Ο συγγραφέας Μάκης Τσίτας γεννήθηκε το 1971 στα Γιαννιτσά. Πήρε πτυχίο δημοσιογραφίας και συνεργάστηκε με ραδιοφωνικούς σταθμούς στη Θεσσαλονίκη. Από το 1994 ζει μόνιμα στην Αθήνα και εργάζεται στον χώρο των εκδόσεων. Ήταν αρχισυντάκτης του περιοδικού Περίπλους (1994-2005) και συνεκδότης του περιοδικού Index (2006-2011). Σήμερα διευθύνει το ηλεκτρονικό περιοδικό για το βιβλίο και τον πολιτισμό diastixo.gr.
Λογοτεχνικά κείμενά του (διηγήματα, θεατρικά, ποιήματα) έχουν συμπεριληφθεί σε ανθολογίες και έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά και εφημερίδες στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Τα μονόπρακτά του «Στην πλατεία» και «Η τηλεόραση» παίχτηκαν στο «Θέατρο των Καιρών», σε σκηνοθεσία Έρσης Βασιλικιώτη. Διηγήματά του έχουν μεταφραστεί στα γερμανικά, τα ισπανικά, τα αγγλικά, τα εβραϊκά, τα σουηδικά και τα φινλανδικά.
Έχει εκδώσει δεκαπέντε βιβλία για παιδιά, μία συλλογή διηγημάτων (Πάτυ εκ του Πετρούλα, Καστανιώτης, 1996) και το μυθιστόρημα Μάρτυς μου ο Θεός (Κίχλη, 2013), για το οποίο έλαβε το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2014.
Βιβλία του
Για ενηλίκους:
(2013) Μάρτυς μου ο Θεός, Κίχλη
(1996) Πάτυ εκ του Πετρούλα, Καστανιώτη
Για παιδιά:
(2014) Βρες ποιος είμαι!, Πατάκης
(2014) Ο αδέσποτος Κώστας, Ψυχογιός
(2014) Απ’ έξω κι ανακατωτά, Ψυχογιός
(2013) Αχ, αυτοί οι γονείς, Ψυχογιός
(2012) Μην ταλαιπωρείς τον Αϊ Βασίλη, Ψυχογιός
(2012) Πάρε με κι εμένα μαζί σου!, Ψυχογιός
(2011) Γιατί δε μετράς προβατάκια;, Ψυχογιός
(2009) Μη φεύγεις, Ψυχογιός
(2006) Ο Κοκκινούλης, Κάστωρ
(2006) Οι φίλοι, Ψυχογιός
(2005) Δε μου αρέσει το γάλα, Ψυχογιός
(2005) Ποιανού είναι αυτή η σούπα;, Ψυχογιός
(2005) Χριστούγεννα στο νηπιαγωγείο, Σαββάλας
(2004) Η Δώρα και ο Οδυσσέας, Ελληνικά Γράμματα
(2003) Τ’ όνομά μου είναι Δώρα, Ελληνικά Γράμματα
Να επιτέλους και μια κριτική για το συγκεκριμμένο βιβλίο που αφενός δεν έχει στόχο να επιδείξει τις προσωπικές εκφραστικές ικανότητες του γράφοντος την κριτική με γλωσσικές και αοριστολογικές εκρήξεις που αποβλέπουν σ’ αυτό, αλλά -και τούτο είναι το σημαντκότερο- να δίνει μια πολύ σαφή εικόνα για το περιεχόμενο και το κλιμα του βιβλίου του Μάκη Τσίτα, το “Μάρτυς μου ο Θεός”. Το διάβασα και εγώ και ομολογουμένως προβληματίστηκα αρκετά με το αν έχασα τον χρόνο μου, ή όχι, αφού το όλο θέμα θα μπορούσε να εξαντληθεί μέσα σε λίγες σελίδες, αν βέβαια ήθελε κανείς να πληροφορηθεί για τα κακώς κείμενα της κοινωνίας μας και τους ανθρώπους που μας περιτριγυρίζουν, όπως τουλάχιστον ισχυρίζονται άλλοι με την αναφορά τους στις “παθογένειες της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας. Μου ήρθε όμως στο νου, μια παλαιότερη γραφή, Ο Λούσιας, του Χουλιαρά και συνέχισα για να δω αν ο Μ. Τσίτας καταφέρνει να δώσει την αντίστροφη (αλλά ίδια εικόνα, αφού η μίμηση είναι ξεκάθαρη) του λογοτεχνικού κατορθώματος του Χουλιαρά. Κατέληξα πως ναι, μόνο που η εικόνα του Χρυσοβαλάντη είναι αηδιαστική, είναι η εικόνα ενός αντιήρωα που δεν αντιπροσωπεύει παρά μόνο ελάχιστους συνανθρώπους μας (και μάλιστα αμφιβάλλω αν η λέξη ‘ελάχιστους’ είναι σωστή και πρέπει να αντικατασταθεί με την φράση ‘μετρημένους στα δάχτυλα) κάτι που οπωσδήποτε δεν συμβαίνει με τον Λούσια.