Σύμφωνα με νεότερα ιστορικά ευρήματα, στην ευρύτερη περιοχή της Ιθάκης, η Πηνελόπη δεν έπλεκε λόγω των μνηστήρων. Ο προκομμένος της έφυγε ξαφνικά για την Τροία, παίρνοντας μαζί του όλο τον αξιόμαχο πληθυσμό της Ιθάκης, τα καλύτερα παιδιά που λέμε, και για είκοσι χρόνια δεν έστειλε στο παλάτι ούτε ένα ευρώ. Η Πηνελόπη δεν ήταν εύκολο να μαζέψει τους φόρους χωρίς στρατό. Ξέμεινε στο παλάτι μόνη με τις υπηρέτριες, τις κουβερνάντες και κάτι ραμολί γερόντια που φρόντιζαν τα άλογα και τους στάβλους.
Έτσι το έριξε στο πλέξιμο, αρχικά λόγω αγαμίας, ήταν μόνο 20 χρονών, αλλά σιγά – σιγά αυτό έγινε ένα κερδοφόρο επάγγελμα, καθώς τα πλεχτά της γίνονταν ανάρπαστα από τους τουρίστες ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες. Με τον καιρό το πλέξιμο της, έγινε μια απαραίτητη συνήθεια, μπορούμε μάλιστα να πούμε ότι εθίστηκε σ αυτό. Τότε όμως τα πράγματα δεν τα εξηγούσαν επιστημονικά, όπως εμείς τώρα, αλλά μαγικά. Το πλέξιμο την έκανε σκλάβα του και μόνο αν έπαιρνε ένα άλλο άτομο τη θέση της θα μπορούσε η Πηνελόπη να απελευθερωθεί από αυτό. Αλλιώς θα συνέχιζε να πλέκει μέχρι τον αναπόφευκτο θάνατό της, κάτι που δεν ήθελε ούτε να το σκέφτεται.
Όταν ο Οδυσσέας επιτέλους γύρισε στην Ιθάκη δυσκολεύτηκε να αναγνωρίσει το παλάτι καθώς ολόγυρα υπήρχαν προθήκες και ράφια με πολύχρωμα πλεχτά κάθε είδους. Μπήκε φουριόζος, χωρίς να σκουπίσει τα πόδια του στο ποδόμακτρο και τράβηξε κατευθείαν για την αίθουσα του θρόνου όπου αντίκρισε μια παραμελημένη υπέρβαρη Πηνελόπη να πλέκει μανιωδώς.
Στάθηκε απέναντι της, αγέρωχος και σφριγηλός, καλοντυμένος και ξεκούραστος από τις τελευταίες διακοπές του στο νησί της Καλυψούς. Η Πηνελόπη τον κοίταξε με έκπληξη. Αν και εμφανώς μεγαλύτερος, εξακολουθούσε να είναι ωραίος μέσα στην γυαλιστερή πανοπλία του. Σηκώθηκε με δυσκολία, γιατί είχε και κάτι ενοχλήσεις στη μέση της από το καθισιό και τον πλησίασε λέγοντας:
– Βρε, καλώς τον… Ξέρεις πόσα χρόνια πέρασαν Οδυσσέα μου;
– Είκοσι αν δεν απατώμαι, απάντησε αυτός.
– Όχι, αγαπητέ μου, δεν απατάσαι. Είκοσι χρόνια χωρίς ένα γράμμα, ένα ευρώ, ένα κάτι, – τότε τα sms, τα email κλπ δεν υπήρχαν ακόμα- που να δείχνει ότι είσαι ζωντανός κι ότι ενδιαφέρεσαι για την Ιθάκη και για μένα.
– Πηνελόπη, ήμουν δέκα χρόνια στον πόλεμο, αν υπονοείς κάτι, και μετά τράβηξα των παθών μου τον τάραχο μέχρι να γυρίσω σώος και άβλαβης, αν μη τι άλλο. Αν δεν με πιστεύεις διάβασε Όμηρο.
– Ωραία δικαιολογία! Ο καλός μου κάνει πόλεμο με τα φιλαράκια του και δεν του καίγεται καρφί πως τα βγάζει πέρα η ”πολυαγαπημένη” του γυναικούλα, χωρίς φράγκο τσακιστό, τον ειρωνεύτηκε η Πηνελόπη.
– Μα είχες τους φόρους…..ψέλλισε ο Οδυσσέας.
– Εύκολο να το λες, άλλα πώς να τους μαζέψω αφού έφυγες με όλο το στρατό; Με τις υπηρέτριες ή τα ραμολί; Ας είναι καλά το ΕΣΠΑ χάρις του οποίου κάναμε αυτή την επιχείρηση πολυμήχανε φαφλατά, ξέσπασε η Πηνελόπη και την άκουσαν μέχρι το Άργος- δεν εννοούμε τον σκύλο.
– Ε, λοιπόν, αν θες να ξέρεις, τώρα ήρθε η σειρά μου, συνέχισε η Πηνελόπη κι έδωσε το πλεχτό στον Οδυσσέα.
Ο αφελής θνητός ήρωας το πήρε χωρίς να έχει ιδέα για τα μάγια. Αν και δεν σκάμπαζε καθόλου από πλέξιμο, τα χέρια του άρχισαν να πλέκουν ερήμην της θέλησής του κι η Πηνελόπη έφυγε φουριόζα από την αίθουσα, σέρνοντας τα πόδια της με τις ξεχειλωμένες παντόφλες, αφήνοντας τον μόνο.
Μια ώρα αργότερα γύρισε με μια βαλίτσα και τον βρήκε να πλέκει καθισμένο στο θρόνο, κατηφή και γεμάτο ένοχες. Χωρίς να πει οτιδήποτε, έκανε μεταβολή κι εξαφανίστηκε, αλλά ούτε κι ο Οδυσσέας πρόλαβε κάτι να πει. Το μόνο που πρόλαβε ήταν να σκεφτεί το γνωστό και τετριμμένο ”Δεν βγάζεις άκρη με τις γυναίκες”
Δέκα χρόνια αργότερα, η Πηνελόπη επέστρεψε στην Ιθάκη. Δυσκολεύτηκε να αναγνωρίσει το παλάτι καθώς αυτό ήταν μισο-ερειπωμένο, σαν ελβετικό τυρί μετά από επιδρομή ποντικών. Μπήκε φουριόζα, χωρίς να σκουπίσει τα πόδια της στο ποδόμακτρο και τράβηξε κατευθείαν για την αίθουσα του θρόνου, όπου, ανάμεσα σε τεράστιες στοίβες με μονόχρωμες κάλτσες, αντίκρισε ένα γερασμένο κι άπλυτο Οδυσσέα να πλέκει μανιωδώς ακόμα μία. ”Ποιος μαλάκας είπε ότι είναι πολυμήχανος;”, αναρωτήθηκε απογοητευμένη.
Στάθηκε απέναντι του πατώντας σταθερά κι αποφασιστικά στους δωδεκάποντους κοθόρνους της, κομψή κι αδυνατισμένη, φανερά νεότερη από τα μπότοξ, το μακιγιάζ και τα άλλα κόλπα καλλωπισμού των γυναικών της εποχής. Ο Οδυσσέας την κοίταξε με έκπληξη. Αν κι εμφανώς μεγαλύτερη η Πηνελόπη, διατηρούσε ακόμα την μεγαλοπρεπή ομορφιά της, κι αυτό το στενό ημιδιαφανές φόρεμα της μοδός – τελευταία λέξη – την έκανε ακόμα πιο αισθησιακή κι επιθυμητή. Θυμήθηκε τη μέρα που την πρωτογνώρισε. Προς στιγμήν, χάθηκε σε ευχάριστες αναμνήσεις μερικές από τις οποίες του προκάλεσαν ελαφριά στύση. Αυτή είναι κι η σημαντικότερη αιτία που της απηύθυνε το λόγο χωρίς να σηκωθεί.
– Πηνελόπη, γύρισες επιτέλους! Το ξέρεις ότι περάσαν δέκα ολόκληρα χρόνια;
– Δέκα λιγότερα από τα δικά σου, απάντησε η Πηνελόπη.
– Σωστά, είπε μετά από λίγη σκέψη ο Οδυσσέας. Αλλά εγώ ήμουν στον πόλεμο. Αν μη τι άλλο αυτό είναι η «Ιλιάδα», από το Ίλιον, το όνομα της Τροίας. Και μετά τράβηξα των παθών μου τον τάραχο μέχρι να γυρίσω. Αν μη τι άλλο αυτό είναι η «Οδύσσεια», από το όνομα μου.
– Χαχα… τον ειρωνεύτηκε η Πηνελόπη. Κι εγώ σε πόλεμο ήμουν. Αν μη τι άλλο, αυτό το λέω «Σαλονομορφιάδα», από το Σαλόνι ομορφιάς, ελληνική μετάφραση του salon de beaute. Αλλά τώρα είμαι εδώ και σκοπεύω να βάλω μια τάξη.
Φώναξε τους εξαθλιωμένους υπηρέτες και τους διέταξε να ανάψουν φωτιές και να κάψουν τις κάλτσες που δεν ήθελε να αγοράσει κάνεις. Μαζί πέταξε και το περιβόητο πλεχτό γιατί ακόμα και στα μάγια υπάρχει ημερομηνία λήξης. Έστειλε τον Οδυσσέα να κάνει μπάνιο να ξεβρομίσει το μέρος και ξεκίνησε τις οικοδομικές εργασίες αποκατάστασης του παλατιού.
Μια βδομάδα αργότερα έκανε το πάρτι των εγκαινίων που πήρε τέτοια δημοσιότητα ώστε άρχισαν να καταφθάνουν μνηστήρες από όλη τη χώρα με δώρα κι υποσχέσεις. Η Πηνελόπη το έπαιζε ”ορεκτικό”, μετάφραση του Hors-d’œuvre, κι οι φουκαράδες οι μνηστήρες πλήρωναν όλα τα έξοδα του παλατιού ελπίζοντας, ο καθένας φυσικά για τον εαυτό του, ότι μια μέρα θα απολαύσουν και το κυρίως πιάτο.
Ο Οδυσσέας δεν άντεξε την έκλυτη κι αχαλίνωτη ατμόσφαιρα του παλατιού. Πήρε το καπελάκι του κι ένα κουπί και την κοπάνησε ψάχνοντας για ηρεμία σε ένα μέρος που να μην γνωρίζουν από θάλασσα, ακολουθούμενος από τον πιστό του πλην μισότυφλο Άργο.
Έτσι, η Πηνελόπη έζησε πολύ καλύτερα απ’ ότι μπορούμε να υποθέσουμε, για περισσότερα από δέκα χρόνια, κι εμείς θα ζούσαμε καλύτερα αν στα ιστορικά ευρήματα συγκαταλέγονταν ως ”επιδόρπιο”, μετάφραση του Dessert, η Πηνελοπιάδα, από το όνομα της ομώνυμης ηρωίδας μας.
Τέλος ποιητικό και συνάμα συμβολικό, γιατί κι η γυναίκα είναι απρόβλεπτη κι άστατη σαν τη θάλασσα. Αν κάπου κάνω κάποιο λάθος, διορθώστε με…
_
γράφει ο Νίκος Γιαννόπουλος
Σας ευχαριστώ εκ των προτέρων για τα κολακευτικά σας σχόλια…..
Αγαπητέ Νίκο… βιάζεσαι! Ο επίλογός σου αφήνει το μήνυμα οτι η γυναίκα είναι απρόβλεπτή και ρίχνεις την ευθύνη πάνω της.. αντί να αφήσεις το μήνυμα που θα έπρεπε να έχει η ιστορία…. “κοίτα πώς την κατάντησε ένας άντρας που έφυγε χωρίς πρόγραμμα, της άφησε χρέη και την κεράτωσε!”.
(Κείμενο με χιούμορ και αιχμές για την όμορφη κοινωνία στην οποία ζούμε. Γινοταν και ένας διαγωνισμός με θέμα την Οδύσσεια. Κρίμα να μην το γνωρίζεις να το στείλεις…Οι κριτές θα το απολάμβαναν!)
Με αδικείς….Δεν νομίζω να υπάρχει πιο φεμινιστική εκδοχή απο τη δικη μου….χαχα…..