Καφέ “Όνειρο”

Δημοσίευση: 20.03.2017

Ετικέτες

Κατηγορία

-Παναγιώτη το κορίτσι μας πού είναι;

-Και πού να ξέρω εγώ; Μάντης είμαι; Ή μου δίνει αναφορά για το πού θα πάει κάθε φορά!

-Καλέ ντε, δε σου είπαμε και τίποτα. Το κορίτσι να δούμε θέλαμε. Παρέξενε!

Ο Παναγιώτης -ετών 77- έρχεται κάθε απόγευμα στο καφέ «Όνειρο». Το καφέ αυτό για καφετέρια νεολαίας ξεκίνησε. Με τις τηλεοράσεις του, τις νοβες του, τα δεκάδες ονόματα καφέδων του και τα μπέργκερς του. Ο Πέτρος -ετών 45- είχε πιάσει λέει τον παλμό της περιοχής. «Θα το κάνω στέκι Παναγιώτη. Τα πιτσιρίκια θα έρχονται για τις κοπάνες τους και τα φοιτητάκια για την ερωτοφωλιά τους ή τα παιχνίδια τους. Κοίτα! Πήρα και μια κοπέλα μούρλια. Να πέφτουν τα σορόπια για δαύτην να κονομάμε».

Το «Όνειρο». Πράγματι όνειρο ήταν. «Όνειρο θερινής νυκτός Πέτρο» του έλεγε ο Παναγιώτης σαν τον είδε να κρεμά την πινακίδα και εκείνος τον στραβοκοίταξε. «Καλά βρήκα άνθρωπο να καταλάβει. Εσύ πού να ξέρεις από πιτσιρίκια! Δες εμένα που έχω τρία αγόρια. Αυτά θέλουν!» του έλεγε πληγώνοντάς τον έτσι ξεδιάντροπα και φέρνοντάς τον στην απέναντι μεριά. Εκείνων που δεν ξέρουν…

Το καφέ «Όνειρο έγινε τελικά, το καφενείο «Όνειρο» και δε μάζεψε καμιά πιτσιρικαρία όπως ονειρευόταν ο Πέτρος, αλλά μάζεψε όλους εκείνους που ξέρουν και δεν ξέρουν, τα γεροντάκια της γειτονιάς παρατημένα και μη. Το καταλάβαινες εύκολα από το ατσαλάκωτο πουκάμισο, την κολόνια και το φρεσκοπλυμένο μαντήλι, ποια από δαύτα είχανε από πίσω τους κυράδες ή ανθρώπους να τους νοιάζονται. Ο Παναγιώτης δεν ήταν από εκείνους κι όσο κι αν έπλενε ο ίδιος τα ρούχα του, όσο καθαρός και να ήταν, μύριζε μοναξιά από χιλιόμετρα. Μοναδική του παρηγοριά το καφέ «Όνειρο» κι ο φίλος του ο Αριστείδης. Που πότε τον θύμωνε, πότε τον έκανε να γελά και πότε να ξεχνιέται. Και πότε όλα μαζί. Όπως τώρα.

-Δηλαδή δεν την είδες καθόλου;

-Τι θα γίνει ρε Αριστείδη; Για ποιον με πέρασες; Πού να ξέρω εγώ πού είναι η Μαρία. Ώχου…

Κοιτούσε ανήσυχος στο καφενείο. Τούτο το «Όνειρο» δεν είχε μόνο τον Αριστείδη, κακά τα ψέματα. Είχε και εκείνην, τη λεύκα του. Τη Μαρία. Σα λεύκα έμοιαζε. Ψηλή, λεπτή με δέρμα λευκό. Σαν περπάταγε, τα μαλλιά της ανέμιζαν σαν τα φύλλα της λεύκας. Σερβιτόρα σου λέει. Με δίπλωμα αγγλικής και γαλλικής φιλολογίας. Μάνα άρρωστή, πατέρας εξαφανισμένος. Αδέρφια τρία και μικρά κι εκείνη η λεύκα η μεγάλη που άπλωνε τα κλαδιά της και τους έκανε σκιά.

Ερχόταν και καθόταν δίπλα του όταν δεν είχε κόσμο. «Σαν παππού μου σε έχω» του έλεγε. Κι εκείνος της έλεγε ιστορίες από τα παλιά. «Δεν ερωτεύτηκες ποτέ Παναγιώτη;», του είπε μια φορά στεναχωρημένη. «Ερωτεύτηκα Μαρία μου. Ερωτεύτηκα. Ποιος γλιτώνει;» έλεγε και βράχνιαζε η φωνή του. «Και; Πού είναι;» του έλεγε η Μαρία. Κι εκείνος έδειχνε με το δάχτυλό του ψηλά στον ουρανό. Του ‘πιανε το χέρι και το χάιδευε γλυκά. Κι ύστερα το έβαζε πάνω στην καρδιά της. «Παντού είναι. Στις καρδιές όλων. Να και σε εμένα που σε αγαπώ Παναγιώτη σαν παππού μα και σαν πατέρα μου». Βούρκωνε κι εκείνος. Μια που γινόταν παππούς και μια που γινόταν πατέρας. Τίποτα από τούτα δεν αξιώθηκε να ακούσει. Κι εκείνη, η λεύκα του, γινόταν η κόρη του και η εγγονή του. Και τι δε θα έδινε να τη δει άλλη μια φορά μα το ήξερε πως δε θα έρθει πια. «Παναγιώτη, αν δεις ότι δεν έρθω μια μέρα, πάει να πει πως το αποφάσισα να πετάξω». «Να πετάξεις;» της έλεγε εκείνος με αγωνία. «Όχι εκεί πάνω. Μη φοβάσαι», του έλεγε γελώντας. «Μα να… κοίτα… εδώ στα χέρια μου έχω φτερά. Ακόμα είναι μικρά. Αφτέρουγη νιώθω ακόμα. Μια σπρωξιά θέλω από τη μάνα τη ζωή και θα φύγω». Του άρεσε τούτο που άκουγε. Κι ας τον πόναγε βαθιά.  Σε δικές του πληγές. Την φανταζόταν να βγάζει τις ρίζες από το χώμα και να πετά. Στον ουρανό. Ένα δέντρο αερικό.

-Παναγιώτη αυτό μου το έδωσε η Μαρία… η Μαρία που μας άφησε στα κρύα του λουτρού να σερβίρουμε εμείς τους καφέδες σας, του ‘πε ο Πέτρος δυνατά και έφυγε θυμωμένος, διακόπτοντας τις σκέψεις του.

Το άνοιξε όπως ξετυλίγει ένα παιδί μια καραμέλα. Το ξετύλιξε και ένιωσε τη γλύκα. Μια γεύση από πορτοκάλι και φράουλα.

«Παναγιώτη, δυνάμωσαν. Είμαι έτοιμη. Εκεί ψηλά θα πετάω και για σένα. Η κόρη σου και η εγγονή σου μαζί. Σε αγαπώ».

Ακολουθήστε μας

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 09 – 10 Δεκεμβρίου 2023

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 09 – 10 Δεκεμβρίου 2023

Real News https://youtu.be/Q4q005OR_r0 Καθημερινή  Πρώτο Θέμα Το Βήμα της Κυριακής Δώστε μας το email σας και κάθε Παρασκευήθα έχετε στα εισερχόμενά σας τις προσφορές των εφημερίδων (Δεν στέλνουμε ανεπιθύμητη αλληλογραφία ενώ μπορείτε να...

Routine

Routine

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης - Ήταν ίσως η μόνη γυναίκα στον κόσμο που ξέβαφε τα χείλια της! Έμοιαζε με εξώφυλλο ακριβού περιοδικού πολυτελείας που κανείς δεν μπορούσε να (εξ)αγοράσει. Είχε φίλους. Πολλούς και λίγους. Οι πολλοί της φίλοι, σαν τα πουκάμισα τα αδειανά...

Pure

Pure

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης - Ήταν βασίλισσα, αυτό της είχαν πει από μικρή. Κι εκείνη το είχε πιστέψει. Μέχρι τη μέρα που γνώρισε ένα αγόρι κι εκείνος της είπε ότι την αγαπάει. Βρέθηκε σε δύσκολη θέση, δεν ήταν βλέπεις του κύκλου της. Πάλεψε με τον εαυτό της όπως...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Επιμέλεια άρθρου

Διαβάστε κι αυτά

Pure

Pure

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης - Ήταν βασίλισσα, αυτό της είχαν πει από μικρή. Κι εκείνη το είχε πιστέψει. Μέχρι τη μέρα που γνώρισε ένα αγόρι κι εκείνος της είπε ότι την αγαπάει. Βρέθηκε σε δύσκολη θέση, δεν ήταν βλέπεις του κύκλου της. Πάλεψε με τον εαυτό της όπως...

Mimozas

Mimozas

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης - Είχε γεννηθεί απότομα πολλά χρόνια πριν το καταλάβει. Η ζωή του έμοιαζε με αρχαία τραγωδία, παιδί αγνώστων θεών, ήξερε πως έπρεπε να θυσιαστεί στο βωμό της διαφορετικότητας για να μπορέσει να ζήσει. Τον είχαν προικίσει όμως οι θεοί με...

Dream

Dream

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης - Η Πολυξένη κάθε πρωί άφηνε τον κουρασμένο της πόθο να κοιμηθεί ήσυχα ήσυχα πάνω στο μαξιλάρι της. Μπροστά στον καθρέφτη ζωγράφιζε την ιδανική της εικόνα, κοκκίνιζε τα χείλη της κι ονειρευόταν για όσο διαρκούσε η καθημερινότητα έναν...

12 σχόλια

12 Σχόλια

  1. ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΛΙΕΡΑΚΗΣ

    Το Μπράβο δεν γίνεται ποτέ ρουτίνα. Μπράβο και πάλι!

    Απάντηση
  2. Rea Zacharia

    Ένα όνειρο, Μάχη μου. Νοσταλγικό, γλυκό, με φτερά που δυνάμωσαν και γεύση πορτοκάλι και φράουλα <3

    Απάντηση
  3. Χριστίνα Σουλελέ

    ΄Ενα όμορφο όνειρο γεμάτο μυρωδιές και γλυκές γεύσεις. Μπράβο Μάχη!

    Απάντηση
  4. Άννα Ρουμελιώτη

    Πολύ πολύ όμορφο Μάχη μου..γλυκιά η αίσθηση που αφήνει..να είσαι καλά…την καλημέρα μου!

    Απάντηση
  5. Σοφία Ντούπη

    Πολύ συγκινητικό το κείμενό σου Μάχη μου…Καινούργιο…κι όμως έχει μέσα του και κάτι από τα παλιά! Σαν γλυκό του κουταλιού! Μου άφησε τη γεύση από το γλυκό τριαντάφυλλο της γιαγιάς μου, που μ’ έκανε να αναρωτιέμαι πάντα πως γίνεται να χωράει τόση μαγεία σε ένα τόσο μικρό βαζάκι!!! Μαγικό…όπως μόνο εσύ ξέρεις!!! Την αγάπη μου!!!

    Απάντηση
  6. Βάσω Καρλή

    Ο καθένας από εμάς για να κρατηθεί στη ζωή πρέπει να έχει το δικό του όνειρο και να το χρωματίσει αναλόγως. Ένα ζεστό, ονειρεμένο κείμενο. Πολύ όμορφο Μάχη μου. Μπράβο σου.

    Απάντηση

Υποβολή σχολίου