Ένας παππούς…

Κι ύστερα ποιος είμαι εγώ. Ένας παππούς καθισμένος στην πλατεία ενός χωριού που χαζεύει τον κόσμο να περνά μπροστά του και τον χαιρετά. Πού και πού έρχεται και κανένας άλλος συνομήλικος με το ένα πόδι στον τάφο και παίζουμε μαζί τα κομπολόγια. Λέμε για τότε που περάσαμε κακουχίες και γευτήκαμε πόλεμο και φόβο. Μα και τώρα φοβάμαι, του λέω, και εκείνος με κοιτά παράξενα στα μάτια. Ακόμα να απελευθερωθώ από το φόβο σκέφτομαι. Άτιμα γηρατειά. Σε άλλους χαρίζουν αμνησία και σε άλλους δίνουνε εκείνες τις τρομαχτικές αναμνήσεις, γεύσεις πικρές αλλοτινές που κατακλύζουν τα όνειρα μα και το πρωινό το περπάτημα με τη μαγκούρα.

Ναι σου λέω. Ένας παππούς είμαι, τίποτε άλλο. Από εκείνους που περιμένουν στην ουρά στα ιατρεία για μια συνταγογράφηση, με γεμάτες τις τσέπες με χάπια πολύχρωμα. Πού μυαλό να τα θυμάμαι όλα, λέω καμιά φορά του γιατρού που μου βάζει τις φωνές σαν μετρά την τρεχάτη μου πίεση. Τι να θυμάμαι πια. Τι να πρωτοθυμάμαι. Αφού σας λέω, είμαι γεμάτος θύμησες, δε χωράνε άλλες. Γέμισε το κοντέρ. Και τώρα αδειάζει γρήγορα και πρέπει να γράφω και να ξαναγράφω σε χαρτιά για να θυμάμαι. Μα τρέμει τούτο το χέρι και λυγά ο ρυτιδιασμένος μου νους… Τόσες ρυτίδες πια εκεί μέσα. Να δεις που αν ανοίξει κανείς ετούτο το κεφάλι, θα βρει ζαρωμένο και μικρό σαν καρυδάκι χαλασμένο έναν εγκέφαλο γέρικο. Πού μυαλό σου λέω… ζαρωμένο και λειψό. Μούχλιασε και εκείνο. Μπαγιάτεψε σαν τη ζωή μου.

Μια φορά ήμουν παλληκαράκι. Της φακής παλληκάρι ήσουν, θα μου ‘λεγε γελώντας η κυρά μου αν ζούσε και θα της τσίμπαγα το μάγουλο. Ναι παλληκαράκι. Δε φοβόμουν τίποτα. Περπάταγα στα στενά στο χωριό και άκουγες τις οπλές μου να χτυπάνε στις πέτρες και το χλιμίντρισμά μου στο ξεφύσημα. Ελεύθερος έλεγα πως είμαι. Ελεύθερος. Τι ιεροσυλία. Να λες πως στον κόσμο αυτό είσαι ελεύθερος. Και να χτυπάνε οι αλυσίδες που έχεις σαν γεννιέσαι, στις γωνιές των δρόμων, του σπιτιού. Μα έχει ετούτος ο νους κάτι ανηφοριές -ελπίδες τις λένε- που τον κάνουν να βλέπει τα αδύνατα δυνατά. Έτσι τα είδα και εγώ. Έτσι τη ρούφηξα τη ζωή. Σαν ένα τσιγάρο απαγορευμένο και ενοχικό αλλά και σαν βαθιά ανάσα που λούζει τα πνευμόνια με αγάπη και χαρά. Τραμπάλα το κορμί και η ψυχή. Τραμπάλα στα θέλω και δε θέλω. Στα αγαπάω και μισώ. Μα κι αν μίσησα τι κατάλαβα. Στάλες αγάπης ήταν κι αυτές μασκαρεμένες. Για να λέω πως έχω τη δύναμη να μη πονώ και να μην πληγώνομαι.

Αυτός είμαι που λες. Ένας παππούς. Δε διαφέρω. Και να με ψάξεις ίδιο θα με βρεις. Εκεί κάπου στο σπίτι σου απέξω ή λίγο πιο πέρα θα έχεις ένα καφενέ. Παράξενο που υπάρχουν ακόμα, σκέφτομαι. Μα κάπου αράζουν όλοι τούτοι οι ίδιοι. Πίνουν τον καφέ τους, μιλάνε για τα παλιά και σιγοπίνουν έναν ελληνικό σκέτο. Πολύ θα τον ήθελαν πεντάγλυκο με κάνα γλυκό δίπλα τους μα είπαμε τα χάπια δεν αφήνουν. Εμείς οι παππούδες, φοράμε παλτά ακόμα και στο κατακαλόκαιρο και απορείς. Μα κρυώνει η καρδιά, το σώμα, η μοναξιά. Δε λέω και εγγόνια βλέπουμε αν είμαστε τυχεροί και συγγενείς. Μα έρχονται, λένε ένα γεια και εσύ που δεν κουνάς το σώμα, κάθεσαι σε μια καρέκλα και τους κοιτάς όπως κοιτάς τη ζωή που φεύγει. Και ύστερα τους απαντάς πως είσαι καλά σε όλα για να μην ανησυχούν και για να μην ακούσεις κηρύγματα και ένα σωρό προγράμματα για επισκέψεις σε γιατρούς!

Είμαστε πια κατηγορία ανεπαρκής. Για την κοινωνία. Για εμάς τους ίδιους. Καθόμαστε και περιμένουμε. Να έρθει εκείνο το τρένο που θα μας οδηγήσει στα ουράνια και ευχόμαστε να έρθει γρήγορα και ανώδυνα. Να μην γίνουμε η υποχρέωση κανενός. Πόσο φοβερό να βλέπεις να αλλάζεις τις ζωές εκείνων που μεγάλωσες για να σε χωρέσουν σε ένα κρεβάτι που λερώνεις και ντρέπεσαι και με κουταλιές από άνοστα φαγητά που τους αναγκάζεις να φτιάχνουν. Κατηγορία ενοχλητική. Για κάποιους αποπνικτική.

Έτσι που λες, κάθομαι και εγώ μαζί με όλους τους άλλους σε τούτο το πεζούλι και ιστορώ. Λέω για τους ανθρώπους, μα τελευταίως μιλώ πιο πολύ για το Θεό εγώ ο άθεος. Σα να θέλω να βρω εκείνη την πίστη για να κάνω υπομονή μέχρι να έρθει εκείνος ο αέρας που θα φυσήξει πάνω στα βλέφαρά μου. Και αν μπορεί η μεγαλοσύνη Του να μου αφήσει δυο-τρεις αναμνήσεις να τις πάρω μαζί μου σε εκείνο το χώμα και να βγάζω από την τσέπη τον αναπτήρα μες στο αιώνιο σκοτάδι μου και να τις χαζεύω σαν παιδί που δε θέλει να κοιμηθεί και χώνεται με το φακό κάτω από τις κουβέρτες και διαβάζει το περιοδικό του…

Αυτός ο παππούς είμαι. Τίποτα παραπάνω από το κανονικό. Από το συνηθισμένο. Εικόνα ίδια. Κασκέτο, παλτό, ρυτίδες, χέρι που τρέμει, με πολύχρωμα χάπια στην τσέπη…

 

_

γράφει η Μάχη Τζουγανάκη

Ακολουθήστε μας

Ο αλγόριθμος στο χαμόγελό της!

Ο αλγόριθμος στο χαμόγελό της!

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης Η Ελένη καθόταν στο μικρό καφέ της γειτονιάς με τον καπουτσίνο της να κρυώνει δίπλα στον φορητό υπολογιστή. Στα 38 της χρόνια είχε μάθει να κρύβει τις ρυτίδες της με φίλτρα και τις απογοητεύσεις της με χιούμορ. Δούλευε ως...

Επιστροφή στο χωριό

Επιστροφή στο χωριό

Ήθελε πολύ να κλάψει, να ξεσπάσει. Μα όσο κι αν προσπάθησε να βγάλει από μέσα του αυτό που του άδραχνε σφιχτά την καρδιά και του έκοβε την ανάσα, δεν το κατάφερνε. Τα κόκκινα από την αγρύπνια μάτια του παράμεναν στεγνά, σαν τα χωράφια που τα είχε ζεματίσει η αναβροχιά...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Διαβάστε κι αυτά

Επιστροφή στο χωριό

Επιστροφή στο χωριό

Ήθελε πολύ να κλάψει, να ξεσπάσει. Μα όσο κι αν προσπάθησε να βγάλει από μέσα του αυτό που του άδραχνε σφιχτά την καρδιά και του έκοβε την ανάσα, δεν το κατάφερνε. Τα κόκκινα από την αγρύπνια μάτια του παράμεναν στεγνά, σαν τα χωράφια που τα είχε ζεματίσει η αναβροχιά...

Άφιλτρο τσιγάρο

Άφιλτρο τσιγάρο

ΑΦΙΛΤΡΟ ΤΣΙΓΑΡΟ Κοίτα..  Έλεγα και σου έδειχνα την απλωμένη πόλη προς τα κάτω. Βράδυ στο ‘μπαλκόνι’ της Σαλονίκης. Εγώ δεν την έλεγα ποτέ Σαλονίκη!.  Εσύ μου το κόλλησες. Πάντα Θεσσαλονίκη την έλεγα.  Ολόκληρη.  Γιατί της άξιζε και με το παραπάνω. Κούκλα σαν και σένα....

Αντρικό κούρεμα

Αντρικό κούρεμα

Τα καλοκαίρια γυρίζαμε έξω. Οι μανάδες στο σπίτι οι πατεράδες στη δουλειά εμείς στις αλάνες. Οι αλάνες - δρόμοι, ήταν σαν τις γελοιογραφίες του Mordillo. Αν σου έφευγε η μπάλα στην κατηφόρα, είχες δυο επιλογές. Η μια ν’ αρχίσεις το τρέξιμο ώστε τα δεδομένα του...

16 σχόλια

16 Σχόλια

  1. Χριστίνα Σουλελέ

    Ο διαβάτης στο τέλος της διαδρομής ξεκουράζεται και αφηγείται τα τοπία που είδε σε αυτούς που ξεκινούν τώρα το ταξίδι τους. Έτσι τους βλέπουμε εμείς, αλλά εκείνοι που το σώμα τους προδίδει , νιώθουν να γίνονται βάρος. Συγκινήθηκα Μάχη, πολύ ωραίο!

    Απάντηση
    • Μάχη Τζουγανάκη

      Ναι εμείς τους βλέπουμε έτσι. Εκείνοι νιώθουν βάρος όταν το σώμα τους, τους προδίδει. Παππούδες και γιαγιάδες περήφανοι…προσφέρουν μέχρι να κλείσουν τα μάτια τους… Οσα ευχαριστώ και να τους πεις θα είναι λίγα αν είσαι από τους τυχερούς να τους έχεις κοντά σου…

      Απάντηση
  2. Άννα Ρουμελιώτη

    Αυτός ο παππούς είμαι. Τίποτα παραπάνω από το κανονικό. Από το συνηθισμένο. Εικόνα ίδια. Κασκέτο, παλτό, ρυτίδες, χέρι που τρέμει, με πολύχρωμα χάπια στην τσέπη…

    Μα και με πολύχρωμη καρδιά λεω εγώ …και δεν τον ξεχνάω!

    Απάντηση
    • Μάχη Τζουγανάκη

      Ναι όσο κι αν ζορίζονται έχουνε πολύχρωμες καρδιές που λάμπουν αυτοί οι παππούδες. Που δε σβήνουν ποτέ από τη μνήμη τούτα τα χρώματα…

      Απάντηση
  3. Ζωή Δικταίου

    ” Λέω για τους ανθρώπους, μα τελευταίως μιλώ πιο πολύ για το Θεό εγώ ο άθεος. Σα να θέλω να βρω εκείνη την πίστη για να κάνω υπομονή μέχρι να έρθει εκείνος ο αέρας που θα φυσήξει πάνω στα βλέφαρά μου. Και αν μπορεί η μεγαλοσύνη Του να μου αφήσει δυο-τρεις αναμνήσεις να τις πάρω μαζί μου σε εκείνο το χώμα και να βγάζω από την τσέπη τον αναπτήρα μες στο αιώνιο σκοτάδι μου και να τις χαζεύω σαν παιδί που δε θέλει να κοιμηθεί και χώνεται με το φακό κάτω από τις κουβέρτες και διαβάζει το περιοδικό του…”

    Γράφεις όμορφα Μάχη, δίδοντας μας τις προϋποθέσεις να ελπίζουμε πως Αύριο.. θα αναγνωρίσουμε τους ιερούς δρόμους του αυθεντικού και τους δεσμούς τιμής και περηφάνιας, πως υπάρχει τρόπος μέσα από τις καταθέσεις της ψυχής, να συναντήσουμε οδοιπορώντας μαζί το Φως, ενιαίο και όχι διασπασμένο σε αμφίβολες δέσμες. Ας έχεις την ευλογία να καταθέτεις πάντα την ψυχή σου στο χαρτί με φως.

    Απάντηση
    • Μάχη Τζουγανάκη

      Σας υπερ ευχαριστώ για τα λόγια σας… Τιμή μου να περνούν τα μάτια σας από τα γραπτά μου..
      Ενιαίο Φως και οχι διασπασμένο σε αμφίβολες δέσμες…Πόσο όμορφο ακούγεται ελπιδοφόρο και πόσο δύσκολο έχει καταντήσει…

      την καλησπέρα μου και την αγάπη μου

      Απάντηση
  4. evangeloukissa

    Αχ βρε Μάχη, τι έγραψες… Ειδικά η προτελευταία παράγραφος με γονάτισε…
    Μπράβο σου.

    Απάντηση
  5. Μάχη Τζουγανάκη

    Σε ευχαριστώ Κατερίνα μου.
    Γονατίζει εκείνους τους ανθρώπους που βλέπουν τις καρδιές εκείνων των ανθρώπων και καταλαβαίνουν τα πονεμένα τους βλέμματα…

    Απάντηση
  6. Ανώνυμος

    Γλυκιά μου Μάχη!!!!! Στο έχω πει αρκετές φορές πως η ευαισθησία σου βολτάρει περήφανα στα κείμενα και στα ποιήματά σου κλείνοντάς μας πονηρά το μάτι, λέγοντάς μας πώς: “Δεν είναι και τόσο εύκολο να μου ξεφύγετε και να με προσπεράσετε”.

    Μαριάνθη Παπάδη

    Απάντηση
    • Μάχη Τζουγανάκη

      Μαριάνθη μου είναι η δική σου ευαισθησία που μπορεί και βλέπει έτσι τέτοια κείμενα. Σε ευχαριστώ πολύ

      Απάντηση
  7. Ελένη Ιωαννάτου

    Μάχη μου η ιστορία του παππού, που θα μπορούσε να είναι του κάθε παππού, είναι το περιέχομενο της ενσυναίσθησης.
    Την τελευταία ή την έχεις ή δεν την έχεις. Εσύ γλυκιά μου Μάχη την έχεις σε πολύ μεγάλο βαθμό.
    Έχεις την ψυχική ικανότητα να εισχωρείς σε όλες τις καρδιές, δίχως να κοιτάζεις ηλικίες.
    Σίγουρα κάπως έτσι ίσως να αισθάνεται ο κάθε παππούς απλά δεν μας το λέει. Αλλά ποιος νοιάζεται για έναν παππού τώρα που είναι με το ένα πόδι στον τάφο; Ε έχουμε και δουλειές!! Θα έλεγε ο κύριος απ άνθρωπος!!!

    Καλό σου απόγευμα!!

    Απάντηση
  8. Παναγιώτης Σκοπετέας

    Είσαι ευαίσθητος άνθρωπος Μάχη!

    Προσόν, η ευαισθησία γιατί μ᾽ αυτήν πιάνεσαι σφιχτά – σφιχτά
    με το χέρι του Θεού … κόσμημα η ευαισθησία,
    γιατί μ᾽ αυτήν είσαι σε θέση να κολλάς πνευματικά ένσημα στο ταμείο
    τ´ Ουρανού … κάλλος η ευαισθησία, γιατί μ᾽ αυτήν γίνεσαι
    συμβασιλέας στον έκπαγλο θρόνο της Αιωνιότητας
    που κοσκινίζει κάθε ψεγάδι αναλγησίας για το βασίλειό της!

    Κείμενο που εμπεριέχει
    αφενὀς κι εκπέμπει αφετέρου
    δραματική ενέργεια κι αισθησιακή
    δύναμη !

    Μάχη, καλό βράδυ!

    Απάντηση
  9. Μάχη Τζουγανάκη

    Παναγιώτη σε ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια. Η ευαισθησία προτέρημα κι ελάττωμα μαζί… δώρο σίγουρα αλλά καμια φορά εύθραυστη η προστασία του εαυτού εξαιτίας της.

    Όμως το να νιώθεις τον διπλανό σου σε κάνει συναισθηματικα νοήμων ον. Δε θα φτιαχτεί ποτέ αυτός ο κόσμος αν δεν μπει ο ένας στα παπούτσια του άλλου… θα κυνηγάμε τις ουρές μας, θα τρωγομαστε σαν τα κοκκορια θα επιλέγουμε πάντα με το ατομικό συμφέρον αιματοβαμμενους δρόμους προσέχοντας μόνο να μη λερωθουν τα δικά μας παπούτσια….

    Καλό βράδυ…και καλή δύναμη

    Απάντηση
  10. Ανώνυμος

    Αρκετά καλό.Συγχαρητήρια!

    Απάντηση

Υποβολή σχολίου