–
γράφει η Κατερίνα Σιδέρη
–
Ο Βασίλης Σερέτης είναι ένας φιλόδοξος, ατίθασος και απείθαρχος νέος, ένα μαγκάκι που φέρεται ως βεντέτα, που ταξιδεύει με το τρένο για τον βορά. Παίζει ποδόσφαιρό και νιώθει ήδη την αποδοχή του κόσμου στα αυτιά του να τον αποθεώνει. Στο δρόμο του θα βρεθούν πολλοί, άλλοι θα τον βοηθήσουν, άλλοι θα τον συμβουλέψουν και άλλοι θα θεωρήσει ότι τον εκμεταλλεύονται.
Θα κάνει τα πρώτα του βήματα σε έναν χώρο που του είναι γνωστός και συνάμα άγνωστος, σε ένα χώρο που έχει απαιτήσεις, σε μια ομάδα της Θεσσαλονίκης. Η ζωή του είναι μια περιπέτεια και ό ίδιος δεν είναι ικανός να στεριώσει σε έναν τόπο, τόσο λόγω του οξύθυμου και ανυπάκουου χαρακτήρα του, όσο και λόγω της αμάθειας και της καχυποψίας.
Ο άγνωστος με το αμπέχονο που θα του χαρίσει μια τράπουλα με γυμνές γυναικείες φιγούρες, ο Σπύρος που θα μπει απρόσμενα στη ζωή του και θα γίνουν αχώριστοι, τα πρώτα παιχνίδια που θα φέρουν την ενθρόνιση, ένα καλό βρώμικο κομπόδεμα στη βαλίτσα του, το στέκι του Χοντρού αλλά και η ερωτοχτυπημένη Δώρα και ο βιαστικός τους γάμος, είναι μερικές από τις αναμνήσεις που θα πάρει φεύγοντας σαν κλέφτης από την πρώτη πόλη που τον αγκάλιασε.
Επόμενος σταθμός του ο Βόλος. Εδώ θα συναναστραφεί με την Εύα, γυναίκα του προπονητή που τον έλκει και ας είναι μεγαλύτερή του αλλά και τη Βάνα που απλά περνά την ώρα του μαζί της, κι ας τρέφει η τελευταία ελπίδες για κάτι περισσότερο. Η Εθνική Νέων θα του δώσει μια θέση στην εντεκάδα, ένας παλιός διεθνής ποδοσφαιριστής θα του προσφέρει τη βοήθειά του και ένας τραυματισμός θα σταθεί η αφορμή για να επιστρέψει στη γενέτειρά του Αθήνα, αφήνοντας πίσω του τους Βολιώτες, τον Ρίμπα και τον Καπάτο, σύξυλους.
Ένας εγωιστής, κακομαθημένος, επιπόλαιος και ανυπόμονος νέος που αδημονεί να γίνει αστέρι φορώντας τη φανέλα με το εννιά, ένα παιδί που έφυγε από την οικογενειακή εστία και δε έδωσε σημεία ζωής, θα μας απασχολήσει καθ’ όλη τη διάρκεια του βιβλίου τόσο με τις πράξεις του όσο και με τον πολλές φορές, λανθασμένο τρόπο σκέψης του.
Η ζωή του γεμάτη αναμετρήσεις, ντρίπλες, κεφαλιές, τάκλιν, οφσάιντ εύστοχα γκολ και όχι μόνο. Το Μαύρο Διαμάντι, ο Τζακ, ο ιππόδρομος, οι διακοπές στη Μύκονο, η πρώτη συνέντευξη, το κάταγμα αλλά και ο γύψος στο πόδι για τουλάχιστον ένα μήνα, θα αναχαιτίσουν κάπως τη ξέφρενη πορεία της ζωής του.
Τα υπνωτικά χάπια, τα νέα ταλέντα, οι φυσικοθεραπείες, ο τζόγος, τα πρωτοσέλιδα σε αθλητικές εφημερίδες, το αλκοόλ, τα τσιγάρα και το θράσος που διαθέτει σε αφθονία, αλλάζουν ρότα στη ζωή του και του κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, χωρίς ο ίδιος να τον ακούει.
Η ομάδα όμως τον θέλει συνεπή στις υποχρεώσεις του για να του προσφέρει τις παροχές της, πράγμα που δεν μπορεί ο Μπιλ να καταφέρει. Όταν έχει πια φτάσει στον πάτο, θα γυρίσει σελίδα στη ζωή του κι ας μη το γνωρίζει, ανοίγοντας μια νέα πόρτα που θα φέρει τη συμφιλίωση, το θέατρο, την Κική που αναπάντεχα θα έρθει ξανά στη ζωή του και όταν πια κάνει τον απολογισμό του η ζυγαριά θα γύρει. Προς ποια κατεύθυνση; Ο καθένας θα κρίνει εκ του αποτελέσματος και με βάση τα δικά του μέτρα και σταθμά.
Από τα βιβλία που διαβάζω, επιλέγω μια φράση, για να την μοιραστώ μαζί σας. Από το βιβλίο του Μένη Κουμανταρέα, ένα μικρό βιογραφικό του οποίου θα βρείτε στο τέλος του άρθρου, επέλεξα την παρακάτω:
..υπάρχει πάντα τρόπος να επιβιώνεις. Η ζωή δεν σταματά στη μπάλα…
Το βιβλίο παραδίδει μαθήματα συμπεριφοράς, μαθήματα ζωής, μαθήματα αξιών, σεβασμού και ισχύος. Εγώ θα πω ότι για να κατακτήσεις τον στόχο σου, απαιτούνται θυσίες, επιμονή και υπομονή. Αν κάτι από αυτά δε διαθέτεις, είναι ευχής έργου αν κατακτήσεις την κορυφή.
Ο Μένης Κουμανταρέας (Αθήνα, 1931-2014) πρωτοεμφανίστηκε στη λογοτεχνία το 1961, μεταφράζοντας για το περιοδικό “Ο Ταχυδρόμος” πεζά των Hemingway, Joyce και Moravia. Το 1962 εκδόθηκε το πρώτο του βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων “Τα μηχανάκια”.
Βραβεύτηκε για το βιβλίο του “Το αρμένισμα” (Β’ Κρατικό βραβείο Διηγήματος, 1967), “Βιοτεχνία υαλικών” (Α’ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος, 1976), “Η μυρωδιά τους με κάνει να κλαίω” (Α’ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος, 1997) και “Δυο φορές Έλληνας” (Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος, 2002).
Το 2001 τιμήθηκε με το βραβείο “Blue Book” για το μυθιστόρημα “Ο ωραίος λοχαγός” και το 2008 με το Βραβείο του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.
Περισσότερες πληροφορίες για το βιβλίο, θα βρείτε εδώ.
0 Σχόλια