Σιωπή κρότου, αλλόκοτη ηρεμία
Κρύες, ακούνητες επιφάνειες
Περνάω το καγκελωτό κατώφλι ξυπόλυτη
Μέσα στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα του θανάτου των άλλων
Δίπλα ο Αργύρης, ασπρόμαυρος
Πιο δίπλα, νεκρός αδερφός
Ρούχα μονότονα, δυο κουβέντες χαμηλωμένες
Απορία γιατί κάνουμε ό,τι κάνουμε
Γιατί πάμε όπου πάμε
Πώς πάμε έτσι ανίδεοι;
Βουλιαγμένοι στις ψευδαισθήσεις μας
Έπειτα φτάνουμε εδώ, όλοι μας, αναπόφευκτα όμοιοι
Μέρος της αιωνιότητας του χώματος
Μερικοί αφήνονται στο υπερφυσικό και ξενοιάζουν
Οι άπιστοι υποφέρουν, δεν σιγάζουν τα ερωτήματα
Περνάω το κατώφλι χτυπώντας τις μπότες μου
Το ταξίδι κράτησε λίγο
Λογαριασμοί, εκκρεμότητες, λίστες
Και δίπλα ο Αργύρης ακόμη ασπρόμαυρος
Πώς πάμε έτσι ανίδεοι;
_
γράφει η Λυδία Σταυροπούλου
0 Σχόλια