Θαρρώ τις εικοστέσσερις
της μέρας ώρες
άχαρες και πληθωρικές.
Τις έπνιξαν πρωτού χαράξει
ανθρώπινες θελήσεις.
Μια γυναίκα ναρκωμένη
μάνα ήτανε να γίνει
και το έμβρυο
άσωτο έμεινε
μπροστά σε σύριγγα γιατρού.
Ένας αδύναμος
τινάχτηκε από πρέζα
δεν ήξερε για να θρηνήσει
τη δόση του
την τελευταία.
Στην πάνω γειτονιά
ο μπακάλης
σάπια πουλούσε
τα αγαθά.
Οι αρχές τον μάγκωσαν.
Ο αδερφός μου
μικρός και τολμηρός
βεγγαλικά
πετούσε τη Λαμπρή.
Για αυτά τον χάσαμε.
Και εγώ
τα λόγια μου κατάπια
γιατί
χίλιες φορές αθόρυβα
τον εαυτό μου δολοφόνησα.
_
γράφει η Αλεξάνδρα Στελλάκη
Μην ξεχνάτε πως το σχόλιό σας είναι πολύτιμο!
Και εγώ
τα λόγια μου κατάπια
γιατί
χίλιες φορές αθόρυβα
τον εαυτό μου δολοφόνησα.
Αληθινό και συγκλονιστικό!!!!!!!!!
Εξαιρετικό Αλεξάνδρα!!!
🙂
Αυτο το ποίημα χαράζει όπως το διαβάζει κανείς.. Εχει έναν ρυθμό δυνατό…και ένα φινάλε που δείχνει γιατί συμβαίνουν όλα τελικά…γιατί τα αφήνουμε να συμβαίνουν…Πολύ ωραίο!