Η «ποίηση της αγανάκτησης[1]» μοιάζει μέσα στο μεταμοντέρνο καλλιτεχνικό τοπίο να ανακαλύπτει ξανά την εκφραστική δύναμη του υπερρεαλισμού. Σε έναν κόσμο παράλογο γεμάτο ανατροπές ο σουρεαλισμός μοιάζει να παρέχει όλα εκείνα τα εκφραστικά εργαλεία στους νέους ποιητές προκειμένου να εκφράσουν τις βαθύτερες αγωνίες τους.
Η επαναστατική του ορμή με την “ανοικείωση” και το ξάφνιασμα, την πηγαία ειρωνεία και την πολύχρωμη και γεμάτη κίνηση αισθητική του αποτύπωση μέσα από φθόγγους, γίνεται ένα όπλο ποιητικής αντίστασης απέναντι στην νωχελικότητα και τη μοιρολατρία· ένα υπερόπλο άρνησης να αποτυπωθεί ο ρημαγμένος κόσμος όπως παραδίδεται και που κρύβει μέσα του ως ριζοσπαστικό στοιχείο την αισιοδοξία να εξεταστεί ο ανθρώπινος χώρος από μία άλλη ματιά αντί της “λογικής”: εκείνη του συναισθήματος και του αυθορμητισμού.
Το δρόμο αυτό ακολουθεί και η Βασιλεία Οικονόμου στην πρώτη της ποιητική συλλογή, «το υπόλοιπο της αφαίρεσης» (Γκοβόστης, 2015). Η στιχουργική της ακολουθεί μία συνειρμική κίνηση που ρέει ανάμεσα σε εικόνες και συναίσθημα.
Η δημιουργός αξιοποιεί δυναμικά τη λαϊκή κουλτούρα, όπως αυτή ενσωμάτωσε θρησκευτικά ή λαογραφικά, ιστορικά και μυθικά στοιχεία στο διάβα των αιώνων, και τη συνδέει με ατομικές και συλλογικές αγωνίες και τον μεταμοντέρνο σουρεαλισμό (μετά το φεγγάρι, Μεγάλες Εβδομάδες, μανταλάκια, μαζικοί τάφοι, οι αγωνίες των λέξεων) επιμένοντας στην αναζήτηση του βαθύτερου συναισθήματος και της ειλικρινούς εκμυστήρευσης (κέντημα)· μιλά για τη μνήμη και την καταγωγή (το σπίτι) ή το θάνατο ως αναπόδραστη συνθήκη ζωής (μανταλάκια, αποχρώσεις αποχωρήσεων, δωμάτιο) και το χρόνο (κάτι) με τη μοναξιά (γενέθλια, μανταλάκια).
Και ο σουρεαλισμός εφοδιάζει με πλήθος αλληγοριών την ποιητική της που συνδεόμενες με το πρωτοπληθυντικό υποκείμενο αποκτούν κοινωνική διάσταση (μετά το φεγγάρι, ψαλμοί, αποχρώσεις αποχωρήσεων, μαζικοί τάφοι, πόρτα), η οποία αποκαλύπτει την άρνηση υποταγής στο φασισμό της λογικής (ψαλμοί).
Ταυτόχρονα, η μίμηση με το μυθοπλαστικό ποιητικό “εγώ” ενισχύει την ποιητική ειρωνεία που εκφράζει τον βαθύτερο πόνο της δημιουργού για τον άνθρωπο (Μεγάλες Εβδομάδες). Άλλωστε, το εσωτερικό άλγος διά του σαρκασμού αποκαλύπτει και ο τίτλος της ποιητικής συλλογής που συνδέει την απουσία από την αφαίρεση με το περίσσευμα/υπόλοιπο· ένα υπόλοιπο με το οποίο καλούμαστε να σταθούμε ικανοποιημένοι, μα όχι κι η δημιουργός.
Οφείλουμε όμως να υπογραμμίσουμε ότι η παράλογη αντιμετώπιση του κόσμου αφήνει μέσα από το μειδίαμα του ακροατή και τη συναισθηματική δύναμη των λέξεων να αναδυθεί μία αισιοδοξία. Εξάλλου, η ποιητική ειρωνεία που οικοδομούν τα σχόλια (ψαλμοί, βροχή, κέντημα) και οι αντιθέσεις (γενέθλια, τριάντα, συνέβη σήμερα) ή τα διαλογικά μέρη που ορίζουν οι ερωτήσεις (ψαλμοί, Εδέμ, μετά το φεγγάρι, βροχή) και το β’ γραμματικό πρόσωπο (μανταλάκια, ήταν λοιπόν αυτός ο Έρως;), αφήνουν ένα -δηκτικό συχνότατα- χαμόγελο στα χείλη του κοινού.
______________
[1] βλ. Δήμος Χλωπτσιούδης, Οι ποιητές της αγανάκτησης, τοβιβλίο.net (12.05.2015).
0 Σχόλια