
Φωτογραφία: © Στράτος Γιαννόπουλος
…το πρώτο ταξίδι στην θάλασσα ιδεών είναι γεγονός Φίλοι μου. Ακολούθησαν πολλά μηνύματα έπειτα απ’ την δημόσια πρόσκληση της στήλης για συμμετοχή με τις γραφές σας. Κι ακόμη συνεχίζουν. Σας ευχαριστώ από καρδιάς, με την υπόσχεση πως θα προσμένω και θα ανταποδίδω την επικοινωνία σας ώστε να δημιουργούμε μαζί όλο και περισσότερες περιπλανήσεις, με την ίδια δίψα στους λογισμούς και στα όνειρά μας.
Την αυλαία σε αυτή την επίδοξη λογοτεχνική δράση ανοίγει το απόσταγμα της συνεργασίας μας με την ποιήτρια Δέσποινα Ντάση. Μίας δημιουργού που το μελάνι, το χαρτί και το φώς είναι προέκταση της ψυχής της. Γιατί οι στίχοι της μπολιάζουν αυθόρμητα μέσα σου την ελπίδα, την ανθρωπιά και το χαμόγελο που πρόσκαιρα έχεις χάσει….
Μα ας αφήσουμε κατά μέρους τις λέξεις κι ας περιπλανηθούμε στα βαθύτερα συναισθήματα που αυτές προσφέρουν…
«Έμποροι βροχής στις σκάλες μας»
(Θεόφιλος Γιαννόπουλος)
Φόβος τραχύς ίσκιωσε το μεσοκαλόκαιρό μου
στον απάνεμο ύπνο μου σύννεφα με κυκλώσαν
στραγγισμένα από όνειρα και χρώμα
σαν τούτα που χαράκωσαν τους παιδικούς μας χρόνους
όντας έμποροι βροχής ριζωμένοι στις σκάλες μας
ποτίζοντας έρεβος στις ελπίδες που σπείραμε
και μες στην απόγνωση της ατολμίας
απομείναμε αδιαμαρτύρητα ξέπνοοι
να μας ραίνουν ρύπους λόγων και προφάσεων
επικίνδυνα ακίνδυνων για να προφυλαχτούμε
και τόσο αυθεντικά νοσηρών, που μας γοητεύσανε
Ξεχάσαμε παρελκόμενα την φτώχεια
στις ρυτίδες και στον τρύπιο γιακά μας
που σα χαμόγελο στέκει ειρωνικό και πένθιμο
να μας συστήνει ευγενικά στους αφ’ υψηλού προχούντες
που μ’ ένα κλωθογύρισμα η Μοίρα τους έντυσε κριτές μας
αψηφώντας μας προφανώς ειρωνικά
για την τετελεσμένη μορφή του θυμού μας
κι ας εξασκούμαστε ακατάπαυστα με θάρρος
να κρύψουμε την αποστροφή μας στη λευκή τους προσωπίδα
Μας θέρισε τα πόδια η Λύπη
μα ‘μείς σερνόμενοι στις λάσπες ψαρεύουμε ουρανό
πίνοντας στάλες Ήλιο να φτιασιδώσουμε λόγους πύρινους
τον φτωχό και τον αγράμματο χαϊδεύοντας
που είναι τάχα πιο καταραμένοι από ‘μας
μα πιο πλανεμένοι από του λόγου μας, κανείς
και το σιωπούμε
βουτώντας τα δάχτυλα στο φεγγαρόφωτο
για να γράψουμε τούτα στων δακρύων τις σελίδες
με στεναγμού μελάνι και λησμονιάς κερί
μήπως μας ειρωνευτεί ο Χρόνος και μας δοξάσει
υποτιμώντας μας τιμητικά στα μαύρα του κατάστιχα
μένοντας ειλικρινά απογοητευμένος μαζί μας
οικτρά
σα να δοξολογάει δουλικό που αγάπησε λεύτερη ζωή
μα τη φοβάται κιόλας
Ξαπόστασα από μοναξιά
ο δρόμος άδειος
οι ευχές πληγωμένες κι εγώ παραμιλώ
δεν είναι για ‘μένα τούτη η αλήθεια που ξομολογούμαι
για ‘σένα φωνάζω και σωπαίνω
μια ολάκαιρη ζωή απόκαμα αδύναμος τα πιο ακριβά μου λόγια
κι η προίκα που μ’ απόμεινε
μοιάζει πληγή στα χείλη
Μην μου γελάς
έγινα το δάχτυλο στην καρδιά σου που σωπαίνει…
«Θα έρθει ο καιρός μας»
…και μην μου κλαίς,
έγινα στα μάτια σου μεταξωτό μαντήλι
που μ’ αίμα πάνω κέντησε ο πόνος τ’ αρχικά μας.
Και είναι λίρα κάλπικη η ελπίδα που βαραίνει
στις άδειες μέσα τσέπες μας
και στα φθαρμένα χέρια
τα όνειρα χαρταετός που σπάει το σκοινί.
Μα μην φωνάζεις, μην σιωπάς,
θα έρθει ο καιρός μας
που δίχως μαύρα σύννεφα τον ούρανο θα δούμε.
Θα λάμψει η αλήθεια μας
στην σταθερή φωνή μας,
θα ιαθεί στα στήθια μας η πιο βαθιά πληγή.
Θα γίνει ο ήλιος βάλσαμο
και το νερό θα πάρει
όλους του έμπορους βροχής
που πνίγαν την ζωή.
Φωτογραφία: © Στράτος Γιαννόπουλος[/caption]
…το πρώτο ταξίδι στην θάλασσα ιδεών είναι γεγονός Φίλοι μου. Ακολούθησαν πολλά μηνύματα έπειτα απ’ την δημόσια πρόσκληση της στήλης για συμμετοχή με τις γραφές σας. Κι ακόμη συνεχίζουν. Σας ευχαριστώ από καρδιάς, με την υπόσχεση πως θα προσμένω και θα ανταποδίδω την επικοινωνία σας ώστε να δημιουργούμε μαζί όλο και περισσότερες περιπλανήσεις, με την ίδια δίψα στους λογισμούς και στα όνειρά μας.
Την αυλαία σε αυτή την επίδοξη λογοτεχνική δράση ανοίγει το απόσταγμα της συνεργασίας μας με την ποιήτρια Δέσποινα Ντάση. Μίας δημιουργού που το μελάνι, το χαρτί και το φώς είναι προέκταση της ψυχής της. Γιατί οι στίχοι της μπολιάζουν αυθόρμητα μέσα σου την ελπίδα, την ανθρωπιά και το χαμόγελο που πρόσκαιρα έχεις χάσει….
Μα ας αφήσουμε κατά μέρους τις λέξεις κι ας περιπλανηθούμε στα βαθύτερα συναισθήματα που αυτές προσφέρουν…
«Έμποροι βροχής στις σκάλες μας»
(Θεόφιλος Γιαννόπουλος)
Φόβος τραχύς ίσκιωσε το μεσοκαλόκαιρό μου
στον απάνεμο ύπνο μου σύννεφα με κυκλώσαν
στραγγισμένα από όνειρα και χρώμα
σαν τούτα που χαράκωσαν τους παιδικούς μας χρόνους
όντας έμποροι βροχής ριζωμένοι στις σκάλες μας
ποτίζοντας έρεβος στις ελπίδες που σπείραμε
και μες στην απόγνωση της ατολμίας
απομείναμε αδιαμαρτύρητα ξέπνοοι
να μας ραίνουν ρύπους λόγων και προφάσεων
επικίνδυνα ακίνδυνων για να προφυλαχτούμε
και τόσο αυθεντικά νοσηρών, που μας γοητεύσανε
Ξεχάσαμε παρελκόμενα την φτώχεια
στις ρυτίδες και στον τρύπιο γιακά μας
που σα χαμόγελο στέκει ειρωνικό και πένθιμο
να μας συστήνει ευγενικά στους αφ’ υψηλού προχούντες
που μ’ ένα κλωθογύρισμα η Μοίρα τους έντυσε κριτές μας
αψηφώντας μας προφανώς ειρωνικά
για την τετελεσμένη μορφή του θυμού μας
κι ας εξασκούμαστε ακατάπαυστα με θάρρος
να κρύψουμε την αποστροφή μας στη λευκή τους προσωπίδα
Μας θέρισε τα πόδια η Λύπη
μα ‘μείς σερνόμενοι στις λάσπες ψαρεύουμε ουρανό
πίνοντας στάλες Ήλιο να φτιασιδώσουμε λόγους πύρινους
τον φτωχό και τον αγράμματο χαϊδεύοντας
που είναι τάχα πιο καταραμένοι από ‘μας
μα πιο πλανεμένοι από του λόγου μας, κανείς
και το σιωπούμε
βουτώντας τα δάχτυλα στο φεγγαρόφωτο
για να γράψουμε τούτα στων δακρύων τις σελίδες
με στεναγμού μελάνι και λησμονιάς κερί
μήπως μας ειρωνευτεί ο Χρόνος και μας δοξάσει
υποτιμώντας μας τιμητικά στα μαύρα του κατάστιχα
μένοντας ειλικρινά απογοητευμένος μαζί μας
οικτρά
σα να δοξολογάει δουλικό που αγάπησε λεύτερη ζωή
μα τη φοβάται κιόλας
Ξαπόστασα από μοναξιά
ο δρόμος άδειος
οι ευχές πληγωμένες κι εγώ παραμιλώ
δεν είναι για ‘μένα τούτη η αλήθεια που ξομολογούμαι
για ‘σένα φωνάζω και σωπαίνω
μια ολάκαιρη ζωή απόκαμα αδύναμος τα πιο ακριβά μου λόγια
κι η προίκα που μ’ απόμεινε
μοιάζει πληγή στα χείλη
Μην μου γελάς
έγινα το δάχτυλο στην καρδιά σου που σωπαίνει…
«Θα έρθει ο καιρός μας»
…και μην μου κλαίς,
έγινα στα μάτια σου μεταξωτό μαντήλι
που μ’ αίμα πάνω κέντησε ο πόνος τ’ αρχικά μας.
Και είναι λίρα κάλπικη η ελπίδα που βαραίνει
στις άδειες μέσα τσέπες μας
και στα φθαρμένα χέρια
τα όνειρα χαρταετός που σπάει το σκοινί.
Μα μην φωνάζεις, μην σιωπάς,
θα έρθει ο καιρός μας
που δίχως μαύρα σύννεφα τον ούρανο θα δούμε.
Θα λάμψει η αλήθεια μας
στην σταθερή φωνή μας,
θα ιαθεί στα στήθια μας η πιο βαθιά πληγή.
Θα γίνει ο ήλιος βάλσαμο
και το νερό θα πάρει
όλους του έμπορους βροχής
που πνίγαν την ζωή.
Η Δέσποινα Ντάση γεννήθηκε στην Αθήνα το 1983.
Ασχολείται με την ποίηση από τα εφηβικά της χρόνια. Ποιήματα της έχουν βραβευτεί σε Πανελλήνιους και διεθνείς διαγωνισμούς ποίησης. Ποίηση και άρθρα της δημοσιεύονται σε λογοτεχνικά περιοδικά και ιστοσελίδες.
Η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο ”όλα τα Μη του κόσμου” θα κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο του 2015 από τις εκδόσεις Κέδρος.
Για επικοινωνία με την ποιήτρια: https://www.facebook.com/despina.dasi
Για να συμμετέχετε και εσείς σε μια λογοτεχνική συνεργασία μας ,-με διήγημα ή ποίημα-, μπορείτε να έρθετε σε επαφή με προσωπικό μήνυμα στο www.facebook.com/giannopoulos.theofilos
Μπράβο και στους δυο σας. Ομορφο πάντρεμα.
Τόσο ξεκάθαρο το μήνυμα της ελπίδας.,,,
Η ανάγνωση ήταν απολαυστική. Μπράβο σας!