Των θαλασσών τα λόγια τα ’μαθα μικρή,
στα χείλη του παππού μου, στου κύματος τη βρύση.
Καπετάνιος ήτανε, με βλέμμα ακριβό,
κι ο άνεμος τον χαιρετούσε σαν να ‘ταν αδελφός.
Τα καλοκαίρια, στην όμορφη Αμμουλιανή
Ιστορίες έλεγε για να αποκοιμηθούμε
Ιστορίες που του είχε πει η ίδια η θάλασσα
Για γοργόνες, ναύτες, μάγισσες και Κύκλωπες
Στου καραβιού το ξύλο άφησε ψυχή,
κι εγώ τη νιώθω πάντα σαν πέφτει η βροχή.
Όταν ο ήλιος δύει στο νερό το μαβί,
είν’ ο παππούς μου που γυρίζει σιωπηλά στη γη.
Ετσι των θαλασσών τα λόγια μαθαίνω να αφουγκράζομαι καλά
Ακούω τα λόγια του παππού μου, του δικού μου καπετάνιου
Προσπαθώ να του μοιάσω και να καταφέρω τη ζωή μου,
Σαν καλός καπετάνιος να τη χειρίζομαι.
_
γράφει η Φωτεινή Τζουβελέκη
0 Σχόλια