Και μετά ήρθ’ η Χούντα…
Κι η Ελευθερία όλο έβλεπε τον ίδιο εφιάλτη.
Ήταν λέει μαθήτρια και τ’ αγόρια τής τραβούσαν τις κοτσίδες που δεν τολμούσε να κόψει: ο συνταγματάρχης το απαγόρευε κι εκείνη κάθε μεσημέρι γύριζε ταπεινωμένη στο αυστηρό σπιτικό της…
Κι όταν μεγάλωσε λίγο ακόμη, παρακαλούσε να πάει κι αυτή στο πάρτι με τ’ άλλα παιδιά αλλά ήταν κι αυτό απαγορευμένο! Ο συνταγματάρχης γύριζε το κλειδί στην πόρτα κι όλα τέλειωναν.
Κι ο Θανάσης τόσο φοβήθηκε μια φορά που τον κάρφωσε ο περιπτεράς στον πατέρα του πως πήρε την «Αυγή», που κλείστηκε στο καβούκι του. Όσο για την παρανομία… Ήταν πολύ δειλός γι’ αυτό.
Και το μπαλέτο ποτέ δεν το συνέχισε, μην τυχόν και καταντήσει αρτίστα…
Κι αν οι γονείς της επέτρεψαν να χωρίσει τον αξιωματικό του Ναυτικού, δεν της επέτρεπαν να παντρευτεί τον Γιώργο, αλλά μετά πέθαναν κι εκείνη τον παντρεύτηκε κι έμειναν στο πατρικό της κι ήταν, λέει, εκείνος «εθνικόφρων» και πανηγύριζε την «επανάσταση» του Απριλίου του 1967 και ρουφιάνευε τον φουκαρά τον Θανάση, που το πολύ ν’ άκουγε Μίκη στα κρυφά.
_
γράφει η Κλεοπάτρα Θανοπούλου
Πολύ δυνατή η ιστορία σας Κλεοπάτρα μπράβο σας!!!
Σας ευχαριστώ πολύ!