
Χαρτογραφήσεις, ή αλλιώς ένα πέρασμα: για τη συλλογή ‘Της γραφής’, της Χρύσας Ευστ. Αλεξοπούλου
γράφει ο Μιχάλης Κατσιγιάννης
Η ποιητική συλλογή ‘Της γραφής’, της Χρύσας Ευστ. Αλεξοπούλου, είναι ένα πέρασμα στα μέρη της γραφής και του ποιητικού λόγου, έτσι όπως η ποιήτρια τον αντιλαμβάνεται και τον διαχειρίζεται. Ένα πέρασμα όμως όχι περιγραφικό διαπιστωτικό, αναπαραστατικό, που αναλαμβάνει να δώσει στον/στην αναγνώστη/τρια απλώς και μόνο μια θέση πίσω από την κλειδαρότρυπα της ποίησης και του/της ποιητή/τριας, σαν ο/η τελευταίος/α να ήταν το σπουδαίο εκείνο είδος που αξίζει προσοχή υπεροχής. Άλλωστε, το να δώσει μία τέτοια εικόνα για τον/την ποιητή/τρια, την εικόνα ενός στρεβλά κυρίαρχου υποκειμένου, θα ήταν κόντρα στη γραφής της. Ενδεικτικά, δύο ποιήματα:
Ανάμεσα σε σύνεργα και υλικά – εδώ μολύβια,
Πλήκτρα και χαρτιά, εκεί οράματα και υποθήκες –
Συναρμολογεί με επιμονή ο ποιητής τη μοναξιά,
Για να την αποικήσουν τα γραπτά του.
Σωπαίνει κι αφουγκράζεται, ψάχνει για
Μυστικά περάσματα, ηδονικά περιπλανάται
Σε ατραπούς, σε ξέφωτα δύσκολα βγαίνει.
Κεντάει εικόνες, πρόσωπα υποδέχεται.
Χαράζει το χαρτί με απληστία στοργική,
Μύστης αυτός, ανευλόγητος,
Δρομέας αντοχής αστεφάνωτος,
Αφού ποτέ δεν τερματίζει.
Ο ποιητής συναρμολογεί με υπομονή τη μοναξιά
Του, μα όσο γράφει κι ιστορεί ποτέ δεν είναι μόνος (Αλεξοπούλου, 2023: 16).
Και:
Στα χέρια του τα βαλς του νου και του ουρανού
Και στο χαρτί μελίσσια ελεύθερα
Σαν σε θυμάρια να βουίζουν.
Εκείνος καταγράφει,
Καταγράφει συνδυασμούς,
Βρυώδη αναρριχώμενα, λοξά μονοπάτια,
Κρινάκια της άμμου πείσμονα.
Δημιουργός ανήσυχος, ούτε της καλοσύνης
Ούτε της μοχθηρίας, πάντα της αναζήτησης,
Αποσυντίθεται κι απορροφά τον εαυτό του (Αλεξοπούλου, 2023: 17).
Πώς λοιπόν να αναληφθούμε αυτό το πέρασμα; Πώς να του επιτρέψουμε να μας αφηγηθεί; Μία απάντηση ίσως να μπορούμε να εντοπίζουμε αν σκάψουμε στο υπόβαθρο της συλλογής, που αντιμετωπίζει τη γραφή ολιστικά, και βλέπει σε αυτήν «ό,τι μπορεί και απειλεί τη στασιμότητα,/ όλες οι τεταμένες μας αναμονές./ της γραφής είναι…» (Αλεξοπούλου, 2023: 23). Μπορούμε λοιπόν να δούμε την ποιήτρια να προσπαθεί ένα πέρασμα βαθιά αναζητητικό και μέχρι ενός σημείου, εξομολογητικό, σχετικά με την αναγκαία, αλλά γλυκιά, βία των πόθων και των παθών της γραφής και της ποιητικής δημιουργίας:
Είναι σκληρές οι λέξεις
Κόβουν βαθιά,
Παιδεύουν την ψυχή,
Τότε εκείνη ικετεύει
Τη γλώσσα
Να συμμαχήσει
Με το ανώδυνο.
Κι ο νεκρός γίνεται
Αμέσως «ο κεκοιμημένος»,
Η Μαύρη θάλασσα
Πόντος ο Εύξεινος.
Λες και ξορκίζεται
Το δυσάρεστο… (Αλεξοπούλου, 2023: 58).
Εκ πρώτης, τόσο λόγω των ίδιων των ποιημάτων όσο και του εμφανώς δηλωτικού υποτίτλου, «και άλλα γλωσσοκεντρικά ποιήματα», καταλαβαίνει κανείς/μια με τι έχει να κάνει. Ωστόσο, αν ο/η αναγνώστης/τρια ξεχάσει για λίγο την απλή και καθοδηγητική ανάγνωση και μετέλθει εκ νέου στη συλλογή υπό την δίνη του αφουγκράσματος, θα συνειδητοποιήσει ότι είναι μάλλον μειωτικό να μιλήσει για ποιήματα ποιητικής –χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάτι τέτοιο απουσιάζει από τη συλλογή. Η γραφή της Αλεξοπούλου δεν αναλώνεται εκεί. Είναι αρκετά διορατική, και διακριτκή, για να περιοριστεί θα λέγαμε στην οπτική του δόγματος «η τέχνη για την τέχνη» (βλ. Abrams, 2020: 20), κάτι που εδώ σημαίνει ‘η ποίηση για την ποίηση’. Αντίθετα, επιχειρεί να ψηλαφήσει τη γραφή, αντιμετωπίζοντάς την ως ον και ζωή, και όχι ως υλικό και μέσο, χωρίς φυσικά να αμφισβητεί τούτη την πτυχή και περιοχή. Εκείνο που φαίνεται να την απασχολεί είναι η χαρτογράφηση του γρίφου που συνιστά η γραφή και το αδάμαστο του ποιητικού φαινομένου:
Κι αυτό που το είπαμε ποίημα
Βρίσει τον εαυτό του
Τότε που ο Λόγος αδειάζει κάθε κόγχη από σκοτάδι,
Τότε που η ανάγκη μύθος γίνεται
Και η τόλμη βαραίνει από συνείδηση.
Το ποίημα μετά αφήνει τον εαυτό του
Στην κοίτη του χρόνου,
Δεν γνωρίζει προορισμό, του αρκεί η αφετηρία (Αλεξοπούλου, 2023: 18).
Η ποιήτρια σκύβοντας πάνω και μέσα στο ποιητικό υλικό, μελετώντας και βιώνοντας το ποιητικό υλικό, γυρεύει μια συνάντηση με τη γραφή, μια συνομιλία με την ποίηση, ζητώντας να γίνει μάρτυρας των πιο κρυφών περιπλανήσεων, των πιο μεγαλειωδών συμφορών και απολαύσεων που μπορεί να προσφέρει. Έτσι, καταλαβαίνουμε γιατί η προαναφερθείσα αντίθεση, διαρρηγνύει τη στείρα αρνητικότητα, αφού από τη μία «Ο ποιητής συναρμολογεί με υπομονή τη μοναξιά/ του, μα όσο γράφει κι ιστορεί ποτέ δεν είναι μόνος» (Αλεξοπούλου, 2023: 16), και, από την άλλη είναι «Δημιουργός ανήσυχος, ούτε της καλοσύνης/ ούτε της μοχθηρίας, πάντα της αναζήτησης,/ αποσυντίθεται κι απορροφά τον εαυτό του» (Αλεξοπούλου, 2023: 17).
Καταληκτικά, η διευρυμένη αναζήτηση της Αλεξοπούλου, έτσι όπως αυτή επιτελέσθηκε στη συλλογή ‘Της γραφής’, μπορεί να φανεί και στις επιδιώξεις της αναφορικά με το ποιητικό της εγχείρημα, επιδιώξεις που ξεφεύγουν από τα αμιγώς λογοτεχνικά όρια και πείσματα και μετακυλύουν σε φιλοσοφικού τύπου αναζητήσεις:
με τη συλλογή Της γραφής προσπάθησα όχι τόσο να εξετάσω τη γλώσσα ως μέσο έκφρασης και επικοινωνίας, όσο να εκφράσω, κατ’ αρχάς, θαυμασμό, τιμή και σεβασμό σε αυτή την ανθρώπινη κατάκτηση που είναι η γλώσσα και στη συνέχεια να αναδείξω τη σημασία της διαδικασίας της γραφής, της αποτύπωσης της σκέψης, του Λόγου, κυρίως στην ποιητική μορφή. Το κίνητρο ήταν ακριβώς αυτή η αναγνώριση της σημασίας της γλώσσας που γίνεται γραφή, δηλαδή πόσο σύνθετο φαινόμενο είναι η υποστασιοποίηση της σκέψης, η υλοποίηση της έμπνευσης και η καταγραφή της μέσω της διαδικασίας της γραφής. Η προσέγγιση δε αυτού του φαινομένου γίνεται μέσω της ποιητικής έκφρασης (Δρακουλάκου, 2024).
_____
Βιβλιογραφία
Abrams, M. H. (2020). Λεξικό λογοτεχνικών όρων: θεωρία, ιστορία, κριτική λογοτεχνίας (Γ. Δεληβοριά & Σ. Χατζηιωαννίδου, Μτφρ.). Αθήνα: Πατάκης.
Αλεξοπούλου, Χρ. Ευστ. (2023). Της γραφής. Αθήνα: Περισπωμένη.
Δρακουλάκου, Κ. (2024). Χρύσα Ευστ. Αλεξοπούλου: συνέντευξη στην Κωνσταντίνα Δρακουλάκου. Διάστιχο. Ανακτήθηκε 18 Φεβρουαρίου 2025, από: https://diastixo.gr/sinentefxeis/ellines/23739-xrysa-alexopoulou-synentefxi-sti-konstantina-drakoulakou.
0 Σχόλια