–
γράφει η Κατερίνα Σιδέρη
–
Η Ηρώ, η Αμαλία και ο Τέλης, είναι τρεις φίλοι που βιώνουν την εφηβεία τους σε ένα χωριό και προσπαθούν να βρουν διεξόδους για να κυνηγήσουν τα όνειρά τους. Με σύμμαχό τους τον Αστέριο, τον δάσκαλο του χωριού που ασχολείται συνεχώς με τα παιδιά και πέραν των διδακτικών ωρών, μαθαίνουν, προβληματίζονται και διευρύνουν τους ορίζοντές τους, μέσα από συζητήσεις μαζί του, αλλά και από τα βιβλία που τους προμηθεύει.
Η Ηρώ, κοπέλα με χαμηλή αυτοεκτίμηση, ανασφαλής αλλά και πνεύμα αντιλογίας, έχει δύο αδέρφια, τον Θωμά και τον Λεωνίδα, έχει μια γιαγιά με άνια και η μαμά της η Πηγή, ζει πάντα στη σκιά του άνδρα της Γιώργη και πατέρα της Ηρώς, χωρίς να διανοείται να πει της γνώμη της ή να κάνει κάτι που δεν είναι σύμφωνο με τα θέλω του Γιώργη. Ο τελευταίος, μια φυσιογνωμία αυταρχική, ένας μπαμπούλας των παραμυθιών, περιέργως θα συναινέσει να μεταβεί η Ηρώ στην πόλη και να εργαστεί σε νοσοκομείο ως νοσοκόμα. Δεν είναι κάτι που την ξετρελαίνει, μιας και το όνειρό της είναι να γίνει ψυχολόγος, απλά θεωρεί ότι αυτή η ευκαιρία, αποτελεί το εισιτήριό της για να αποδεσμευτεί από τα στενά όρια του χωριού.
Η Αμαλία, που την φωνάζουν Πάξι, θέλει να γίνει ηθοποιός, αλλά η μαμά Ράνια, θεωρώντας ότι πρέπει η κόρη να κάνει πραγματικότητα τα δικά της όνειρα που χάθηκαν στο χρόνο, την πιέζει να διαγράψει άλλη πορεία.
Ο Τέλης, έχοντας στο πλάι του τους γονείς του Αποστόλη και Ανθή, δυο φιλήσυχους ανθρώπους που υπεραγαπάνε τον γιο τους και ας μην είναι οι βιολογικοί του γονείς, νιώθει μόνος και παράταιρος μιας και τα βλέμματα όλων του φωνάζουν την αλήθεια που οι γονείς απελπισμένα προσπαθούν να κρύψουν. Ο ίδιος θέλει να σπουδάσει στη νομική και αυτή είναι η δική του ευκαιρία για να ανοίξει τα φτερά του.
Πρόκειται για παιδιά που ασφυκτιούν στις οικογένειές τους και για γονείς που αδυνατούν να αντιληφθούν τις ανάγκες των παιδιών τους, ενόσω και οι ίδιοι δεν έχουν κατευνάσει τις δικές τους ανάγκες.
Οι τρεις νέοι που διατήρησαν σαν κόρη οφθαλμού την φιλία τους μέσα στον χρόνο, κατάφεραν να γεννήσουν τη φιλία ανάμεσα στα παιδιά τους, τη Φιλιώ, την Αλίκη και τον Φοίβο.
Τα παιδιά τους θα τους φέρουν αντιμέτωπους με τον τρόπο που οι ίδιοι συμπεριφέρονται σε εκείνα, με πράγματα που πέρασαν στο υποσυνείδητό τους από τους γονείς τους, θα τους φέρουν ενώπιον της αλήθειας τους και θα τους ζητήσουν να επιστρέψουν στο χωριό για να κλείσουν τους λογαριασμούς με τους γονείς τους για να σπάσουν την αλυσίδα διαιώνισης λαθών.
Από τα βιβλία που διαβάζω, επιλέγω μια φράση, για να την μοιραστώ μαζί σας. Από το βιβλίο της Κατερίνας Μουτσάκη, ένα μικρό βιογραφικό της οποίας θα βρείτε στο τέλος του άρθρου, επέλεξα την παρακάτω:
…τελικά δεν υπάρχουν οδηγίες για να μεγαλώσεις ένα παιδί. Ο γονιός γεννιέται μαζί με το παιδί του , μεγαλώνει και ανακαλύπτει τον εαυτό του μέσα από αυτό…
Πρόκειται για ένα βιβλίο που υμνεί τη μόρφωση, την αναγκαιότητα της διεύρυνσης των οριζόντων μας, αλλά και την αντιμετώπιση των φόβων μας για το άγνωστο. Προβληματίζει, διδάσκει, παραδειγματίζει και οι φανταστικές συζητήσεις της αντάρτισσας Ηρώς με τον Άρη, δίνουν μια ιδιαίτερη χροιά στην ιστορία.
Ως κατακλείδα από το βιβλίο κρατώ ότι τα ευτυχισμένα παιδιά είναι η καλύτερη προοπτική και εξέλιξη του ίδιου του γονιού.
Η Κατερίνα Μουτσάκη γεννήθηκε στο Μόντρεαλ του Καναδά και μεγάλωσε στο κρητικό χωριό Λάκκοι, στις ρίζες των Λευκών Ορέων. Εργάστηκε επί σειρά ετών στο Πολεμικό Ναυτικό ως εργαλειοδότρια, με την ιδιότητα της αξιωματικού.
Έχει εκδώσει τη συλλογή θεατρικών παραμυθιών «Η αράχνη που δεν ήξερε να υφαίνει» (εκδόσεις Λυκόφως, Αθήνα 2016), ενώ αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο της. Διαμένει στα Χανιά και είναι μητέρα δύο παιδιών.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Υδροπλάνο.
Περισσότερες πληροφορίες για το βιβλίο, θα βρείτε εδώ.
0 Σχόλια