Και μες τα σύννεφα του άγριου βοριά,
κοιμόσουνα και εγώ σε ξύπνησα.
Σε ρώτησα πού πας, στα μάτια σου κοίταξα,
και στο κελί σου σε αντίκρισα.
Μου έριξες ένα βλέμμα γεμάτο απορία
και ζεστασιά ταυτόχρονα,
Μου είπες το όνομά σου
και από την χαρά στα χείλια σου, εγώ χόρευα.
Μα τώρα πια τα βλέμματα και οι αγκαλιές,
Χάθηκαν στο πουθενά.
χωρίς νύξη ούτε κατάνυξη
Σκισμένη σταυροβελονιά.
Στενάζαμε μερόνυχτα
και γίναμε και οι δύο ο καθένας.
Γιατί στα σύννεφα του άγριου βοριά,
δεν έμεινε κανένας.
Ούτε στον ουρανό, ούτε στην γη,
Ούτε στην φλογερή λαχτάρα.
Ούτε ηχώ, ούτε βροχή, δεν έμεινε ούτε στάλα.
Χορέψαμε, πονέσαμε, και ονειρευτήκαμε,
Μα το πρωί ξημέρωσε
και πια μόνοι μας βρεθήκαμε.
_
γράφει ο Μάριος Αντωνίου
Εξαιρετικό!
Λιγο οπογοητευτικό……
Αλά αναβλύζει
μια αύρα ανανέωσης!!!