Η Χρύσα μένει μόνιμα στην Αθήνα μαζί με τους γονείς και την αδερφή της. Αυτή και η αδερφή της, η Φωτεινή, μεγάλωσαν σε μία πολύ αγαπημένη οικογένεια, που αν και δεν είχε μεγάλη οικονομική άνεση φρόντιζε να μην τους λείψει τίποτα. Η Χρύσα από μικρή ήταν ανήσυχο πνεύμα και δεν είχε πολλούς φίλους, σε αντίθεση με τη Φωτεινή που ήταν πιο εξωστρεφές άτομο.
Οι δύο αδερφές ήταν πολύ αγαπημένες μεταξύ τους, αν και είχαν αρκετές διαφορές τόσο στην εμφάνιση, όσο και στον χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, η Φωτεινή από μικρή είχε τρομερή ομοιότητα εξωτερικά, πέρα από τον χαρακτήρα, με τους γονείς τους. Από την άλλη, η Χρύσα δεν έμοιαζε καθόλου εμφανισιακά ούτε στην μητέρα, αλλά ούτε και στον πατέρα τους. Επίσης, όσον αφορά τον χαρακτήρα, ήταν πολύ δυναμική και ανεξάρτητη, ενώ οι γονείς τους ήταν πολύ πιο ήρεμοι και ήπιων τόνων άνθρωποι.
Η Χρύσα από τα παιδικά και εφηβικά της χρόνια άρχισε να παρατηρεί αυτές τις διαφορές σε σχέση με τους γονείς και την αδερφή της. Επίσης, παρατηρούσε το πόσο διέφερε από τους φίλους της Φωτεινής, όταν εκείνοι τους επισκέπτονταν και ένιωθε να ξεχωρίζει τόσο πολύ από αυτούς που κάποια πράγματα της φαίνονταν τόσο παράξενα και παράταιρα μεταξύ τους. Όλες αυτές οι σκέψεις την απασχολούσαν και την προβλημάτιζαν έντονα. Υπήρχαν στιγμές που σκεφτόταν ότι μπορεί και να μην έχει γνωρίσει τους πραγματικούς της γονείς και η Φωτεινή να μην είναι η πραγματική αδερφή της.
Έτσι λοιπόν, μία μέρα που απουσίαζαν όλοι από το σπίτι αποφάσισε να ψάξει μόνη της σ’όλα τα δωμάτια, μήπως βρει κάποιο έγγραφο ή κάποιο άλλο αποδεικτικό στοιχείο σχετικά με τα όσα υποψιαζόταν. Πράγματι, άρχισε να ψάχνει μηχανικά σ’όλο το σπίτι και ξεκίνησε από το γραφείο του πατέρα της. Μετά από αρκετή ώρα που έψαχνε με αγωνία, μήπως βρει κάποιο αποδεικτικό στοιχείο, έπεσε στα χέρια της ένα επίσημο έγγραφο που ήταν σφραγισμένο. Με βιαστικές κινήσεις το άνοιξε και ήταν ένα πιστοποιητικό υιοθεσίας.
Το διάβασε, πολλές φορές, μέχρι να σιγουρευτεί ότι το όνομα που αναγραφόταν στο έγγραφο ήταν το δικό της. Αφού σιγουρεύτηκε ότι η πράξη υιοθεσίας αφορούσε την ίδια, κάθισε για λίγο στον καναπέ. Το ξαναέβαλε μέσα στον φάκελο και άρχισε να κλαίει. Βρισκόταν σε μία κατάσταση σοκ κυριολεκτικά. Δεν ήταν και λίγο αυτό που έμαθε!
Μετά από λίγη ώρα, επέστρεψαν στο σπίτι οι γονείς και η αδερφή της. Η Χρύσα τους είπε ότι θέλει να μιλήσουν για κάτι πολύ σοβαρό και τους τα είπε όλα. Τις υποψίες που είχε και για το πιστοποιητικό υιοθεσίας που βρήκε στο σπίτι. Οι γονείς της τα παραδέχτηκαν όλα, ενώ η Φωτεινή δεν ήξερε τίποτα απολύτως.
Η Χρύσα μετά τη συζήτηση που είχαν, αντέδρασε ψύχραιμα. Τους είπε ότι εκείνη ήθελε μόνο να ξέρει την αλήθεια για το ποια είναι η πραγματική της οικογένεια και ότι ήθελε να γνωρίσει τους βιολογικούς γονείς της και τα αδέρφια της. Ακόμα τους διαβεβαίωσε ότι θα συνεχίσει να τους αγαπά το ίδιο, σαν να ήταν οι πραγματικοί γονείς της, όπως και την Φωτεινή.
Από ότι φαίνεται τίποτα δεν θα άλλαζε μεταξύ τους. Απλά, η Χρύσα θα γνώριζε και μια άλλη οικογένεια, τους βιολογικούς της γονείς, αλλά γι’αυτήν οικογένεια της θα ήταν πάντα αυτοί οι άνθρωποι που την μεγάλωσαν. Τώρα πλέον δεν υπήρχαν μεταξύ τους μυστικά και ψέματα. Η Χρύσα και η οικογένειά της δεν ήταν κρυμμένοι στο φως! Η αλήθεια βγήκε στην επιφάνεια, στο φως, όπως λέμε και η πραγματική αγάπη νίκησε! Και αυτό γιατί, η Χρύσα, η Φωτεινή και οι γονείς τους θα παρέμεναν το ίδιο αγαπημένοι και ενωμένοι, όπως ήταν πάντα!
_
γράφει η Μαρία Μακαβέλου
0 Σχόλια