Χαμένος στο άπειρο των αναμνήσεων, των λαθών, των στιγμών. Σε φθαρμένες χάρτινες κούτες εγκλωβίζεις την ματαιότητα φιλόδοξων ονείρων σου. Τα στριμώχνεις, τα πατάς, τα ξεχνάς. Μετανιώνεις. Τα σκεπάζεις τρυφερά με το πέπλο μιας γλυκόπικρης ηδονής που αφήνει το άπιαστο. Δύο βιβλία, λίγα ρούχα, μερικές φωτογραφίες… Πράγματα άψυχα πώς βρίσκουν δύναμη να τραυματίσουν την ψυχή; Γονατίζεις, μαζεύεις, δακρύζεις…
Λυπάσαι που εγκαταλείπεις την ασφαλή φυλακή σου. Φοβάσαι την απεραντοσύνη του καινούριου. Αν ακόμα μία αποτυχία προδιαγράψει το τέλος μιας νέας αρχής; Συναισθήματα αμφίθυμα: Μνήμες του παρελθόντος επισκιάζουν τον οπτιμισμό του μέλλοντος. Το δέλεαρ του αγνώστου αφυπνίζει τις παρορμήσεις σου. Γονατίζεις, μαζεύεις, συνεχίζεις…
Δίχως όρκους να συνοδεύουν την απατηλή αιωνιότητα. Μια υπόσχεση μόνο: να αιχμαλωτίζεις εμπειρίες πριν γίνουν αναμνήσεις.
_
γράφει η Άννα Κυριτσιοπούλου
Όλοι φοβόμαστε το καινούργιο. Υπέροχο!!!
Πόσο όμορφα ρέει ο λόγος σου!!!! Ένα διήγημα μέσα από το ανελέητο ΣΗΜΕΡΑ….
Πολύ όμορφο…
ΜΠΡΑΒΟ!!!!!!!!!!