(Φωτογραφία: Στράτος Γιαννόπουλος)
Φιλοξενούμενος στην σημερινή μας δημοσίευση για την λογοτεχνική δράση «Ελάτε να μιλήσουμε για τη λογοτεχνία» είναι ο κριτικός βιβλίων Πάνος Τουρλής, τον οποίο και ευχαριστώ για την δοτική συνέντευξή του!
Ονομάζομαι Πάνος Τουρλής, εργάζομαι ως βιβλιοθηκονόμος και από το 2010 έχω ξεκινήσει να διαβάζω βιβλία με συστηματικότερο τρόπο.
Λατρεύω το βιβλίο και τη διαδικασία της ανάγνωσης και προσπαθώ να ανακαλύπτω κείμενα που αξίζει κάποιος να τους αφιερώσει χρόνο, μακριά από τις σειρήνες και τα φώτα των προβεβλημένων best sellers. Μέχρι στιγμής έχω ξεπεράσει τις 1200 κριτικές βιβλίων που με άγγιξαν και με παρακίνησαν να γράψω κάτι γι’ αυτά, μιας και υπήρξαν και βιβλία που δε μου γεννήθηκε η ανάγκη να τα εντάξω στο σύνολο αυτής μου της προσπάθειας.
Οι φίλοι μου με φωνάζουν «Τουρλεϊμάν Κριτικοπρεπή» και το σύνολο των κειμένων μου μπορείτε να το βρείτε συγκεντρωμένο στη σελίδα μου στο facebook: www.facebook.com/vivliokritikes.
Ερωτηματολόγιο για Αναγνώστες και Κριτικούς βιβλίων
- Γιατί διαβάζεις;
Γιατί θέλω να ταξιδεύω κάθε φορά και σε καινούργια ζωή, γιατί θέλω να μαθαίνω πράγματα, γιατί θέλω να έχω πάντα μια όμορφη συντροφιά πλάι μου! Αυτές οι ασπρόμαυρες σελίδες είναι τόσο πολύχρωμες, είναι πάντα γεμάτες καλούς φίλους, σε περιμένουν να δοκιμάσεις τις σκέψεις τους, να σε τρατάρουν ξενοιασιά, απόλαυση και γνώση.
- Σε κουράζουν τα πολυσέλιδα βιβλία; Ποιον αριθμό σελίδων θεωρείς ως ιδανικό;
Εξαρτάται από τη γραφή και το σκεπτικό του συγγραφέα. Υπήρξαν βιβλία που ήθελα να μην τελειώσουν ποτέ και υπήρξαν βιβλία που άνετα θα τα περιέκοπτα στο μισό και πάλι εξίσου υπέροχα θα ήταν. Από την άλλη, καταλαβαίνω πολύ γρήγορα αν ο συγγραφέας έχει κάτι να πει μέσα σε όλες αυτές τις σελίδες ή απλώς παραθέτει παραγράφους σκέψεων και αχρείαστων περιγραφών για να μακρηγορεί. Δεν είναι σωστό να σκεφτόμαστε «έδωσα πολλά χρήματα, ας έχει και πολλές σελίδες». Ένα βιβλίο μπορεί να έχει και 50 σελίδες αλλά κάθε λέξη του να είναι πληρέστατη, αυτάρκης και εξίσου δυνατή για τον αναγνώστη. Δεν υπάρχει ιδανικός αριθμός σελίδων, μπορείς να γράψεις μια ιστορία που να την τελειώσεις βιαστικά, χαλώντας τη μαγεία της είτε να την απλώσεις στον ήλιο του αναγνώστη και αντί να λιαστεί, να ξεραθεί και να αποκτήσει μια πικρή γεύση. Μπορείς όμως να εκτείνεις μια ιστορία με τέτοιο τρόπο που να την αντιμετωπίζει ο αναγνώστης σαν το κρυμμένο βάζο με το γλυκό στην εταζέρα της μαμάς: θες να το δοκιμάζεις λίγο λίγο και φοβάσαι μην τελειώσει και το καταλάβει η μαμά.
- Σε ποιο στάδιο της ανάγνωσης αντιλαμβάνεσαι αν ένα βιβλίο ανταποκρίνεται ή όχι στις προσδοκίες σου; Σου έχει τύχει παρά τις αρχικές αρνητικές εντυπώσεις, να σε αιφνιδιάσει στην συνέχεια θετικά;
Προσπαθώ να είμαι όσο πιο υπομονετικός γίνεται. Έχω διαβάσει κείμενο που με νύσταξε και θέλοντας να δω πού το πάει με εξέπληξε ευχάριστα, έχω βρει βιβλίο που με κούρασε αφόρητα και κατάλαβα ότι δεν είναι για μένα αλλά και βιβλίο που δεν κατάλαβα τι ήθελε να πει αλλά ήθελα να το διαβάζω, ήθελα να απολαύσω τις λέξεις, την ιστορία, όλα αυτά. Κατά μέσο όρο στις πρώτες 100 σελίδες έχω καταλάβει τη γραφή και την ιστορία, οπότε αποφασίζω αν θα το συνεχίσω ή όχι. Από την άλλη, υπήρξαν και περιπτώσεις που όντως με ξάφνιασαν και δεν μπόρεσα να στματήσω ούτε λεπτό την ανάγνωση ξεπερνώντας τον σκόπελο των στριφνών και δύσκολων πρώτων σελίδων.
- Θεωρείς πως οι παρουσιάσεις βιβλίων υλοποιούνται για να γνωρίσεις καλύτερα το έργο ενός δημιουργού ή συμβαίνουν απλά και μόνο για εμπορική διαφήμιση;
Την εμπορική διαφήμιση την αποκλείω. Την προβολή και υποστήριξη του δημιουργού ναι, την υιοθετώ. Σε μια βιβλιοπαρουσίαση, αν δε γνωρίζεις τον συγγραφέα, είναι ευκαιρία να τον συναντήσεις, αν έχεις διαβάσει μια περίληψη που σε κέντρισε, η παρουσίαση σε προδιαθέτει να το αγοράσεις ή όχι. Για κάποιους είναι ευκαιρία να αγκαλιάσουν περισσότερο ή να γνωρίσουν καλύτερα το βιβλίο ή / και τον δημιουργό και για κάποιους που ήδη ξέρουν το στυλ του συγγραφέα να τον υποστηρίξουν με την παρουσία τους. Πολύ σπάνια έχει τύχει να διαφημιστεί μια εκδήλωση και να μαζευτεί κόσμος απ’ αυτό. Όλοι όσοι έρχονται είναι εκεί επί τούτου: να υποστηρίξουν τον φίλο τους, να μάθουν τον συγγραφέα, να ακούσουν το βιβλίο. Προσωπικά, πλέον οι παρουσιάσεις είναι ευκαιρία να γνωρίσω νέα ονόματα από τον χώρο του βιβλίου, να δω τους φίλους μου και να περάσουμε μια όμορφη βραδιά. Άλλωστε, σχεδόν πάντα, ακολουθεί έξοδος μετά ώστε να σχολιάσουμε εκτενέστερα και ενδελεχέστερα τα δρώμενα. Παρ’ όλ’ αυτά, μου έχει τύχει να γνωρίσω συγγραφέα και να μην τον συμπαθήσω, με καθαρά υποκειμενικά κριτήρια, οπότε δύσκολα να εμπιστευτώ το βιβλίο του, κάτι άσχημο για μένα αλλά αποτελεί σύνολο της δουλειάς που κάνω. Οι βιβλιοπαρουσιάσεις, αν είσαι τυχερός και δεν τσακιστούν μπροστά στα υπέρμετρα εγώ των ομιλητών, που αρχίζουν και διαβάζουν ατέλειωτες ώρες είτε αναμασώντας τα ίδια είτε αποκαλύπτοντας μέχρι και την πλοκή, είναι υπέροχη εμπειρία. Αγάπησα ένα τραγούδι, γνώρισα έναν τραγουδιστή που τον παρακολουθώ στα μουσικά του βήματα, προέκυψε φιλία με τον ομιλητή και πολλά άλλα. Αν είσαι ανοιχτόμυαλος, πας με θετική διάθεση και έχεις και κοινωνικότητα, καμιά παρουσίαση δε θα είναι η ίδια με την άλλη που έχεις δει. Μακάρι να μπορούσα να παρακολουθώ όλες τις εκδηλώσεις αυτές, είτε φίλων είτε γνωστών και αγνώστων, όμως πραγματικά είναι πάμπολλες.
- Ανάφερε τρεις αγαπημένους σου λογοτέχνες.
Δεν ξέρω πώς το καταφέρνουν, όμως δε με έχουν απογοητεύσει καθόλου οι κλασικοί Έλληνες και ξένοι συγγραφείς. Οι σύγχρονοι, όσοι τουλάχιστον εγώ αγάπησα και για το ήθος και για το ύφος τους, κάπου θα πειραματιστούν με κάτι που δε θα αρέσει σε μένα ή κάποια στιγμή ίσως ακολουθήσουν άλλα μονοπάτια που δε θα με βρίσκουν σύμφωνο ως αναγνώστη. Οι κλασικοί λογοτέχνες όμως, με τα διαχρονικά κείμενά τους, ποτέ δε με απογοήτευσαν. Αγαπημένους θα αναφέρω τον Μυριβήλη, τον Καραγάτση και τον Ξενόπουλο, χωρίς να αγνοώ Παπαντωνίου, Θεοτόκη, ακόμη και Άγγελο Βλάχο. Από τους ξένους δε θα ξεχάσω τον Ουάιλντ, τον Ουγκώ και τον Ντίκενς.
- Στη μάχη ελλήνων και ξένων λογοτεχνών, ποιον κρίνεις ως νικητή;
Τους ξένους. Η ελληνική σύγχρονη λογοτεχνία αγωνίζεται να αναμασά τα ίδια και τα ίδια, νομίζοντας ότι θα τραβήξει αναγνώστες. Δυστυχώς έτσι ελκύει θιασώτες και θαυμαστές, όχι αναγνώστες. Φτάνει πια με τους έρωτες και τις ερωτικές ιστορίες, φτάνει με τις τραγωδίες που εκπηγάζουν από τη Μικρασιατική καταστροφή και τον πόλεμο, όσο καλογραμμένες και να είναι. Από την άλλη, δε θα ήθελα να καταγράφεται ούτε η τρέχουσα, μίζερη κοινωνική και οικονομική κατάσταση, ακριβώς γιατί τη ζω οπότε όταν διαβάζω θέλω να ξεχνιέμαι. Να ξεχνιέμαι, όμως, όχι να αφαιρούμαι! Υπάρχουν πολλά κείμενα που πειραματίζονται με την πλοκή, την αφήγηση, το λεξιλόγιο και έχουν υψηλή θέση μεταξύ των σωστών αναγνωστών, κάποια τα ανακάλυψα κι εγώ και είμαι πολύ ικανοποιημένος. Από την άλλη, οι ξένοι έχουν μια τόσο ευρεία γκάμα ύφους, πλοκής, θεματολογίας, λεξιλογίου, που ποτέ δεν άφησα κάποιο χωρίς να έχω μπει σε περισυλλογή. Ας μου επιτραπεί η ωμή έκφραση που χρησιμοποιώ κατά κόρον: τα ξένα βιβλία μου αρέσουν ή δε μου αρέσουν, τα ελληνικά μου αρέσουν, δε μου αρέσουν ή είναι για πέταμα, όσο κι αν πρέπει να σεβαστώ τον κόπο κάποιου για να γράψει. Κάπου διάβασα μια ωραία στιχομυθία: «Σου αρέσει να γράφεις; -Ναι. -Έχεις κάτι να πεις; -Όχι. -Άστο, τότε».
- Διαβάζεις περισσότερο νέους, κλασικούς ή γενικά καταξιωμένους λογοτέχνες;
Διαβάζω τα πάντα, λόγω της αγάπης μου για το διάβασμα και λόγω πλέον της θέσης μου στον χώρο της ανάγνωσης. Απλώς σε κάθε βιβλίο που ανοίγω μεταμορφώνομαι στον αντίστοιχο αναγνώστη. Δηλαδή θα κάτσω να διαβάσω ένα άρλεκιν αλλά δε θα το αντιμετωπίσω υποκειμενικά, δηλαδή δε μου άρεσε γιατί ήταν άρλεκιν. Εφόσον διαβάζω άρλεκιν, θα το κρίνω ως άρλεκιν, με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά του, τι προσφέρει στον αναγνώστη που θέλει να διαβάσει ένα άρλεκιν κλπ. Έχει ρομάντσο και στιβαρά μπράτσα το άρλεκιν; Έχει πιστολίδι και ωραία πλοκή το αστυνομικό; Έχει μελετήσει καλά ο συγγραφέας του ιστορικού το θέμα του; Βλέπει με ανοιχτό μυαλό ο συγγραφέας του κοινωνικού;
- Το ιδανικό μέρος και ώρα για ανάγνωση;
Ακριβώς η στιγμή και το σημείο όπου κρατάς ένα βιβλίο!
- Τι περισσότερο ή λιγότερο πιστεύεις πως έχει μια ταινία που είναι βασισμένη σε βιβλίο;
Εξαρτάται αν η ταινία βγήκε για να προωθήσει ακόμη περισσότερο το βιβλίο ή αν ο σκηνοθέτης αγάπησε το βιβλίο που θέλησε να το αναδείξει. Υπήρξαν ταινίες που με απογοήτευσαν και άλλες που μου συμπλήρωσαν την εικόνα. Το βιβλίο είναι λέξεις, περιγραφή, εικόνες που πλάθει ο καθένας μας και θέλει ταλέντο και ενάργεια να ταξιδέψεις τον αναγνώστη. Στην ταινία όλα τα μέσα είναι στη διάθεσή σου για να οπτικοποιήσεις ένα βιβλίο. Ε, αυτό ίσως απογοητεύσει καποιους που έχουν πλάσει το κείμενο στο μυαλό τους με τα δικά τους γούστα και ενδιαφέροντα. Η κλασική λογοτεχνία έχει μεταφερθεί με χιλιάδες τρόπους στο πανί, τα αστυνομικά και τα θρίλερ είναι γεμάτα σασπένς, μουσική και δράση που δεν αφήνει τον αναγνώστη να αναπνεύσει. Εξαρτάται λοιπόν πώς έχεις πλάσει το βιβλίο, πόσο το έχεις αγαπήσει και κυρίως αν διαβάζεις πρώτα το βιβλίο ή βλέπεις πρώτα την ταινία. Η ταινιά βοηθάει στην αρτιότερη, όχι απαραίτητα καλύτερη, οπτικοποίηση του κόσμου ενός βιβλίου. Και μην ξεχνάς και κάτι άλλο, το βιβλίο το διαβάζεις μόνος σου, σε μια γωνιά, την ταινία τη βλέπεις συνήθως με κόσμο, οπότε έχεις και τις αντιδράσεις του κοινού να αποσπούν τη συγκέντρωση και την προσοχή σου.
- Ποια η γνώμη σου για τα βιβλία που εξελίσσονται και προωθούνται σε τριλογίες; Είναι εμπορικά ή όχι;
Δεν μπορώ να ξέρω αν είναι εμπορικά ή όχι, αν εξαιρέσεις τρανταχτά παραδείγματα όπως τα βιβλία του Χάρι Πότερ ή την τριλογία με το «Κορίτσι με το τατουάζ». Κατ’ εμέ, η ιστορία πρέπει να είναι όσο πιο μεστή, συμπυκνωμένη και ολοκληρωμένη γίνεται, χωρίς να ξεχειλώνει από πουθενά και να συνεχίζει να χαρίζει την ίδια ένταση, το ίδιο αίσθημα στον αναγνώστη. Αν θες να γράψεις κάτι προσπάθησε να είσαι όσο γίνεται πιο συγκεντρωτικός. Πολύ σπάνια η τριλογία είναι επιτυχημένη συγγραφικά, όπως «Τα χρόνια της ομίχλης» του Νίκου Γούλια ή η αξεπέραστη τετραλογία του Θοδωρή Παπαθεοδώρου για τον Εμφύλιο και τους πολιτικούς πρόσφυγες. Συνήθως ο τρίτος τόμος είναι μια περίληψη των δύο προηγούμενων ή σε άλλες περιπτώσεις εν συνόλω και τα τρία βιβλία βρίθουν εκτεταμένων και αχρείαστων ψυχολογικών ή άλλων περιγραφών. Για ψάξε τη διλογία της Ελίζας Νάστου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γκοβόστη να δεις τι ωραία που είναι γραμμένη η ιστορία και ας εκτείνεται σε δύο βιβλία! Η εποχή μας, εποχή της εικόνας και της εφήμερης κατανάλωσης, δεν είναι η εποχή του 19ου αιώνα, όπου γράφονταν βιβλία-ποταμοί γιατί ο κόσμος είχε πολύ ελεύθερο χρόνο και καμία άλλη διασκέδαση! Τώρα θέλουμε ένταση, νεύρο, αρμονικό και σφιχτό σύνολο.
- Τι πρέπει να διαθέτει κατά τη γνώμη σου ένας ολοκληρωμένος λογοτέχνης;
Αγάπη για την ελληνική γλώσσα και σεβασμό για τον αναγνώστη. Να γράφει μέσα από την ψυχή του για την ψυχή του αναγνώστη. Να έχει κάτι να πει και να το αγκαλιάσει, όχι να το τυλίξει. Και αν θελήσει να γράψει και κάτι άλλο, να το γράψει για να πειραματιστεί ο ίδιος στη γραφή του, στο λεξιλόγιό του, στη συγγραφική του τέχνη, όχι για να παραμείνει στην επιφάνεια. Ο Σάλινγκερ και ο Ταχτσής ένα μυθιστόρημα γράψανε κι ακόμη τους μνημονεύουμε.
Αν είσαι συγγραφέας, ποιητής, αναγνώστης ή κριτικός βιβλίων, τότε σε καλούμε σε μια προσωπική λογοτεχνική συνέντευξη-ταμπού στην στήλη ”Θάλασσα ιδεών”!
Για να σας αποσταλεί το ερωτηματολόγιο επικοινωνείτε μαζί μου στο προφίλ www.facebook.com/giannopoulos.theofilos ή στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο [email protected] με τίτλο θέματος: «Μιλάμε για τη λογοτεχνία» συμπληρώνοντας την λέξη «Συγγραφέας», «Ποιητής» , «Αναγνώστης» ή «Κριτικός βιβλίων», ανάλογα με την ιδιότητά σας.
Σας ευχαριστώ εκ των προτέρων για την συμμετοχή.
Ελάτε να βάλουμε όλοι μας από ένα λιθαράκι ώστε ο λογοτεχνικός κόσμος να γίνει ακόμη ομορφότερος!
Με όλη μου τη θετική ενέργεια
Θεόφιλος Γιαννόπουλος
Ο λόγος σας ξεκάθαρος, μεστός, βοηθητικός για όσους πειραματίζονται με την συγραφή. Λέει αλήθειες και κρούει το καμπανάκι, δίχως να θύγει.Όμορφη συνέντευξη…μπράβο σας!
¨Να γράφει μέσα από την ψυχή του για την ψυχή του αναγνώστη¨. Το κρατάω…Ευχαριστώ!