Απ’ το λόφο κοιτά το μεγάλο δρόμο εκείνο το ανοιξιάτικο απόγευμα, που απλώνεται σαν φίδι στην βαθιά κοιλάδα και ηχογραφεί τις σκέψεις του, κρυφά από τους ανέμους σε ένα δημοσιογραφικό κασετοφωνάκι, λίγο πριν δύσει ο Ήλιος.
«Μένω δίπλα σε έναν μεγάλο αυτοκινητόδρομο που χαράζει σαν πληγή την κοιλάδα που αγαπώ. Συνήθως στη βαθιά νύχτα ακούω τα φορτηγά να μουγκρίζουν σαν φάλαινες και ο ήχος τους χάνεται προς τον νότο. Τα πιο μικρά αυτοκίνητα με τις ριπές του ανέμου τους, φέρνουν το πέλαγο πιο κοντά, σαν κύματα, από τον ακατάκτητο ωκεανό. Τα κίτρινα φώτα της πολλές φορές μου ζέσταναν κάποιο ταξίδι που έκανα νοερά προς ξένους τόπους… που δεν θα γνωρίσω ίσως ποτέ. Όσοι μένουν δίπλα σε μεγάλες λεωφόρους ξεγλιστρούν στην φαντασία, μιας και το παρόν τους πιάστηκε στην φάκα των διοδίων.
Έτσι γράφω κι εγώ καμία μαλακιούλα, που και που για να περνά η ώρα σε τούτο εδώ τον σκατόδρομο, σαν χωριάτης που είμαι. Βλέπεις ο παππούς όταν έφτιαξε το σπίτι εδώ δεν περνούσε αυτή η λεωφόρος της φασαρίας και της ρύπανσης. Γαμώτο πάτησαν τα χωράφια μας και στεγνώσανε τις λίμνες μας στο όνομα της ανάπτυξης και πεθαίνουμε μαζί με την βιασμένη φύση γιατί μας έκρυψαν το επίθετο της… Εταιρική.»
«Πάλι για την ανάπτυξη της εταιρίας μονολογείς;»
Τον διακόπτει ένας χωριάτης γέρος που ανέβηκε και αυτός στον καταπράσινο λόφο με τη συνοδεία των χαρούμενων χελιδονιών που γύρισαν πίσω κι αυτόν το χρόνο.
«Κάθε δεκαετία όλο και πιο λίγα έρχονται» λέει ο γέρος και ξύνει τα γένια του χαζεύοντας τον ουρανό.
«Δε μου λες ωρέ γέροντα εσύ που είσαι ο πιο σοφός του χωριού, αν κάποιος ήθελε να βάλει φορολογία στα πουλιά, πως θα μπορούσε να τα καταφέρει;»
Ο γέρος τον κοιτάει απογοητευμένος γιατί ο μικρός χωριάτης έχει την φήμη του καμένου σπίρτου.
«Άλλο σοφός… άλλο έξυπνος… και άλλο ο πονηρός. Δεν θέλει εξυπνάδα ούτε σοφία αλλά πονηριά αυτό που λες κι εγώ δεν μπορώ να σε βοηθήσω» απαντά ο γέροντας και ρίχνει το βαρύ του βλέμμα στο μικρό που κοιτά τα πουλιά στον ουρανό. «Γιατί ρωτάς;»
«Ξέρω ‘γω ωρέ γέροντα, με αυτά που γίνονται τις μέρες μας μπορεί να βάλανε διόδια και στα πουλιά και να μην έχουν όλα να πληρώσουν για το γυρισμό.»
Ο γέροντας ξεφυσά κουρασμένα και του δείχνει με την γκλίτσα το δρόμο του γυρισμού. «Έλα πάμε, άρχισε το πανηγύρι… θ’ αργήσουμε» του είπε.
Ο νέος που προπορεύεται περνά πάνω από τα κοντά συρματοπλέγματα και σταματά μιας και ο γέροντας του φώναξε σαν να ήταν μίλια μακριά του. Γύρισε και του έκανε νόημα να μη φωνάζει. «Τι έπαθες και κάνεις έτσι… έλα από εδώ είναι πιο κοντά» του λέει ο νέος και πατά με τις μπότες του τα σκληρά σύρματα για να περάσει ο γέρος πιο άνετα.
«Που πας μωρέ ζαβέ; Δε βλέπεις πως υπάρχουν σύνορα; Πατάς ξένα όρια!». Και του χτυπά το κεφάλι με την γκλίτσα.
Ο νέος ξαφνιάζεται με τα λόγια του γέροντα και με ειλικρίνεια του απαντά σαν να λέει την πιο γνωστή αλήθεια που την ξέρουν και τα μικρά παιδιά.
«Έτσι είναι ακριβώς γέροντα… αυτά είναι τα όρια αυτουνού που τα έβαλε όχι τα δικά μου…»
Ο γέροντας δαγκώνει τα χείλη του για να μην πει τίποτα και τον κοιτά με συμπόνια… μετά με συμπάθεια… αλλά στο τέλος χαμογελά και με ένα σάλτο που κάνει τελικά κι αυτός προχωρούν προς το πανηγύρι του χωριού…
του Στάθη Ταλιούρη
«Έτσι είναι ακριβώς γέροντα… αυτά είναι τα όρια αυτουνού που τα έβαλε όχι τα δικά μου…»
Πληρωμένη απάντηση από το “καμένο σπίρτο” – συμφώνησε ο γέροντας, βρίσκει κι εμένα σύμφωνη!
Φίλε μου Στάθη-Ευστάθιε, πολύ όμορφα καρποφόρο το χόμπι σου!
Σε ευχαριστώ που διάβασες το κείμενο μου και χαίρομαι πιο πολύ που συμφωνείς. Καρποφόρα όμορφο το χόμπι σου, αυτό θα το κρατήσω!
Να γραφεις παντα ετσι αγαπητε φιλε.Μεστα και χωρις να σου λειπει ακομη και στα δυσκολα καποια ελπιδα.
Σε ευχαριστώ πολύ Φώφη! Αυτό το <> με χαροποίησε ιδιαίτερα. Ναι η ελπίδα είναι για τα δύσκολα.
χα,χα “σπίρτο σβηστό” .!!! Να σε λέμε καλύτερα Ευστάθιε, “σπίρτο μοναχό” ;;
Που πάει να πει σαν έτοιμο από παλιά να φουντώσεις φωτιές αισιοδοξίας .
Βαγγέλη διαβάζοντας τα κείμενα πολλών δημιουργών του βιβλίου νετ συμπεριλαμβανομένου και των δικών σου, νομίζω πως θα συνομολογήσεις πως δεν είμαι μοναχό σπίρτο. Όσο για τις φωτιές αισιοδοξίας αυτές ανάβουν μόνο εκεί που υπάρχει καλή προδιάθεση. Μου έφτιαξες την διάθεση και μου χάρισες το ολόκληρο γέλιο μου και σε ευχαριστώ και για αυτο!
Με πολύ “μαγκιά” το γράψιμό σου Στάθη! Και επειδή το χέρι το ωθεί η καρδιά, ανάλογη θα είναι του γραπτού σου! Σου εύχομαι τα “όρια” των άλλων να μη γίνοται εμπόδιο στο διάβα της ζωής σου, να τα προσπερνάς και να φτάνεις στον προορισμό σου ! Ηδη με το κείμενό σου …”χάραξες ” τη πορεία σου! Ακολούθησε την ! Μεγάλη η επιτυχία τα λόγια να γίνονται πράξη στη καθημερινότητά μας!
Όπως λες κι εσύ Μαργαρίτα και συμφωνώ απαντήσεις έτοιμες δεν υπάρχουν! Κρίνονται καθημερινά στα πεδία! Και επίτρεψε μου να τονίσω ότι αυτή είναι και η μαγκιά τους ….να κρίνονται καθημερινά στα πεδία! Σε ευχαριστώ πολύ για το μήνυμα σου!
Ευ Στάθιε… είναι πολύ ενδιαφέρουσα η νοητική λειτουργία στην οποία με έβαλες να …Σταθώ για να δω πως σου γεννήθηκε η ιδέα πρώτα. Ύστερα να ξαναΣταθώ στην υλοποίηση της. Πίστεψε με ήταν μια πολύ γοητευτική διεργασία που με οδήγησε στο συμπέρασμα ότι το σύνολο που γεννήθηκε είναι πραγματικά μια έξοχη αφήγηση με – ας μου επιτρέψει η Μαρία Αρβανίτη να της κλέψω τον χαρακτηρισμό- “πολύ μαγκιά” αλλά και σοφία ταυτόχρονα.
Και Στάθη εγώ……. “Ο γέροντας δαγκώνει τα χείλη του για να μην πει τίποτα και τον κοιτά με συμπόνια… μετά με συμπάθεια… αλλά στο τέλος χαμογελά και με ένα σάλτο που κάνει τελικά κι αυτός προχωρούν προς το πανηγύρι του χωριού…” …………της ζωής, της τέχνης και του λόγου. Προχώρα φίλε μου!
Τα κείμενα από μόνα τους πραγματεύονται τα ερεθίσματα τους αλλά είναι μεγαλύτερη χαρά για τον δημιουργό να μοιράζεται το καταστάλαγμα των σκέψεων του με ανθρώπους της ζωής, της τέχνης και του λόγου. Με τιμά ιδιαίτερα το μήνυμα αυτό αφού προέρχεται από έναν συγγραφέα και ποιητή που μέσα στα κείμενα και τους στίχους του ανακαλύπτει κανείς ότι ζει και αναπνέει ένας αληθινός άνθρωπος. Σε ευχαριστώ!
Ευστάθιε η επιλογή να θέσεις το ζήτημα της προσωπικής ελευθερίας σε βιασμένο βουκολικό τοπίο ως σύγχρονη ανάπτυξη του σύγχρονου πολιτισμού αυτό από μόνο του θα μπορούσε να δικαιολογεί τον τίτλο. Οι αλληγορίες είναι καθαρές και ενέχουν και τις τρεις υποστάσεις του ανθρώπου την φυσική την ηθική και την πνευματική. Το καμένο σπίρτο κατάφερε να ανάψει την φωτιά στην διάνυα (φύση) του γέρου φέρνοντας φως (πνεύμα) στην καρδιά του (ηθική). Όσο για την γραφή σου με έκανε να γελάσω με τον σαρκασμό στις λογοτεχνικές φλυαρίες (που είχαν υπόσταση) με τις μαμακούλες. Το χόμπι σου όπως εσύ το λες ίσως να είναι κάτι περισσότερο. Οψόμεθα!