Δεν προπορεύομαι, ούτε ακολουθώ.
Περπατάω μόνος.
Οι πόλεις πίσω καίγονται.
Οι εραστές πεθαίνουν.
Χτες, τα δάχτυλά τους πλέκονταν ζεστά στα πυκνά μαλλιά σου, τώρα το ψυχρό μέταλλο της φωνής τους σε διαπερνά ανοίκειο και τυπικό.
Το χθες γίνεται σήμερα και ο σύντροφος ξένος.
Η απώλεια συνήθεια, όχι περισσότερο επώδυνη από ένα βούρτσισμα των δοντιών, ή μια βόλτα στην προκυμαία.
Κάποτε σε σκότωνε, χρειάστηκαν δέκα χιλιάδες μικροί θάνατοι για να ξυπνάς το πρωί και να μπορείς να διαβάσεις την εφημερίδα σου, ανέμελος.
Χρειάστηκαν αιώνες στις ανήλιες στοές και λάμες βαθιά στο κορμί σου για να σταθείς ξανά όρθιος.
Κοιτάω τον δρόμο, μόνο μπροστά.
Η άνοιξη μύρισε.
Και τα πόδια αλάφρυναν.
Μαρς…
_
γράφει ο Αχιλλέας Σωτηρέλλος
0 Σχόλια