Σμηνίας στὰ χιόνια

Δημοσίευση: 12.03.2015

Ετικέτες

Κατηγορία

 

 

Φωτογραφία τοῦ πατέρα μου.

 

 

Στν κριβό μου πατέρα.

 

‘Η ἐκκλησιά,

χαμηλώνει αὐχένα

στὸ ὀρθρινὸ τῆς

Κυριακῆς ξεμύτισμα

καὶ τὸ διάπυρο

τοῦ λιβανοβόρου

ναοῦ δέρμα ἀκτινοβολεῖ

στοχασμοὺς καὶ ῥίγη

τὴ μεγαλειώδη ὀθόνη

τοῦ σφαγιασμοῦ

τοῦ ’Ανάρχου.

 

‘Όταν τὸ ἄπειρο

κολυμπήσῃ σὲ

κεφαλιοῦ καρφίτσας

θάλασσα, τότες κι ὁ­

νοῦς τὸ ἀχώρητο

θὰ μπορέσῃ

νὰ χωρέσῃ.

 

Μόνον τότες.

 

Θεέ μου,

ἡ μὲ ὀσμὴ πέτρας

ἀμφιβολία στὴ δερμάτινη

τοῦ σ᾽ ἀγαπῶ Σου

συγκατάβαση, ἀνεξιχνίαστο

μυστήριο ἔγινε κι αὐτή,

ποὺ ῥίχνει μπόι ῥουφῶντας

σάρκες ἀπὸ τὸ ἄλλο μυστήριο,

τῆς ἀπιστίας τὴν ἀνέραστη

σάρκα.

Κι ἐνῷ

ὁ­ ψυχεγέρτης τῆς καμπάνας

ἄνεμος, τὴν καρδιοφλογισμένη

ταχυδρομεῖ κωδωνοκρουσία

του σὲ κάθε ψυχὴ ἀδόνιστη,

ὁ­ πατέρας μου ἀπὸ τὸ γλυκὸ

βιάζεται τῆς μελωδίας νὰ

γαντζωθῇ χέρι, μέχρι νὰ ὁδηγηθῇ στὸ

ῥηγάτο τ᾽ οὐρανοῦ ἐπὶ τῆς γῆς,

τὴν ἐκκλησιά.

 

Σὲ τούτη τὴν ἐκκλησιὰ τῶν

Ταξιαρχῶν, ἀγκυροβολεῖ

κάθε Κυριακὴ τὸν σώστροφο

τῆς μετάνοιάς του σεισμό.

 

Σὲ τούτη τὴν ἐκκλησιὰ τῶν

Ταξιαρχῶν, τυλίγεται τὴ

διαπραγμάτευση τῶν αἰωνίων

του χρόνων, ὅπως τυλίγεται

τῆς ἀνατολῆς ὁ­ τροῦλος

τὴν ὁλόλευκη μυρωδιὰ τῶν

ἡλιοφάγων πόθων μας.

 

Στὰ στενὰ στασίδια

βρίσκει ἀπάγκιο ἡ

κατασπαραγμένη του

καρδιά, ποὺ ἀνασαίνει τὰ

’Άξιον ἐστί, τὰ Πασαπνοάρια,

τὰ Χερουβικά, ὅ­σο ἡ

ἀγγελική του φωνὴ

μὲ θερμοκρασία μέθεξης

χύνεται στὶς ἀόρατες

τῶν οὐρανίων στρατηγῶν

δοξολογίες.

 

Μὰ μήπως πάντα

στὰ Στενὰ

δὲ δαμάζεις

μὲ ἡμερότητα σὰν

ἀγριμολόγος τὸ

γρύλισμα τοῦ

θηρίου κι

ἀνταμώνεσαι ἐκεῖ

τὴ μετατροπία

τῆς κλίμακός του

σὲ μελωδία ἀγγέλου ;

 

Mὰ μήπως πάντα

στὰ Στενὰ

δὲν κουρνιάζει τὸ

ῥιζικό σου γι᾽αὐτὸ κι

ἐκεῖ ψιθυριστὰ

δοκάρια σπέρνουν

οἱ οὐρανοί σου,

οἱ τροφοί σου ;

 

Mὰ μήπως πάντα

στὰ Στενὰ

ἀπ᾽ τὸ φραγγέλιο

τοῦ ’Αδίκου δὲν

πορφυρώνουν ἐκεῖ

τὰ πάμφωτά

σου στήθη ;

 

Κι ὅ­μως τὰ μνησίκακα

δάχτυλα τῆς ‘Ύβρης,

σταλαγματιὲς μόνον

ἀποτυπωμάτων

κατάφεραν στὸ ζυμάρι

νὰ φυσήσουν τῆς

ἀποστολῆς σου

καὶ τίποτ᾽ἄλλο.

 

’Εσὺ, ἐσὺ ζυμωτὴς

τῶν ’Ονείρων σου.

 

’Εσὺ, ἐσὺ ζυμωτὴς

τῶν ‘Oραμάτων σου.

 

 

Σ ᾽αὐτὴν ἐδῶ τὴ

φωτογραφία μὲ

μάτια ποὺ

βροντομαχοῦν, μοῦ

συστήνεσαι μὲ στολὴ

σμηνία, ἀγκαλιάζοντας

τὸν βελούδινο μὲ

στοργὴ λαιμὸ τοῦ

ἀδερφοῦ σου χιονιά.

Μὲ τέτοιο σπλαχνικὸ

μισοφέγγαρο νὰ ξεδιπλώνεται

σὰν καλοκαίρι ποὺ ἄργησε

στὰ ἀκαλοκαίριωτα

χείλη σου, ὅταν χαμογελᾶς

γιὰ τὸ παρὸν τοῦ μελλοντός σου,

μὲ τέτοιο σελάγισμα

στὸν οὐρανὸ τοῦ πυρίκαυστου

προσώπου σου νὰ ποτίζῃ

μὲ τοὺς ἰριδισμούς του

τὸ ἀστροστεφάνωτο ἀγέρι καὶ

ν᾽ ἁγιάζῃ τὴ χιονόσχημη

ἀπὸ τὴ χειμωνιάτικη

συνωμοσία πλάση,

πῶς αὐτὸς νὰ μὴ

σὲ κεράσῃ δυὸ χρησμοὺς

χιονόμπαλες, νὰ τὶς κρατήσῃς

μιὰ στὸ ἀριστερὸ καὶ μιὰ

στὸ δεξί σου χέρι.

 

Θά’σαι δὲ θά ’σαι

ἐδῶ εἴκοσι χρονῶν. Νέος,

ἀνυποψίαστα νέος, μὲ στολὴ

στὸ χρῶμα τοῦ μπλὲ καὶ εἶχες

ἤδη φορεθεῖ ἄπειρες στολὲς

ὑπερήλικων καρδιῶν.

 

Πολὺ ἁγνός, ὅμως, γιὰ νὰ

διαβάζῃς τὰ σημάδια ποὺ

σοῦ ᾽δωσε ὁ­ χιονιὰς νὰ

βαστᾷς στὰ ἀπειρόκακα

χέρια σου.

 

Καὶ τὸ

εὐωδιαστό σου

βλέμμα στὴ

φωτογραφία,

καμία ἀπολύτως

διόραση δὲν

ἀνατέλλει γιὰ τοὺς

μελλοντικούς σου

προβιβασμούς :

 

’Απὸ παιδὶ ἄντρας,

ἀπὸ ἀνέμελος σταυρωμένος,

ἀπὸ σμηνίας σμήναρχος.

 

Σμήναρχος, ποὺ σημαίνει

διαχειριστὴς τοῦ σμήνους τῶν

κεραυνῶν ποὺ χτυποῦν

τὴ ζωή σου.

 

Κεραυνοκτόνος

ἀπὸ τὴ φύση σου

ἀφοῦ ἡ ἐς ἀεὶ μαθητευόμενη

στὸ σχολαρχεῖο τοῦ ἡλίου

ἡλιόκρουστη κράση σου,

γνωρίζει καλὰ πὼς τὸ λιλιπούτειο

σημάδι κεραυνικοῦ φωτός,

μόνον τὴν πτέρνα

τῆς ἡλιόμορφης πνοῆς

τῆς ψυχῆς σου

μπορεῖ νὰ τραυματίσῃ.

 

Μόνον

τὴν πτέρνα!

 

Ποτὲ

τὴν κεφαλὴν αὐτῆς!

 

Ποτέ!

 

Καὶ τῶρα ποὺ οἱ δεῖκτες τοῦ

ῥολογιοῦ - μετὰ ἀπὸ τὸν ῥυθμικὸ

διάπλου τοῦ δικοῦ τους κυκλικοῦ

ἀτλαντικοῦ - κοντοζυγώνουν νὰ

μονομαχήσουν μὲ τὰ ψιλόλιγνα

καριοφίλια τους στὸ κονάκι τῆς

ἀνάλγητης ὥρας τῆς μοναξιᾶς μου,

στὴν πιὸ κατάλληλη στιγμὴ

κατεβαίνει ἀπ᾽ τ᾽ ’Ολύμπου

τὸν ἀθάνατο θρόνο της ’Αριάδνη,

γιὰ νὰ ῥάνῃ μὲ τὸν οὐρανομύριστο

μίτο της τοῦ βλέμματός μου

τὸν λαβύρινθο, μέχρι αὐτὸ

ν᾽ ἀνασάνῃ ἀπόδραση

στὴν ἔξοδο τοῦ δικοῦ

σου χρονοφόνου

φωτοστιγμιότυπου.

 

Eἶναι ἡ ὥρα ποὺ τὸ πλεούμενο

τῆς πολιορκημένης ἀπὸ τὶς

ναυαρχίδες τοῦ θανάτου

συνείδησής μου, κοινωνεῖ

τὴν πυῤ­ῥίμορφη ἄχνα τῆς

’Αθανασίας ἀπὸ τὰ

σεληνοζάλιστα ἀμπάρια

τοῦ ὑπερωκεανίου τῆς

δικῆς σου συνείδησης.

 

Eἶναι ἡ ὥρα ποὺ τὸ πλεούμενο

τῆς πολιορκημένης ἀπὸ τὶς

ναυαρχίδες τῆς ἀπόγνωσης

συνείδησής μου, κοινωνεῖ τοὺς

ἥλιους τῆς ὑπομονῆς σου, γιὰ νὰ

μπορεῖ ἔτσι ταλαιπωρημένο ποὺ εἶναι

ἀπὸ τὰ λυσσασμένα τοῦ ἀνεκπλήρωτου

κύματα, νὰ διασχίζῃ τοὺς ὠκεανοὺς

ἀγέρωχο καὶ ῥωμαλέο καὶ νὰ ῥυμουλκῇ

τὰ μισοπνιγμένα τῶν συνειδήσεων

πλεούμενα ὅλης τῆς οἰκουμένης.

 

’Έτσι, γιὰ νὰ σπέρνῃ στὶς

συνειδήσεις ναυάγια, τὸ

μυρίπνοο κλάμα του, καὶ ν᾽ ἀνθίζουν

μέσα ἀπ᾽τὸν ἴλιγγό του, οἱ διασωστικές

τους λέμβοι σὰν μεταφυσικὴ ἀντάρα,

 

χωρὶς χνάρι φόβου γιὰ τὶς συνειδήσεις τοῦ ἀνέλπιδου ποὺ,

παλιἀ τους τέχνη κόσκινο ἡ ῥίψη ἄγκυρας στὶς πλάνες τῆς τρικυμίας,

χωρὶς χνάρι φόβου γιὰ τὶς συνειδήσεις σκυλόψαρα ποὺ,

παλιἀ τους τέχνη κόσκινο ἡ κατακρεούργηση τοῦ μικροτέρου ψαριοῦ,

χωρὶς χνάρι φόβου γιὰ τὶς συνειδήσεις παγόβουνα ποὺ,

παλιἀ τους τέχνη κόσκινο τὸ σαμποτάρισμα τῶν τιτανικῶν τῶν ὀνείρων.

 

 

Γιατὶ κάθε ἀνθρώπινης

ὕ­παρξης πλεούμενο,

γιὰ νὰ μπορέσῃ ἕνα

ἀθῶο σὰν ἡλιόγερμα νὰ σαλπάρῃ

χαμόγελο στὸ ἀφράτο τῶν ματιῶν

ἑνὸς ἀνθρώπου πέλαγος,

στὸ ναυπηγεῖο τοῦ βίου του

πρέπει πρωτύτερα πολὺ

νὰ ἔχῃ χτυπη­θῇ μὲ τοῦ πόνου

τὸ ματσακόνι καὶ τῆς θλίψης,

τοὺς σημάντορες αὐτοὺς

τῆς ζωῆς, ποὺ ἐκσφενδονίζουν

στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ

σὰν ἄλλος Πρόδρομος,

τὸν ἄνθρωπο ποὺ θέλει νὰ

χορταίνῃ ἀρμεξιὲς ἐλπίδας

ἀπ᾽τοὺς μπλὲ μαστοὺς τῆς

σωτηρίας, τὰ κρεμαστάρια αὐτὰ

τῆς αἰωνιότητας.

 

Εἶναι, δηλαδή, ἐκείνη ἡ ὥρα ποὺ

ἡ συνείδησή μου χαμηλώνει

αὐχένα στὴ συνείδησή σου

πατέρα, ὅπως ἡ ἐκκλησιὰ χαμηλώνει

αὐχένα στὸ ὀρθρινὸ

τῆς Κυριακῆς ξεμύτισμα.

 

‘Η πιὸ ἀκριβή μου ὥρα.

‘Η πιό μου ἱερή.

 

‘Η ὥρα ποὺ ψηλώνω κι ὁ­ Θεὸς

μὲ ἐλεεῖ καὶ μοῦ ἀνταποδίδει.

 

_

γράφει ο Παναγιώτης Σκοπετέας 

Μην ξεχνάτε πως το σχόλιό σας είναι πολύτιμο!

Ακολουθήστε μας

(Σαν) όνειρο ήταν

(Σαν) όνειρο ήταν

Κοιτάζοντας στο απέναντι χαγιάτι, ενός παιδιού την ομορφιά ατενίζω. Σαν θαλλός, γερμένο προς τον ήλιο, με γέλιο τιμαλφές και φωτεινό. Έχοντας ακτίνες να το ακολουθούν, σαν προβολείς θεάτρου.    Προσοχή! Η αυλαία κλείνει.   Κοιτάζοντας στο απέναντι χαγιάτι,...

Σύμπας

Σύμπας

Τη χαραυγή ντύνεσαι Αφροδίτη ήλιος χρυσός το απομεσήμερο στο έρεβος ασημένιο φεγγάρι. Κι εγώ, καταδικασμένος να ζω, σ’ ένα μόνο γαλάζιο αστέρι να θαυμάζω όλα τα άλλα. Σε όλα τα άλλα είσαι εσύ... εγώ... ένας ταπεινός στρατιωτάκος του σύμπαντος που με διάλεξε να σε...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Επιμέλεια άρθρου

Διαβάστε κι αυτά

Σύμπας

Σύμπας

Τη χαραυγή ντύνεσαι Αφροδίτη ήλιος χρυσός το απομεσήμερο στο έρεβος ασημένιο φεγγάρι. Κι εγώ, καταδικασμένος να ζω, σ’ ένα μόνο γαλάζιο αστέρι να θαυμάζω όλα τα άλλα. Σε όλα τα άλλα είσαι εσύ... εγώ... ένας ταπεινός στρατιωτάκος του σύμπαντος που με διάλεξε να σε...

Αναζήτηση…

Αναζήτηση…

Πλέουμε στο κουφάρι του καλοκαιριού Δίπλα μας κόλποι, ο Μέγας Γυαλός, η Μικρή Άμμος νησιά, της Αποκάλυψης, της Παναγιάς, της Λαγνείας Διαβήκαμε στον καιρό και σε μέρη δύσβατα Μάθαμε να χωρίζουμε τις θύμησες όπως χωρίζουν τα νησιά τους ανθρώπους τους -ντόπιοι,...

The last exit

The last exit

Με την πρώτη συννεφιά του Σεπτέμβρη χρωματίζονται τα όμορφα που θα έρθουν.  Αρκεί να θες να τα δεις… Όπως θα οδηγείς στη μεγάλη βαρετή ευθεία ενός ατέλειωτου, σκληρού και άχρωμου καλοκαιριού,  μη ξεχαστείς! Να στρίψεις στην τελευταία έξοδο.  Σ ’αυτή που γράφει… “Μωβ,...

2 σχόλια

2 Σχόλια

  1. Μάχη Τζουγανάκη

    Πανέμορφος λόγος. Δυνατή η ώρα που τόσο ευλαβικά περιγράφετε…

    Απάντηση
  2. Παναγιώτης Σκοπετέας

    Αγαπητή Κα Τζουγανάκη,

    Σάς ευχαριστώ από καρδιάς!

    Απάντηση

Υποβολή σχολίου