Το Καλό μου παιδί αποτελεί το συγγραφικό ντεμπούτο της Γερμανίδας Romy Hausmann. Ένα καλογραμμένο, καθηλωτικό θρίλερ, που κλέβει τις εντυπώσεις και βουτάει βαθιά στα σκοτεινά μονοπάτια των πιο καλά κρυμμένων συναισθημάτων.
Μια περίεργη «οικογένεια» ζει σε μια απομονωμένη καλύβα, μέσα στο δάσος. Μια καλύβα με σφραγισμένα παράθυρα και μόνιμα κλειδωμένη πόρτα. Μια μαμά που δεν είναι κανονική μαμά, δύο μικρά παιδιά κι ένας άντρας, ο σύζυγος και πατέρας, που ορίζει την παραμικρή λεπτομέρεια της ζωής τους, σαν ένας μικρός θεός: θέτει αυστηρούς κανόνες, επιβάλλει καθορισμένο πρόγραμμα, φροντίζει να τους παρέχει τα απαραίτητα για τη διαβίωσή τους. Όποιος υπακούει, επιβραβεύεται· όποιος δεν υπακούει, τιμωρείται. Και η τιμωρία είναι σκληρή και απρόβλεπτη.
Ώσπου μια μέρα, η γυναίκα που είναι φυλακισμένη στην καλύβα καταφέρνει να αποδράσει. Όμως ένα τροχαίο ατύχημα θα την οδηγήσει στο νοσοκομείο. Και τότε θα αποκαλυφθεί η φρίκη σε όλο της το μεγαλείο και θα έρθει εκ νέου στο προσκήνιο η υπόθεση της Λένας Μπεκ, μιας φοιτήτριας που εξαφανίστηκε δεκατέσσερα χρόνια πριν. Οι γονείς της, αναστατωμένοι, σπεύδουν στο νοσοκομείο για να επιβεβαιώσουν αν η γυναίκα αυτή είναι πράγματι η κόρη τους. Είναι όντως η Λένα η γυναίκα αυτή; Κι αν όχι, ποια είναι και τι έχει απογίνει η κόρη τους; Τι συνέβη πραγματικά στην καλύβα εκείνο το μοιραίο βράδυ που κατάφερε να αποδράσει;
Λένα(;): η γυναίκα που απέδρασε από την καλύβα – η μητέρα. Άννα: το κορίτσι που ζούσε μαζί της – η κόρη. Ματίας: ο άνθρωπος που βλέπει τις ελπίδες του να βρει την κόρη του να γεννιούνται από τις στάχτες τους – ο πατέρας της Λένας. Μέσα από τις δικές τους αφηγήσεις ξεδιπλώνεται το κουβάρι αυτής της ιστορίας, ενώ σιγά-σιγά τα πράγματα φαίνεται να μπαίνουν σε μια σειρά και ο εφιάλτης να έχει τελειώσει. Είναι όμως έτσι; Ή μήπως δεν έχει γραφτεί ακόμη ο επίλογος αυτής της μακάβριας υπόθεσης; Έχει άραγε αποκαλύψει η κρυμμένη στο δάσος καλύβα όλα τα μυστικά της;
Το βιβλίο ξεκινάει δυναμικά και εξελίσσεται ανατρεπτικά, με τα γεγονότα να διαδέχονται το ένα το άλλο με ρυθμούς καταιγιστικούς. Το περίπλοκο κουβάρι της υπόθεσης μοιάζει να ξετυλίγεται ήδη από τις πρώτες σελίδες και μπορεί να μοιάζει αναμενόμενη μια συνέχεια που να περιλαμβάνει τα όσα προηγήθηκαν, αλλά και τα όσα περιμένουν στο εξής τους ήρωες. Αυτή όμως ισχύει μόνο εν μέρει, καθώς τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Τα όρια ανάμεσα στο λογικό και το παράλογο είναι λεπτά και οι ισορροπίες εξαιρετικά εύθραυστες ανά πάσα στιγμή, τόσο για τους ήρωες όσο και για τους αναγνώστες. Κι εκεί που νομίζεις πως πλέον έχεις καταλάβει τι έχει συμβεί, η συγγραφέας κλείνει πονηρά το μάτι και έρχεται για να ανατρέψει οτιδήποτε έχεις σκεφτεί ή υποθέσει.
Η αφήγηση εναλλάσσεται ανάμεσα σε τρεις εντελώς διαφορετικούς -από κάθε άποψη- χαρακτήρες: ένα μικρό κορίτσι, μια ενήλικη γυναίκα, έναν ηλικιωμένο άντρα. Καθένας από αυτούς έχει διαφορετική αντίληψη, εμπειρίες και μνήμες, έχει ζήσει διαφορετική ζωή, κουβαλάει διαφορετικά βιώματα. Αυτό που τους ενώνει είναι οι οικογενειακοί δεσμοί και η τραγική ιστορία της καλύβας. Ο τρόπος που καθένας τους βιώνει τα όσα συνέβησαν πριν και τα όσα συμβαίνουν τώρα είναι ενδεικτικός ακριβώς των διαφορετικών τους προσωπικοτήτων. Το μικρό κορίτσι καλείται να προσαρμοστεί σε μια νέα πραγματικότητα, έξω από το προστατευτικό περιβάλλον της καλύβας, όπου πέρασε όλη της τη ζωή. Η γυναίκα πρέπει να αντιμετωπίσει τα ψυχολογικά τραύματα που της άφησε η απαγωγή της και ο εγκλεισμός της στην καλύβα. Και ο άντρας να παλέψει με τις ελπίδες και τους φόβους του, αλλά και να συγκρατεί τον παρορμητισμό του, που μπορεί να αποδειχτεί καταστροφικός. Όλοι τους όμως καταφέρνουν να διατηρούν πάντα το ενδιαφέρον και την ένταση αμείωτα. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση βοηθά ενεργά σε αυτό, προσδίδοντας επιπλέον ζωντάνια, ρεαλισμό και παλμό στην ιστορία, ενώ τα κεφάλαια που εναλλάσσονται μεταξύ τους βάζουν κάθε φορά ένα ακόμα κομμάτι στο πολύπλοκο παζλ, μέχρι να ολοκληρωθεί η τελική εικόνα και να αποκαλυφθεί μπροστά στα μάτια του αναγνώστη.
Η συγγραφέας πραγματικά δίνει ρέστα στην ψυχογράφηση των χαρακτήρων της, εμπλουτίζοντάς τους με μια παλέτα συναισθημάτων που καλύπτουν όλες τις ψυχολογικές αποχρώσεις, από τις φωτεινές μέχρι τις απόλυτα σκοτεινές. Οι ήρωες αναγκάζονται να αποκαλυφθούν μπροστά στα μάτια του αναγνώστη, να ξεγυμνώσουν τα πιο βαθιά τους μυστικά και συναισθήματα, να παραδεχτούν τα λάθη τους και να έρθουν αντιμέτωποι με τις επιλογές τους. Ποιος όμως μπορεί τελικά να τους κρίνει; Μέχρι πού μπορεί να φτάσει κανείς για τους ανθρώπους που αγαπά; Γιατί η αγάπη -έστω και στην πιο αρρωστημένη μορφή της- κάνει αισθητή την παρουσία της και συγκρούεται συνεχώς με τα άλλα κυρίαρχα, εξίσου δυνατά συναισθήματα: τον φόβο, την απελπισία και το μίσος.
Το συγκεκριμένο βιβλίο εκδόθηκε στη χώρα μας σε μια περίοδο που όλοι βιώνουμε έναν άλλου είδους εγκλεισμό, λόγω της πανδημίας. Μπορεί οι συνθήκες να είναι εντελώς διαφορετικές -ευτυχώς!-, όμως αυτή η κλειστοφοβική και σκοτεινή αίσθηση που αποπνέει η πλοκή γίνεται περισσότερο κατανοητή και αισθητή. Μοιάζει όλο αυτό σαν μια ειρωνική αλλά απόλυτα επίκαιρη συγκυρία και οι περισσότεροι από μας, αναπόφευκτα, θα μπούμε έστω για λίγο στη θέση της ηρωίδας.
Ευρηματικό, εφιαλτικό, σκοτεινό, απρόβλεπτο, τρομακτικό με έναν υποδόριο τρόμο και άκρως εθιστικό, το Καλό μου παιδί είναι ένα καθαρόαιμο ψυχολογικό θρίλερ που δικαιώνει τον τίτλο του, την ιστορία του, τη συγγραφέα του και τους αναγνώστες που θα το επιλέξουν. Αναντίρρητα, ένα από τα καλύτερα βιβλία του είδους για τη φετινή χρονιά!
0 Σχόλια