Το Μην το διαδώσεις αποτελεί το συγγραφικό ντεμπούτο της Lesley Kara και διαπραγματεύεται ένα κοινωνικό φαινόμενο που είναι πολύ έντονο στην εποχή μας: τη διασπορά φημών και τις επιπτώσεις της στις ζωές των ανθρώπων.
Όταν η Τζοάνα Κρίτσλεϊ ακούει μια φήμη στην είσοδο του σχολείου του γιου της, ότι υπάρχει πιθανότητα η δολοφόνος ενός παιδιού να ζει στη μικρή τους πόλη με νέα ταυτότητα, δεν δίνει πολλή σημασία. Τα αόριστα κουτσομπολιά δεν την αφορούν, από τη στιγμή που έχει δικά της προσωπικά θέματα να διαχειριστεί. Όμως η ανάγκη να γίνει αποδεκτός ο μικρός της γιος από τους συμμαθητές του, θα την αναγκάσει να χρησιμοποιήσει αυτή τη φήμη ώστε να γίνει αρεστή ανάμεσα στις άλλες μαμάδες και να μπει στον κύκλο τους.
Η φήμη γρήγορα θα αρχίσει να κυκλοφορεί από στόμα σε στόμα και, όπως συμβαίνει συνήθως στις μικρές κοινωνίες, θα πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Όλοι μοιάζουν να κοιτούν τον διπλανό τους με ανανεωμένο ενδιαφέρον. Μια γυναίκα που μοιάζει κάπως με τη δολοφόνο σε κάποιες παλιές φωτογραφίες της γίνεται στόχος του εξαγριωμένου πλήθους και περνάει δύσκολες στιγμές. Η ίδια η Τζοάνα κοιτάζει με καχυποψία οποιαδήποτε γυναίκα δείχνει να ταιριάζει στο προφίλ της δολοφόνου και αναρωτιέται ποια θα μπορούσε να είναι. Σιγά-σιγά, όλοι οι κάτοικοι του Φλίνστεντ ασχολούνται με την ανακάλυψη της ταυτότητας της γυναίκας που κάποτε σκότωσε ένα παιδί και τώρα ζει αόρατη ανάμεσά τους.
Η Τζοάνα ποτέ δεν θα μπορούσε να φανταστεί την έκταση που θα έπαιρνε η φήμη αυτή κι έχει μετανιώσει ειλικρινά που την ξεκίνησε. Αυτό το συναίσθημα όμως δεν είναι τίποτα μπροστά στον τρόμο που αρχίζει να νιώθει όταν συνειδητοποιεί ότι κάποιος την έχει βάλει στο στόχαστρό του και την απειλεί ότι θα πληρώσει επειδή άνοιξε το στόμα της. Η Τζοάνα συμπεραίνει ότι πρόκειται για την ίδια τη δολοφόνο, η οποία έχει θυμώσει επειδή υπάρχει κίνδυνος να μαθευτεί η νέα ταυτότητά της και να τιναχτεί εκ νέου στον αέρα η ζωή της. Κι όταν ο άγνωστος -ή η άγνωστη- φτάσει στο σημείο να απειλήσει ανοιχτά τον μικρό της γιο, τότε καταλαβαίνει πόσο κακό μπορεί να κάνει η διασπορά μιας φήμης που ξεκινά από μια αθώα συζήτηση και ότι ίσως το τίμημα που θα κληθεί να πληρώσει είναι υπερβολικά μεγάλο…
Η συγγραφέας στήνει μια ενδιαφέρουσα πλοκή, βασισμένη σε βιώματα που όλοι μας λίγο-πολύ έχουμε ζήσει. Κάποιοι από μας έχουν γίνει στόχοι μιας φήμης, κάποιοι άλλοι έχουν δημιουργήσει ή διασπείρει μια κακόβουλη ή όχι τόσο κακόβουλη φήμη, όλοι έχουμε κουτσομπολέψει έστω μια φορά, όλοι έχουμε αρχίσει μια πρόταση με το γνωστό «Άκουσα ότι…». Μια ανάλαφρη και αθώα κουβέντα, που κάνουμε για να περάσει η ώρα, μπορεί να προκαλέσει πολύ πόνο στους άλλους. Μια επιπόλαια φήμη μπορεί να προκαλέσει από μια απλή ενόχληση μέχρι καβγάδες και δυσπιστία, να καταστρέψει σχέσεις, να οδηγήσει ακόμα και σε ακραίες καταστάσεις. Αυτό έχει εκμεταλλευτεί με επιτυχία και η συγγραφέας, κάνοντας έτσι την ιστορία της όχι μόνο ενδιαφέρουσα, αλλά και οικεία για τον αναγνώστη.
Το σκηνικό στήνεται σε μια ήσυχη μικρή πόλη της Αγγλίας, όπου συνηθίζουν να αποσύρονται συνταξιούχοι για να ζήσουν μια πιο ήρεμη και με χαλαρούς ρυθμούς ζωή. Μια πόλη όπου οι περισσότεροι γνωρίζουν καλά ο ένας τον άλλον, διατηρούν σχέσεις και επαφές, δεν συμβαίνει ποτέ τίποτα εξωπραγματικό και η καθημερινότητα κυλάει χωρίς απρόοπτα. Μέχρι που μια «πικάντικη» φήμη έρχεται να δυναμιτίσει την ατμόσφαιρα και να τους ιντριγκάρει όλους. Γιατί σε μια μικρή κοινωνία δεν υπάρχουν μυστικά. Γιατί όλοι θεωρούν καθήκον τους να γνωρίζουν τα πάντα για τους άλλους. Γιατί τα όρια της διακριτικότητας γίνονται δυσδιάκριτα και το δικαίωμα του καθενός να διαφυλάττει την προσωπική του ζωή και τα μυστικά του θεωρείται «προδοσία» απέναντι στην κοινότητα.
Η διασπορά φημών με τρόπο ανεξέλεγκτο, μιας και δεν είναι πάντα εύκολο να ελεγχθούν, είναι ένα φαινόμενο που απασχολεί έντονα την κοινωνία μας σήμερα. Η ευρεία χρήση του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπου υπάρχουν διασταυρωμένες ή μη πληροφορίες για τα πάντα και τους πάντες κι όπου εκφράζονται απόψεις χωρίς μέτρο και έλεγχο, κάνει πολύ πιο επικίνδυνο το συγκεκριμένο… σπορ. Θύτες και θύματα εκτίθενται, με συνέπειες που μπορεί να είναι απρόβλεπτες και για τα δύο μέρη. Ζωές αθώων ανθρώπων επηρεάζονται με ποικίλους τρόπους, οδηγώντας τους πολλές φορές σε ακραίες επιλογές. Η Kara θέτει εύστοχους προβληματισμούς σχετικά με όλο αυτό στην πλοκή – έστω κι αν περιγράφεται εδώ μία περίπτωση που, πράγματι, δεν συναντάμε και τόσο συχνά.
Υπάρχουν πολλοί χαρακτήρες στο βιβλίο, ώστε να καλύψουν το ευρύ φάσμα προσωπικοτήτων που απαρτίζουν κάθε μικρή κοινωνία: διακριτικοί, κουτσομπόληδες, ιντριγκαδόροι, καλόβολοι, κακόβουλοι, καταπιεσμένοι, αποτυχημένοι οικογενειάρχες, πονεμένες ψυχές που κρύβουν μυστικά, άνθρωποι που βαριούνται τις ζωές τους και ασχολούνται με αυτές των άλλων, άνθρωποι που δεν ενδιαφέρονται να ανακατευτούν στις ζωές των άλλων… Κάποιοι είναι συμπαθείς, κάποιοι όχι. Καθένας τους, πάντως, αποτελεί ολοκληρωμένη προσωπικότητα και παρουσιάζει ενδιαφέρον. Και στη δίνη των εξελίξεων η κεντρική ηρωίδα, η Τζοάνα. Μια ανύπαντρη μητέρα, που επιστρέφει στην πόλη που μεγάλωσε για να κάνει μια νέα αρχή με τον γιο της και θέλει το καλύτερο για εκείνον. Που δεν ενδιαφέρεται για τα κοινωνικά «πρέπει» που αφορούν την ίδια, αλλά που θέλει ολόψυχα να γίνει ο γιος της αποδεκτός από τα άλλα παιδιά κι αυτό την οδηγεί στο να κάνει κάτι ασυγχώρητο, που θα έχει συνέπειες που κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει – πόσο μάλλον η ίδια. Η τελική ανατροπή θα έρθει να επιβεβαιώσει αυτό ακριβώς και να την κάνει να μετανιώσει με τον χειρότερο τρόπο για την ώρα και τη στιγμή που αποφάσισε να ξεκινήσει αυτό το επικίνδυνο «παιχνίδι» με τρόπο τόσο επιπόλαιο.
Γραμμένο σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, με γρήγορους ρυθμούς, δράση και μια μεγαλόπρεπη τελική ανατροπή, το Μην το διαδώσεις ικανοποιεί κάθε αναγνωστική προσδοκία, ανεξαρτήτως λογοτεχνικών προτιμήσεων και αγαπημένων ειδών.
0 Σχόλια