Αλάτι και ζάχαρη απόμειναν στο σπίτι της Μαρίκας και του Εμμανουήλ. Τα όσπρια ακριβά, τα μακαρόνια, τα φρούτα απλησίαστα, τα σέσκουλα, τα σπανάκια. Ο υιός Παναγιώτης ολημερίς εργάζεται ανασφάλιστος για δυο ελιές τον μήνα και η θυγατέρα τους Χαρίκλεια εργαζόμενη κι αυτή, δεν αξιώθηκε κατά την μάνα της να βρει έναν με υψηλό εισόδημα να την σώσει. Κι όλο φωνάζει αχαΐρευτο η Μαρίκα τον Εμμανουήλ που τρίτη δουλειά δεν βρίσκει.

Η Μαρίκα και ο Εμμανουήλ γονείς ευυπόληπτοι περασμένοι μεσήλικες, χρόνια κυνηγούν την ευμάρεια του νοικοκυριού τους, στον βωμό της οποίας τα πάντα εθυσίαζαν, χωρίς σε τίποτα να διστάζουν. Αργά που εγύρισε ο Παναγής, εζήτησε χρήματα, καύσιμα να βάλει στην μερσεντές, την οποίαν η οικογένεια αγόρασε δίνοντας το εφάπαξ του πατρός και ένα χωράφι. Η μητέρα τσιρίζοντας τον απέπεμψε λέγοντάς του πως δεν έχουν να αγοράσουν τρόφιμα και πως έπρεπε να πουληθούν και τα τρία αυτοκίνητα που είχαν, μα ο Παναγιώτης επέμενε, δίχως όχημα ακριβό ποια θα τον κοιτούσε, εδιαμαρτύρετο εις την μητέρα του.

Επέστρεψε και η Χαρίκλεια, αγανακτισμένη από του Πάτροκλου το δώρο, ένα βιβλίο για την Σμύρνη, ενώ του υπέδειξε περιδέραιο σε προθήκη κοσμηματοπωλείου. Έξαλλη η μητέρα ούρλιαζε να τον σχολάσει τον άχρηστο, τον θρασύ, που ετόλμησε γυναίκα να κρατήσει δίχως έξοδα, δίχως αυτοκίνητο να διαθέτει. Η κόρη έγνεφε συγκαταβατικά, οι τσιρίδες και τα ουρλιαχτά την γειτονιά δονούσαν, και ο Περικλής ο ιδιόρρυθμος, ο γραφικός για όλους, βγαίνοντας για τον εσπερινό περίπατο, είδε τον Εμμανουήλ, ανοίγοντας την πόρτα να διαφεύγει, και φώναξε: «Πουλήσατε κατακτήσεις χρόνων που με αίμα κερδήθηκαν, πουλήσατε τα δικαιώματα της ζωής στην προοπτική του ατομικού πλούτου, τώρα, άντε στα σκλαβοπάζαρα, έτσι ταιριάζει σε λαό αλήτη», και φτύνοντας επροχώρησε.

 

_

γράφει ο Λεωνίδας Καζάσης

Ακολουθήστε μας

Άγγελοι φτιαγμένοι από χρυσό

Άγγελοι φτιαγμένοι από χρυσό

Χορεύανε στη βροχή, το θυμάμαι.Σαν να ’χα γράψει εγώ τη σκηνή.Κι όπως μιλούσαν, ένιωθαν πως μεθάνε.Μα δεν είχανε πιει στάλα κρασί. Κι όπως τ ’αστέρια ψιθύριζαν ευχές,τα μάτια έκλεισε, έλεγε προσευχές.Κάτι γι’ αγγέλους κι όνειρα απατηλά.Κάτι γι’ αντίο και μεθυσμένα...

Η μάνα της Φανής

Η μάνα της Φανής

Τα βήματά μου ακολούθησαν τον μεγαλόσωμο αστυνομικό. Το ήξερα ότι δεν έπρεπε να τον ακολουθήσω, αλλά έπρεπε να τη δω. Ήθελα να είμαι κοντά της. Πάντα, όταν συμβαίνει κάτι σοβαρό, οι κόρες πάνε στις μητέρες τους για να μάθουν τι να κάνουν. Εγώ, σε τι διαφέρω; Δεν είχα...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Διαβάστε κι αυτά

Η μάνα της Φανής

Η μάνα της Φανής

Τα βήματά μου ακολούθησαν τον μεγαλόσωμο αστυνομικό. Το ήξερα ότι δεν έπρεπε να τον ακολουθήσω, αλλά έπρεπε να τη δω. Ήθελα να είμαι κοντά της. Πάντα, όταν συμβαίνει κάτι σοβαρό, οι κόρες πάνε στις μητέρες τους για να μάθουν τι να κάνουν. Εγώ, σε τι διαφέρω; Δεν είχα...

Αδιαφυλαξία

Αδιαφυλαξία

Απόψε, τουλάχιστον, θέλω να είμαι ειλικρινής. Αν και αμφιβάλλω αν είμαι καν ικανός να ψεύδομαι. Βλέπεις, μιλώ ξανά στο κενό, μα ακόμα και το κενό ξέρει πως κανείς δεν μπορεί να ψεύδεται χωρίς πρώτα να κατέχει οποιαδήποτε άποψη. Και για να πω την αλήθεια, δεν πιστεύω...

Η κραυγή

Η κραυγή

Με εμπειρίες λιγοστές κι επαρχιώτικες ξεκίνησε τη φοιτητική ζωή στη μεγαλούπολη. Καλόβολος, με καρδιά αγνή, αθωότητα σχεδόν παιδική, προσπαθούσε από τους πρώτους κιόλας μήνες να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της σχολής και κυρίως να ανοίξει τους κοινωνικούς του...

1 σχόλια

1 Σχόλιο

  1. ΦΟΙΒΟΣ ΣΤΑΜΠΟΛΙΑΔΗΣ

    ΕΞΑΙΡΕΤΟ

    Απάντηση

Υποβολή σχολίου