Ξύπνησε όπως συνήθιζε στις οκτώ. Η ίδια καθημερινή ρουτίνα γέμιζε την σιωπή του πρωινού. Λίγος καφές, σκέτος μαύρος. Μερικά μπισκότα από αυτά που έτρωγε από παιδί. Αυτό ήταν όλο και όλο. Από καιρό εις καιρού άλειφε μια δυο φέτες ψωμί με την μαρμελάδα βερίκοκο που του έστελνε η μάνα του. Ήταν καλοκαίρι και τα φρούτα στο κτήμα έλαμπαν ζουμερά. Η ευωδία τους, τρύπωνε από κάθε χαραμάδα μέσα στο πατρικό του. Τελείωσε το πλύσιμο των πιάτων, φόρεσε τα ρούχα της δουλειάς, γέμισε το παγούρι με κρύο νερό από το ψυγείο και βγήκε στο πλατύσκαλο.
Σήμερα ήταν μια σημαντική μέρα. Στο Φάληρο γίνονταν έργα. Οι χωματουργικές εργασίες προχωρούσαν με ταχείς ρυθμούς. Τόνοι χώματος έπρεπε να μετακινηθούν για να μπουν τα θεμέλια. Η περιοχή κατοικούνταν από τα προϊστορικά χρόνια. Εκατοντάδες χρόνια αδιάλειπτης ανθρώπινης παρουσίας σήμαινε ότι κάθε σπιθαμή γης μπορεί να έκρυβε τα απομεινάρια της ζωής. Τάφοι, οικίες, ιερά, αντικείμενα καθημερινής χρήσης, πολύτιμα κοσμήματα και σκεύη χρυσά ή ασημένια με υπομονή περίμεναν να τα τραβήξουν από την λήθη. Η Αρχαιολογική Υπηρεσία παρακολουθούσε στενά την πρόοδο των εργασιών και σταματούσε τον εκσκαφέα κάθε φορά που κάτι διαφαινόταν ότι ήταν αρχαίο.
Μπήκε στο αυτοκίνητο και οδήγησε γεμάτος κέφι το παραλιακό μέτωπο με κατεύθυνση το Φάληρο. Ως αρχαιολόγος είχε ειδικευτεί στην Αθήνα και στο Λονδίνο στα ταφικά μνημεία. Η μελέτη και ανάλυση των σκελετών ήταν το αντικείμενο της διδακτορικής του διατριβής.
Τα μηχανήματα είχαν εδώ και δυο μέρες σταματήσει να σκάβουν και οι εργάτες υπό την επίβλεψη των αρχαιολόγων μετακινούσαν με σχολαστικότητα το χώμα που κάλυπτε τους σκελετούς! Ένας ομαδικός τάφος. Εικοσιπέντε άτομα είχαν ενταφιαστεί εδώ. Δεν υπήρχαν σαρκοφάγοι, κτερίσματα, ούτε κάποιο άλλο στοιχείο τιμής στους νεκρούς. Ο τρόπος εναπόθεσης και η στάση των άψυχων σκελετών έδειχναν προχειρότητα και βιασύνη. Στην πλειοψηφία τους άντρες, είχαν βασανιστεί άγρια όπως μαρτυρούσαν οι τρύπες στα κρανία και τα κατάγματα σε όλο τους το σώμα.
Δεν άργησε να καταλάβει περί τίνος πρόκειται. Σύμφωνα με τις γραπτές πηγές το 636 πχ, έγινε στάση στην Αθήνα για την ανατροπή του τυράννου Μεγακλή. Η στάση κατεστάλη γρήγορα με το φόρο αίματος να είναι πολύ ψηλός. Όσοι δεν κατάφεραν να διαφύγουν της σύλληψης και να ζητήσουν άσυλο σε άλλη πόλη, βασανίστηκαν επί μέρες και με βαριές αλυσίδες στα χέρια οδηγηθήκαν στο σκάμμα που οι ίδιοι είχαν ανοίξει. Το χαριστικό χτύπημα ήταν στο κρανίο με βαρύ και αιχμηρό αντικείμενο.
Οι κραυγές και ο πόνος θα ήταν φρικτά. Με μάτια γουρλωμένα από το φόβο και στόματα που έχασκαν, θα περίμεναν την λύτρωση των βασανιστηρίων ανάμεικτη με τον απέραντο τρόμο για την απώλεια της ζωής. Η θάλασσα και το Αττικό Φως δεν θα πλημμύριζε πια τις αισθήσεις και την ψυχή που πάλεψε με την εξουσίας της πόλης με κάθε κόστος.
Ο θόρυβος των αυτοκινήτων που διέσχιζαν με ταχύτητα την Λεωφόρο μερικές δεκάδες μέτρα μακριά, οι ερωτήσεις των δημοσιογράφων που είχαν εμφανιστεί για να αρπάξουν τα λάφυρα τους, τον επανέφεραν στην πραγματικότητα. Δεν ήταν παρά σκελετοί με αρχαιολογική αξία, μια σπουδαία ανακάλυψη που θα τον απασχολούσε για πολύ καιρό, μια νέα τουριστική ατραξιόν για τα πλήθη των αχόρταγων τουριστών.
Η επιστροφή στο σπίτι το μεσημέρι του φάνηκε αδιάφορη. Μόνο λίγο η αύρα της θάλασσας του έφτιαξε την διάθεση. Κάτι νόστιμο να φάει δεν υπήρχε. Με μάτια ορθάνοικτα και το στόμα του να χάσκει, έμεινε για λίγα λεπτά ξαπλωμένος να κοιτά το ταβάνι ώσπου τελικά αποκοιμήθηκε.
_
γράφει ο Φοίβος Σταμπολιάδης
Περίληψη: Η πρόσφατη αρχαιολογική ανακάλυψη των «Δεσμωτών» στο Φαληρικό Δέλτα, φέρνει έναν εξειδικευμένο νέο επιστήμονα, αντιμέτωπο με μια νέα και μοναδική πρόκληση-ευκαιρία στην καριέρα του. Ο «θάνατος» ανθρώπων, ακόμα και συντελεσμένος χιλιάδες χρόνια πριν, τον φέρνει αντιμέτωπο με τα μεγάλα ερωτηματικά της δικής του, προσωπικής ζωής.