Πλέουμε στο κουφάρι του καλοκαιριού
Δίπλα μας
κόλποι, ο Μέγας Γυαλός, η Μικρή Άμμος
νησιά, της Αποκάλυψης, της Παναγιάς, της Λαγνείας
Διαβήκαμε στον καιρό και σε μέρη δύσβατα
Μάθαμε να χωρίζουμε τις θύμησες
όπως χωρίζουν τα νησιά τους ανθρώπους τους
-ντόπιοι, τουρίστες
Φτάσαμε εκεί που το λένε το τρυχί του δράκου
Παντού
θάλασσες και πόνοι
στεριές και λησμονιά
ανθρωποι και θρήνος
«Τι θρηνούν εδώ οι άνθρωποι;»
ρώτησε ο λοστρόμος τον καπετάνιο
«Την ελπίδα,» του είπε εκείνος μαζεμένος
και γυάλισε τον λωτό που κρατούσε στο χέρι του
Συναντήσαμε ανθρώπους της φωτιάς
και άλλους της πλημμύρας
Όλοι τους ξένοι
Τίποτα δεν τους έδενε με τη γη τους
Πλέουμε στο κουφάρι του καλοκαιριού
Συνεχίζουμε να πλέουμε
με τις αισθήσεις μας ανοιχτές
στο μέλλον και στο παρελθόν
Βρήκαμε μύθους, τους πήραμε
Είπαμε να περπατήσουμε στα σοκάκια τους
στην άκρια από το νήμα θα υπάρχει φως
εκεί και η ζωή μας
Πλέουμε
άλλοτε επιφυλακτικοί
όπως ένα παιδί παρατηρεί από τη χαραμάδα της πόρτας
άλλοτε θαρρετά
όπως μας κοιτούσε και ο θεός από μέσα μας
Βρήκαμε ανθρώπους και ανθρώπους
Σαν αρχίσαμε να πιστεύουμε στον άνθρωπο…
Τι να γύρευε εκείνος ο στεγνός μάντης
που μας έδειξε τον ορθό μυτερό βράχο…
-Το σπαθί του Αίαντα, μας είπε…
_
γράφει ο Θεόδωρος Πάλλας
0 Σχόλια