημάτων αλλά και τηλεοπτικών σεναρίων προσδίδει σε αυτή μια κινηματογραφική, γρήγορη ροή, με συνεχείς αποκαλύψεις, εκπλήξεις και ανατροπές. Μαζί με την ευρηματική συνολική ιδέα, την εξαιρετική χρήση της γλώσσας και όλα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, το τελικό αποτέλεσμα μοιραία ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του δημιουργού του και των αναγνωστών. Και πράγματι, το «Η ποινή είναι θάνατος» «καταδικάζει» τον αναγνώστη σε απολαυστικές ώρες διαβάσματος, μέχρι κυριολεκτικά την τελευταία του σελίδα.
0 Σχόλια