Νεραϊδαχτίδα της αναταραγμένης θάλασσας,
σε βλέπω να παίζεις με την αγάπη των κυμάτων της.
Σ’ ακούω να τραγουδάς ύμνους στην αύρα του φεγγαριού,
ανιχνεύοντας τα υπόγεια ρεύματα της ψυχής σου.
Να στολίζεις με κοχύλια το κεχριμπαρένιο σώμα σου,
κυρά του μυστηριακού βυθού της χώρας των κοχυλιών.
Πάρε με μαζί σου, να ταξιδέψω στο απέραντο γαλάζιο,
με τα γλαροπούλια πάνωθε, να μας συντροφεύουν.
Μέχρι το σημείο εκείνο που ενώνεται με τον ορίζοντα και μαζεύοντας όλα τα πεφταστέρια που δύουν εκεί, να αφήσω στη θέση τους απαλά τις σκέψεις μου, και κάθε λογής-λογής αραχνοΰφαντα πνοής ονείρατα.
Στα όνειρά μου να σ’ έχω αγκαλιά, ν’ αδράξω τη στιγμή της ατέλειωτης ομορφιάς του κόσμου.
Και κάθε που ένα λουλούδι ανοίγει τα πέταλά του όπως μπροστά στην ανοιξιάτικη ηλιαχτίδα, να γίνομαι κι εγώ λουλούδι, καρφωμένο στα χρυσαφένια μαλλιά σου.
Αν μπορούσα να θρέψω με λόγια την καρδιά σου, αυτήν που κατοικεί στα βάθη των ωκεανών, θα έψαχνα στις ακρογιαλιές και στ’ άγρια βράχια, εκεί που ζωγράφιζες τους έρωτες σου, περιδιαβαίνοντας στα γλυκά πρωινά εκείνου του καλοκαιριού που σε γνώρισα.
–
γράφει ο Δημήτριος Φωκιανός
Δύσκολο να περιγράψω με λόγια τα συναισθήματα που μου αφήνει η ανάγνωσή του!!!