Να η ωραιότερη εικόνα: αυτά τα δυο χέρια, το ένα μέσα στο άλλο. Το ένα το έχουν ήδη μεταπλάσει τα έργα και οι ημέρες. Σε κάθε δάχτυλο, τα σημάδια των χρόνων που πέρασαν, όπως σ’ ένα κορμό δένδρου οι κόμποι και οι προεξοχές. Το άλλο χέρι τρυφερό, άθικτο ακόμα, προφυλαγμένο.
Η μεγάλη διαδοχή έχει εξασφαλιστεί. Τα δυο χέρια είναι με το μέρος των αδύναμων και των φτωχών. Τα δυο χέρια δεν είναι με το μέρος όσων εξουσιάζουν, αλλά με το μέρος όσων υποφέρουν. Τα υψωμένα χέρια του πόθου και τα απλωμένα χέρια της ανάγκης περιμένουν μια άφιξη, μια επιστροφή, ένα σημάδι που υποσχέθηκαν.
Έχουν σημαδέψει τη φοβερή εκείνη ώρα της κρίσεως. Έχουν σημαδέψει μια νέα οδό της Αναστάσεως. Έναν δρόμο αυτογνωσίας με οποιοδήποτε αντίτιμο στο ρήμα «να ζήσω». Ένα σημάδι της μεγάλη ελπίδας της επιστροφής, απ’ όπου απουσιάζει κάθε οδύνη, λύπη και στεναγμός.
Μέχρι να έρθουν στα χέρια της εξουσίας, θα χτίσουν χέρια ανθρώπινα, γεμάτα φως και θα δουν καινούριο ουρανό. Μέχρι να έρθουν στα χέρια της εξουσίας, θα μετέχουν στις χαρές και στις λύπες ασφαλισμένα αιώνια και θεμελιωμένα γερά.
Ένα ζευγάρι χέρια πρωτόπλαστα που ατενίζουν μέσα στο σκοτάδι μας κοιτάζουν. Ο χρόνος τους είναι εξαιρετικά πολύτιμος, κάθε λεπτό έχει αξία, αυτήν τη στιγμή. Έχουν ήδη σβήσει τα φανάρια τους και τις δάδες τους από πριν και περιμένουν να δουν μια καθαρή λευκή φωτιά για να οδηγήσουν την ουράνια καρδιά στον προορισμό της.
Ονειρεμένα χέρια που αιωρούνται σαν ωραίες αναμνήσεις πάνω απ’ την ανάταση ψυχής, επειδή δοκιμάζονται στο μεταίχμιο αυτής της αντοχής, αυτής της αδυναμίας στη μεγάλη ιδέα που προϋποθέτει αλληλοβοήθεια σε στάση ευχαριστίας, μοιάζουν όλο και περισσότερο, όλο και πιο βασανιστικά, γυμνά και λυτρωμένα, μέσα στην ψυχρότητα του καινούριου συναινετικού πολιτισμού.
Αυτά τα δυο χέρια με τα απατηλά, χωρίς περιεχόμενο λόγια, θα ζητήσουν όνομα που δεν θα μπορούν να βρουν και πολλούς τότε θα ξεγελάσουν. Αυτά τα δυο χέρια με όνειρα εφήμερα, δεν υπάρχουν ακόμη και πρέπει να εισχωρήσει εκεί ο πόνος για να υπάρξουν.
Αυτά τα δυο ελεύθερα χέρια που μέσα στον καθρέφτη των εικόνων θα σε χαϊδέψουν, θα σε πονέσουν, θα σε περιποιηθούν. Θα σε κοιμίσουν στην αρχή και θα σε πάρουν απ’ το χέρι για να σε πάνε στο πάρκο των παιχνιδιών τους. Θα σε κυκλώσουν στο τέλος και θα σε πάρουν απ’ το χέρι για να σε ξαναφέρουν στους κήπους της παιδικής σου ηλικίας.
Αυτά τα δυο ελεύθερα χέρια που μέσα στον καθρέφτη των εικόνων έρχονται και παρέρχονται στο εκκρεμές του χρόνου που ξαναγυρίζει πίσω.
Χέρι μεγάλου ανθρώπου και χέρι παιδιού. Ας ήταν να μη χωρίσουν αμέσως απ’ τον καρπό τους! Έλαβαν σινιάλο να μη μας ακολουθήσουν στον διαχωρισμό τους από ένα σώμα. Αν και εφόσον το θελήσουν, θα είναι γέννημα, με μορφή και σχήμα ανθρώπου, ενάντια στο καθετί που αποξηραίνει και σκληραίνει τις καρδιές.
Με τα δυο τους χέρια να φωτίζονται από ένα πνεύμα διστάζουν, ξεθαρρεύουν, στερεώνονται, σμίγουν, δένονται, οργανώνονται. Με τα δάχτυλα των χεριών τους γράφουν όρκους αγάπης. Είναι μια ώρα ευλογημένη μέσα στη φυγή των ωρών. Η στιγμή του θαύματος μιας γέννησης που αιώνια ξαναρχίζει: Η ένωση της δύναμης και της αδυναμίας πάνω στα σημάδια των χεριών.
_
γράφει ο Χρήστος Αθανασίου
0 Σχόλια