–
γράφει η Άννα Αργύρη
–
Χαρακτηρίστηκε από τον Picasso ως ο “ζωγράφος της σύγχρονης Γαλλικής ποίησης”. Αποστρέφεται κάθε είδους αθόρυβη υποδούλωση, Όλα τα “κλουβιά” που υπομένει η κοινωνία σιωπηλά. Ο λόγος για τον Ζακ Πρεβέρ, που γεννήθηκε σαν σήμερα στις 4 Φεβρουαρίου του 1900. Πρόκειται για τον τρυφερό και συνάμα ανατρεπτικό “κακό μαθητή” στην γαλλική “comme il faut” μικροαστική αντίληψη του περασμένου αιώνα. Παρουσία ωραία. Με ένα καπέλο. Με ένα τσιγάρο πάντα.
Ο λόγος του απλός, εύληπτος. Δίπλα στον εργατικό μόχθο, στον άνεργο και φτωχό περιπλανώμενο. Στην απλή, λαϊκή καθημερινότητα.
Έμεινε κι εκείνος στα στενά της Μονμάρτης και έγραψε για τον έρωτα.
η προσπάθεια να απομονωθεί ένα απόσπασμα εν είδει αποφθέγματος εστάθη αδύνατη. Καλύτερα να μην παραληφθεί ούτε λέξη.
“Τόσο βίαιος
Τόσο εύθραυστος
Τόσο τρυφερός
Τόσο απελπισμένος
Αυτός ο έρωτας
Όμορφος σαν την μέρα
Κι απαίσιος σαν τον καιρό
Όταν ο καιρός είναι απαίσιος
Αυτός ο έρωτας τόσο αληθινός
Αυτός ο έρωτας τόσο όμορφος
Τόσο ευτυχισμένος
Τόσο χαρούμενος
Και τόσο μηδαμινός
Που τρέμει από φόβο σαν παιδί στο σκοτάδι
Και τόσο σίγουρος για τον εαυτό του
Σαν ήρεμος άντρας τη νύχτα
Αυτός ο έρωτας που έκανε τους άλλους να φοβούνται
Που τους έκανε να μιλάν
Που τους έκανε να χλωμιάζουν
Αυτός ο έρωτας παραφυλαγμένος
Γιατί εμείς τον είχαμε παραφυλάξει
Καταδιωγμένος, πληγωμένος, ποδοπατημένος, αποτελειωμένος, απαρνημένος, ξεχασμένος
Γιατί εμείς τον είχαμε καταδιώξει, πληγώσει, ποδοπατήσει, αποτελειώσει, απαρνηθεί, ξεχάσει
Ολόκληρος αυτός ο έρωτας
Τόσο ζωντανός ακόμη
Και τόσο ηλιόλουστος
Είναι ο δικός σου
Είναι ο δικός μου
Εκείνος που υπήρξε
Αυτό το πάντα καινούριο πράγμα
Και που δεν άλλαξε
Όμοια αληθινός σαν φυτό
Όμοια τρέμοντας σαν πουλί
Όμοια ζεστός όμοια ζωντανός σαν καλοκαίρι
Μπορούμε κι οι δυο
Να φεύγουμε και να ξαναγυρνάμε
Μπορούμε να ξεχνάμε
Και μετά να ξανακοιμόμαστε
Να ξυπνάμε να υποφέρουμε να γερνάμε
Να κοιμόμαστε ακόμη
Να ονειρευόμαστε το θάνατο
Να ξυπνάμε να χαμογελάμε και να γελάμε
Και να ξανανιώνουμε
Ο έρωτάς μας στέκει εκεί
Πεισματάρης σαν γαϊδούρα
Ζωντανός σαν πόθος
Σκληρός σαν μνήμη
Ηλίθιος σαν κλάψα
Τρυφερός σαν ανάμνηση
Κρύος σαν μάρμαρο
Όμορφος σαν μέρα
Εύθραυστος σαν παιδί
Μας κοιτάζει χαμογελώντας
Και μας μιλάει χωρίς να λέει τίποτα
Κι εγώ τον ακούω τρέμοντας
Και φωνάζω
Φωνάζω για σένα
Φωνάζω για μένα
Σε ικετεύω για όλους όσους αγαπιούνται
Και αγαπήθηκαν
Ναι του φωνάζω
Για σένα για μένα και για όλους τους άλλους
Που δεν ξέρω
Στάσου εκεί
Εκεί που είσαι
Εκεί που ήσουν άλλοτε
Στάσου εκεί
Μην κουνιέσαι
Μη φεύγεις
Εμείς αγαπιόμαστε
Σε ξεχάσαμε
Εσύ μη μας ξεχνάς
Δεν έχουμε παρά εσένα πάνω στη γη
Μη μας αφήσεις να κρυώσουμε
Πάντα πολύ μακρύτερα
Κι αδιάφορο που
Δώσε μας σημάδι ζωής
Πολύ αργότερα στη γωνία κάποιας δεντροστοιχίας
Στο δάσος της μνήμης
Πρόβαλε άξαφνα
Τέντωσε μας το χέρι
Και σώσε μας.”
0 Σχόλια