Το Ζευγάρι της διπλανής πόρτας δεν είναι μόνο ένα θρίλερ προορισμένο να ψυχαγωγήσει τον αναγνώστη, αλλά και να τον προβληματίσει επιπλέον σχετικά με το κατά πόσο ξέρουμε τελικά τους ανθρώπους που αποκαλούμε «δικούς μας» και τα πιο σκοτεινά, βαθιά τους συναισθήματα και σκέψεις.
Όλα ξεκινούν από ένα -φαινομενικά- συνηθισμένο δείπνο. Η Ανν κι ο Μάρκο έχουν ένα κοριτσάκι έξι μηνών και ένα βράδυ δέχονται την πρόσκληση των γειτόνων τους για δείπνο. Επειδή η κοπέλα που θα κρατούσε το μωρό δεν κατάφερε τελικά να πάει, εκείνοι αποφασίζουν να αφήσουν τη μικρή μόνη στην κούνια της, έχοντας μαζί το μόνιτορ παρακολούθησης και πηγαίνοντας εναλλάξ κάθε τόσο μέχρι το σπίτι τους για να ελέγχουν την κούνια της.
Όμως, όταν επιστρέφουν στο σπίτι, ανακαλύπτουν πως η μικρή λείπει από την κούνια! Μετά το αρχικό σοκ, ειδοποιούν την αστυνομία. Ο ντετέκτιβ Ράσμπακ φτάνει στο σπίτι και βρίσκει το ζευγάρι στα πρόθυρα της υστερίας. Για εκείνον, ακόμα και αυτοί είναι πιθανοί ύποπτοι. Από την άλλη, οι γονείς της Ανν είναι αρκετά πλούσιοι και αυτό ίσως δελέασε κάποιους ώστε να απαγάγουν τη μικρή.
Το σχέδιο φαίνεται πολύ καλά οργανωμένο, κάτι που οξύνει το αστυνομικό ένστικτο του Ράσμπακ. Όποιος πήρε το μωρό, ήξερε πολύ καλά ότι το συγκεκριμένο βράδυ το ζευγάρι θα έλειπε. Εκείνοι, βυθισμένοι στις τύψεις και τον φόβο για την τύχη του παιδιού, είναι διατεθειμένοι να κάνουν οτιδήποτε. Όμως οι μέρες περνούν, οι αντοχές όλων στερεύουν και η αγωνία για τη μικρή μεγαλώνει. Μέσα σε όλη αυτή την ένταση που επικρατεί, οι -ούτως ή άλλως- λεπτές ισορροπίες ανάμεσα στο ζευγάρι, αλλά και στη σχέση του με τους γονείς της Ανν, δοκιμάζονται διαρκώς. Όλοι ελπίζουν πως το μωρό θα επιστρέψει σώο και ασφαλές πίσω στο σπίτι· όμως κανείς δεν ξέρει ποια κατάληξη θα έχει ο γάμος της Ανν και του Μάρκο, αλλά και η σχέση τους με τα πεθερικά του. Γιατί τα μυστικά και οι εντάσεις ανάμεσά τους υποβόσκουν εδώ και πολύ καιρό κάτω από τη φαινομενικά ήρεμη επιφάνεια και τώρα είναι έτοιμα να ξεσπάσουν, με απρόβλεπτες για όλους συνέπειες…
Ένας συγγραφέας που θα επιλέξει να ασχοληθεί με ένα τόσο ευαίσθητο θέμα, όπως η απαγωγή ενός βρέφους, οφείλει να διαχειριστεί με πολλή προσοχή όλους τους παράγοντες, προκειμένου να μην περιπέσει σε επιπόλαια λάθη και υπερβολές. Εδώ η συγγραφέας το καταφέρνει, αν κι εστιάζει κυρίως στο πώς έχει επηρεάσει το γεγονός αυτό τους ήρωες της ιστορίας – τον καθένα διαφορετικά, για τους δικούς του λόγους. Σίγουρα η συμπεριφορά τους δεν είναι συνηθισμένη, ούτε κι αυτοί οι ίδιοι αποτελούν μια συνηθισμένη οικογένεια που απλά αγωνιά για την τύχη του χαμένου της μωρού. Ακόμα και ο ρόλος του Ράσμπακ μπαίνει σε δεύτερη μοίρα, προκειμένου να δοθεί χώρος στο σταδιακό ξεγύμνωμα των προσχημάτων και των σχέσεων ανάμεσά τους, που βαδίζουν σε ένα ολοένα πιο τεντωμένο σκοινί.
Η πρώτη σκέψη του αναγνώστη για τους γονείς της μικρής αντικατοπτρίζεται στις εκφράσεις «είναι εντελώς ανεύθυνοι», «μα πώς είναι δυνατόν να αφήνουν μόνο του το βρέφος;» και άλλες παρόμοιες. Πραγματικά, δεν το χωράει εύκολα ανθρώπου νους ένα τόσο επιπόλαιο φέρσιμο. Θα έλεγε κανείς πως προκάλεσαν την τύχη τους και πως η εξαφάνιση του μωρού ήταν τιμωρία για την ελαφρομυαλιά τους. Κάτι που δεν σταματά να σκέφτεται η μητέρα του μωρού. Μια γυναίκα που βρίσκεται σε μια ευαίσθητη φάση της ζωής της, που αμφιβάλλει για το αν είναι καλή μητέρα, για το αν ο άντρας της εξακολουθεί να τη βρίσκει ποθητή μετά τη γέννα, για τις προθέσεις της γειτόνισσάς της σχετικά με τον προαναφερθέντα άντρα… Έρχεται λοιπόν η απαγωγή και το φταίξιμο που ρίχνει στον εαυτό της να κλονίσει ακόμα περισσότερο τον ήδη ταραγμένο ψυχισμό της.
Γενικά, όλοι οι ήρωες του βιβλίου είναι περιπτώσεις που συναντά κανείς μία φορά στα (λογοτεχνικά) χρονικά. Η Ανν κρύβει την ψυχολογική κατάστασή της από τον Μάρκο, ενώ εκείνος τα προβλήματα που αντιμετωπίζει στη δουλειά και το πού τον οδήγησε τελικά το αδιέξοδο στο οποίο έφτασε· κάτι που, αν αποκαλυφθεί ποτέ, θα σημάνει και το τέλος του γάμου τους. Η μητέρα της Ανν φαίνεται ευτυχισμένη με τον πατριό της, ενώ εκείνος μοιάζει αποφασισμένος να ρίξει όλο το φταίξιμο για την τωρινή κατάσταση στον γαμπρό του, τον οποίο δεν συμπάθησε ποτέ. Ακόμα και το ζευγάρι της διπλανής πόρτας, που τους κάλεσε στο περιβόητο δείπνο, κρύβει τα δικά του περίεργα μυστικά και θα παίξει κι αυτό τον ρόλο του στις εξελίξεις της υπόθεσης. Η συγγραφέας, επομένως, έχει τα απαραίτητα εφόδια για να πλάσει μια πληθώρα χαρακτήρων που διαθέτουν μια ιδιάζουσα προσωπικότητα και μια σκοτεινή πλευρά, και που είναι επιπλέον διατεθειμένοι να φτάσουν στα άκρα προκειμένου αυτή να μην έρθει ποτέ στο φως. Το ποιος θα επωμιστεί την ευθύνη και ποιος θα εξιλεωθεί τελικά επαφίεται στην κρίση του αναγνώστη.
Γραμμένο σε χρόνο ενεστώτα, με γρήγορη, ρευστή γραφή και συνεχή δράση, το Ζευγάρι της διπλανής πόρτας θυμίζει θεατρικό έργο, όπου κάθε φορά αυτός που έχει τον λόγο έχει και τα φώτα και την προσοχή του θεατή στραμμένα επάνω του. Αυτό καταφέρνει να διατηρήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, παρόλο που η πλοκή, σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις/αποκαλύψεις που σχετίζονται με την απαγωγή του μωρού, δεν αποδεικνύεται τελικά τόσο ευφάνταστη και ευρηματική όσο έδειχνε αρχικά.
0 Σχόλια