Το τηλέφωνο της μοναξιάς

ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ. Μεγάλη εφεύρεση του ανθρώπου. Εκτός των πολλαπλών χρήσεών του και εφαρμογών, έχει γίνει απαραίτητο συμπλήρωμα, ας το πούμε κι’ έτσι, της καθημερινότητάς μας είτε μέσα στο σπίτι είτε έξω απ΄ αυτό. Αν τύχει και συμβεί κάποια βλάβη στο δίκτυο και δεν λειτουργεί, νιώθουμε σαν ανάπηροι σαν να αποκοπήκαμε από τον κόσμο, κοντινό ή μακρινό, κάτι σαν ανάπηροι, ανήμποροι και μισοί. Υπερβάλω; Εγώ νομίζω ότι και λίγα λέω. Η ανάγκη του, ιδίως σε άτομα μοναχικά, είναι το μοναδικό μέσον επαφής με την κίνηση, με τη ζωή. Είναι ζωτικής σημασίας γι’ αυτά και δεν είναι λίγες οι φορές που έπιασα τον εαυτό να δίνει ευχές στον εφευρέτη του.

Τυγχάνει να περάσουν μέρες που έχεις να μιλήσεις με συνάνθρωπό σου δια ζώσης και θα ξέχναγες να μιλάς, ει μη μόνο με παραμιλητό, αν δεν είχες το τηλέφωνο πλάι σου. Να μιλάς! Πονεμένη ιστορία. Με τη δικαιολογία πια και της Πανδημίας που επέπεσε επί των κεφαλών μας σα σμήνος τεράστιο αδηφάγων ακριδών, σταμάτησε και το κοινωνικό πρόσχημα επικοινωνίας δια ζώσης, με τον γείτονα, τον συγγενή ακόμη και με τα παιδιά σου. Έδωσε λύση σε μια ούτως ή άλλως αγγαρεία. Αυτή είναι η θλιβερή αλήθεια και ας μη μασάμε τα λόγια μας όταν την λέμε… Κακά τα ψέματα. 

Προσωπικά, το τηλέφωνό μου το κανακεύω, το ξεσκονίζω με προσοχή, θαρρείς και είναι ζωντανή ύπαρξη και κακώς λέω ‘’θαρρείς’’ γιατί σφύζει από ζωή. Το βάζω στη βάση του μόνο τη νύχτα που κοιμάμαι να κοιμηθεί κι’ αυτό να ξεκουραστεί, να γεμίσει τις μπαταρίες του, είναι το μόνο που μού ζητάει πέρα από κάτι φουσκωμένους λογαριασμούς στον ΟΤΕ, απόρροια της αλόγιστης χρήσης που το υποχρεώνω να κάνει. Εκείνο φταίει γι’ αυτό; Αυτό είναι απόλυτα υποταγμένο στις υπηρεσίες που του ζητάς. Και όμως, δεν είναι λίγες οι φορές που ξεσπάμε τα νεύρα μας πάνω του αχρηστεύοντάς το. Υπομονή, υπομονή, αλλά έχει και αυτή ένα όριο στις αντοχές της. Γι αυτό, μόλις επουλωθούν οι πληγές του, πιάνει τον εαυτό του να στέλνει κάτι γαλλικά μπινελίκια στο αυτί, που ντρέπεται και το ίδιο σαν τα λέει. Και μουρτζουφλιάζει και στέλνει άσχημα, έως τραγικά νέα. Ε μα πια! Ποιος είπε ότι και τα αντικείμενα δεν έχουν ένα είδος ψυχής να την πω; Ας την πω λοιπόν. Βέβαια, θα σού τις έλεγε τις θλιβερές κουβέντες, ούτως ή άλλως. Η δουλειά του αυτή είναι, αυτό που του ζητάς υποχρεώνεται να κάνει. Αλλά να, θα το έκανε με κάποιο τακτ, με κατανόηση και αγάπη. Την αγάπη, όπου και αν την δώσεις, σού επιστρέφεται στο πολλαπλάσιο ως γνωστόν, με διάφορες μορφές κι’ ας μη πούμε περισσότερα για πράγματα χιλιοειπωμένα και γινόμαστε βαρετοί, πράγμα που απευχόμαστε.

Τη μοναξιά σου την έχεις συνηθίσει, ίσως και να την αγαπάς, έχεις εκπαιδεύσει τον εαυτό σου γι’ αυτό, αλλά έρχεται και κάποια στιγμή που η άτιμη δεν παλεύεται.
Αόρατες δυνάμεις του Σύμπαντος, ακούν την έκκλησή σου για τηλεφωνική έστω συντροφιά- γιατί για ζωντανή δε γίνεται κουβέντα λόγω κορωνοϊού, που όπως είπαμε απάλλαξε τα βλαστάρια σου από την υποχρέωσή τους αυτή-. Και ω του θαύματος το τηλέφωνο κουδουνίζει, με ένα αναστάσιμο κουδούνισμα και ας πρόκειται τελικά για διαφήμιση ή για λάθος κλίση. 

Ακούστε σας παρακαλώ τώρα τι μού συνέβη τις προάλλες που είχα και τις μαύρες μου –απόρροια του εμβολίου διέγνωσαν τα βλαστάρια μου και απαλλάχθηκαν ευθυνών- .

 

«Έλα Ασπασία, τι κάνεις βρε παιδάκι μου; Το ‘κανες τελικά το εμβόλιο, είχες παρενέργειες;»

«Στεφανία μου εσύ; Δεν σε κατάλαβα. ΜΑ δε μου λες είχες επίσκεψη από τον Αλ; Ξέχασες που σού είπα ότι δεν θα το κάνω; Δεν ακούς τι γίνεται με τις παρενέργειες;»

«Εσύ Ασπασία μου ακούς πόσους νεκρούς έχουμε την ημέρα; Έτσι όπως πάμε τα κοιμητήρια θα πάψουν να δέχονται ενοίκους και θα μας φυτεύουν στις αυλές και τους κήπους μας όσοι από μας είμαστε τυχεροί και διαθέτουμε τέτοιους χώρους. Οι υπόλοιποι, ψητοί, στα κρεματόρια. Μα τότε γιατί έκλεισες ραντεβού για τη Δευτέρα για την 1η δόση;»

«Τι λες ρε συ φιλενάδα; Είπα ποτέ εγώ τέτοιο πράγμα; Ρε συ μπας και με μπερδεύεις με καμιά άλλη σου φίλη; Έχεις τόσες δεκάδες από το διαδίκτυο; Ξεστόμισα τέτοια κουβέντα εγώ που είμαι θανάσιμος εχθρός του εμβολίου ξέρεις ποιου κυρίως και δευτερευόντως όλων των υπολοίπων; Χαμένα τα ‘χεις; Σαν να μου φαίνεται ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά με εσένα σήμερα. Λες να αρχίσω να ανησυχώ; Μη και κανένα ψιλοεγκεφαλικό ελλοχεύει καλή μου, Θεός φυλάξοι; Ως και η φωνούλα σου είναι αλλιώτικη. Την κοκκινοσκουφίτσα και τη γιαγιά της με τον κακό λύκο μού θυμίζουμε, να σε χαρώ…»

«Άιντα άϊντα. Λες για μένα, αλλά το πρόβλημα είναι όλο δικό σου. Να το κοιτάξεις Ασπασία μου μη και χειροτερέψει, αν και γω πιστεύω και ελπίζω να είναι κάτι το περαστικό. Από την κλεισούρα ίσως. Να έρθω να σε πάρω να πάμε για κανέναν καφέ; Είναι νωρίς ακόμα μέχρι την απαγόρευση της κυκλοφορίας.»

«Άνοιξαν οι καφετέριες; Αμ γι’ αυτό άδειασε η πλατεία μας από νέους. Και γω που νόμιζα ότι τα παιδιά συμμορφώθηκαν επιτέλους!»

»Τι να σου πω; ’ΕΛΑ εσύ καλά εφοδιασμένη με μάσκες και αντισηπτικά και βλέπουμε. Μια βόλτα, ένα περπάτημα, καλό θα μας κάνει». 

«Ξανά μανά άϊντα. Προτείνει βόλτα και περπάτημα η Ασπασία μου που τα μισεί και τα δύο πιο πολύ από τις αμαρτίες της. Από πότε έχουμε να πάμε βόλτα φιλενάδα, απ’ όταν πηγαίναμε στο λύκειο ή και πιο μπροστά ακόμα;»

«Στεφανία πηγαίναμε ΕΜΕΙΣ ΛΥΚΕΙΟ ΜΑΖΙ; Είσαι με τα καλά σου;»

«Α. καλά, κλείνω κι’ έρχομαι από κει».

«ΌΧΙ ΚΟΡΊΤΣΙ ΜΟΥ ΔΕ ΘΑ ΤΟ ΔΙΑΚΙΝΔΥΝΕΥΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΑΤΆΣΤΑΣΉ ΣΟΥ, Κάτσε στην ασφάλεια του σπιτιού σου, γιατί σήμερα τόσο εγώ όσο κι’ εσύ, φαίνεται ότι είμαστε αλλού γι’ αλλού.

»Μισό, μην κλείσεις κτυπάει το κινητό.

»Στεφανία μου κλείσε θα σε πάρω σε λίγο».

«Καλώς, θα σε περιμένω όση ώρα κι’ αν παρλάρεις».

…«Τι συμβαίνει;»

«Μάνα ΕΓΩ ΕΊΙΜΑΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΊΜΑΙ ΚΑΘΟΛΟΥ ΚΑΛΑ. Όχου Παναγιά μου και τι έπαθα!»

«ΤΙ έπαθες παιδάκι μου, μίλα καθαρά δεν καταλαβαίνω τι μού λες μέσα από το λυγμό σου, μη με τρελαίνεις…»

«Μάνα σού δίνω το γιατρό ένα λεπτό…»

«ΤΙ; ΤΟ ΓΙΑΤΡΟ;ΓΙΑΤΙ;»

«Γεια σας κυρία μου και να με συγχωρείτε για τα κακά μαντάτα. Το παιδί σας είναι κτυπημένο βαριά στο πόδι, κάταγμα σε τρία μέρη. Ακούστε με με προσοχή. Αν δεν επέμβουμε χειρουργικά μέσα στην επόμενη ώρα, κινδυνεύει με ακρωτηριασμό. Θα χρειαστούν πανάκριβες λάμες εισαγωγή από το εξωτερικό και….»

«Τι μού λέτε γιατρέ μου;»

«Αυτό που σας λέω και μη με κάνετε να μετανιώσω που σας μιλάω δεν το συνηθίζω με τα συγγενολόγια των ασθενών μου».

«Σε ποιο Νοσοκομείο είστε γιατρέ μου»; Κατάφερα να ψελλίσω.

«Θα σας πω αφού πρώτα κάπως ηρεμήσετε αν και δεν έχετε άδικο».

«Κλείστε γιατρέ να πάρω τ’ αδέρφια του παιδιού μου και πάρτε με πίσω σε πέντε λεπτά». 

«Καλώς, Αλλά όχι σε πέντε λεπτά πνίγομαι. Αύριο το πρωί θα σας ξαναπάρω».

ΚΑΙ κλείνει το τηλέφωνο.

Εγώ να τρέμω μεν, αλλά μια φωνή μέσα μου κάτι μού έλεγε ότι απλά κοιμάμαι και βλέπω εφιάλτη.

Καταφέρνω να τηλεφωνήσω στο μεγάλο μου γιο να του πω τα συμβάντα. Τώρα γιατί σ΄ αυτόν και όχι στον άλλο μου γιο; Δεν ξέρω, αν και δεν κατάλαβα στις δυο λέξεις που μου είπε το παιδί μου στο τηλέφωνο πριν δυο λεπτά νόμισα ότι πρόκειται για τον μικρό μου.

ΈΤΣΙ που σφάδαζε από τον πόνο δεν τους ξεχώρισα.

Περίεργος γιατρός μού φάνηκε, ναι μεν με άψογα Ελληνικά, αλλά με μία ανεπαίσθητη ξενική προφορά.

Το είπα στο γιο μου.

«Κλείσε να πάρω τον Νίκο και μην ανησυχείς. Αν είναι αυτό που νομίζω….»

«Μάνα εγώ είμαι ο Νίκος και είμαι μια χαρά. Σίγουρα ήταν απάτη. ΚΑΙ όταν είδαν ότι έπεσαν πάνω σε ένα κορίτσι που δεν μασάει λούφαξαν. Έλα και ηρέμισε σε λίγο θα περάσω από κει. Εσύ καλού κακού πάρε το 100 και μην ανοίξεις την πόρτα σου ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ».

Ακόμη τρέμοντας, είπα να πάρω την Στεφανία που θα είναι έξαλλη. Τόσην ώρα, θα νομίζει ότι ξέχασα ότι της είπα θα την πάρω.

«Συγγνώμη βρε Στεφανία μου, δεν είναι ότι σε ξέχασα αλλά μετά από αυτά που θα σού πω θα ξεθυμώσεις».

«Ασπασία μου εσύ είσαι; Μόλις έφευγα. Ακατάληπτα τα λόγια σου ρε συ, τι μπερδεμένα πράματα μού λες; ¨Εγώ πρέπει να σού ζητήσω συγγνώμη που έχω τόσες μέρες να σε πάρω. Το σταθερό μου ΉΤΑΝ εκτός λειτουργίας, κινητό δεν έχω, έχω κομπιούτερ, θα σού έστελνα μήνυμα αν είχες και εσύ. Σού το έχω πει ένα εκατομμύριο φορές ότι πρέπει να σε μάθω, αλλά εσύ περί άλλων τυρβάζεις»

«Σκάσε βρε Στεφανία και πάω να τρελαθώ. Αυτό μου ‘λειπε να έχω και σένα να μού λες τρελά, δεν το γλυτώνω το τρελάδικο φιλενάδα, μιλώ σοβαρά».

«Ώχου σαν να έχεις δίκιο. Έρχομαι από κει παρά τις απαγορεύσεις. Αν με πιάσουν θα πω ότι πάω να σώσω μια φίλη μου που το ’χασε από την κλεισούρα και δεν θα απέχω πολύ από την πραγματικότητα βέβαια».

Από την αστυνομία μού είπαν ότι ήταν μια πολύ συνηθισμένη απάτη. Οι απατεώνες, ποντάροντας στην αγωνία του γονιού για την υγεία του παιδιού του, λειτουργούν έτσι, αποσπώντας μεγάλα χρηματικά ποσά. Πότε πρόκειται για υγεία, πότε για εφορία και λογιστές και η γκάμα μεγάλη.

Με εμένα δεν τα κατάφεραν, αν και θα μπορούσαν γιατί ενήργησα σωστά παρά τον πανικό μου. 

Τα έλεγα στην κοπέλα που με βοηθάει με το νοικοκυριό και μού είπε ότι και σ’ εκείνην συνέβη το ίδιο. Υποτίθεται ότι τα παιδιά της τραυματίστηκαν σε τροχαίο, την στιγμή που και τα δύο έτρωγαν στην κουζίνα!

Ως που να πεις κύμινο, καταφτάνει η Στεφανία.

«Έλα ρε συ Ασπασία, είσαι καλά; Βάλε τη μάσκα σου και λέγε. Αργά, αργά και πιάστο από την αρχή γιατί δεν έχω καταλάβει Χριστό. Εγώ όπως σου είπα, ήμουνα μέρες χωρίς τηλέφωνο, λόγω κακοκαιρίας όπως μού είπαν από τον ΟΤΕ. Που σημαίνει σε απλά Ελληνικά ότι έχω να σου μιλήσω μέρες».

«Τι λες αγάπη μου; Δεν μιλούσαμε με τις ώρες και γελούσες που σού έλεγα ότι στέλνω ευχές στον εφευρέτη τού τηλεφώνου που είναι υπ’ αριθμ. 1 εχθρός τής άτιμης της μοναξιάς μας;»

«Όχι Ασπασία μου δεν τα έλεγες σε ‘μένα, εκτός και αν κοιμόσουνα και μού τα έλεγες στον ύπνο σου!»

«Στάσου, θα δούμε τις τηλεφωνικές κλίσεις, αν είμαστε τυχερές και δεν δείξει ΑΓΝΩΣΤΟΣ. Νάτο… Δεκαψήφιος αριθμός από 231…….».

«ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΡΕ ΣΥ; Αν δεν θυμάσαι τον αριθμό μου, το 210 ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ αποκλείεται να το ξέχασες. Κορίτσι μου ΔΕΝ ΜΙΛΟΥΣΕΣ ΜΕ ΜΈΝΑ το μόνο σίγουρο».

«Για να καλέσουμε λοιπόν τον αριθμό που είναι στην αναγνώριση κλίσεων.

»Ναι, παρακαλώ μπορώ να μιλήσω με τη Στεφανία;»

«Το κυρία Στεφανία ντεν είνι ιντό αυτή τη στιγμή. Άφησε αριθμό σας πάρει ότα γυρίσει. Άφησε σε ίμένα σημείωμα ότι ίσως αργήσει, πάει σε φίλη της που χρειάζιτι τη βοήθεια του».

Όπως θα καταλάβατε αγαπητοί μου αναγνώστες επρόκειτο περί μιας απίστευτης συνωνυμίας. Με ΑΛΛΗ ΣΤΕΦΑΝΙΑ μιλούσα όχι με την φίλη μου! Με άλλη Ασπασία μιλούσε εκείνη όχι με την φίλη της. Απίστευτη σύμπτωση τόσο στα ονόματα όσο και στη φιλική σχέση.

Αργότερα, θεώρησα υποχρέωσή μου να την ξαναπάρω, να της ζητήσω συγγνώμη, που παραβλέποντας την καραντίνα, θα αναζητούσε μια Ασπασία, που όμως δεν ήμουν εγώ, για να της προσφέρει τη βοήθεια που νόμιζε ότι χρειαζόταν.

«Συγγνώμη άγνωστή μου Στεφανία και όποτε έρθεις Αθήνα μεριά, θα ήθελα να γνωριστούμε. Χημεία μεταξύ μας φάνηκε να υπάρχει κι’ εγώ ποιος τη χάρη μου που θα έχω δυο φίλες με ένα τόσο υπέροχο όνομα.

Ωραίο πράγμα η Φιλία ε Στεφανία; Και ευτυχείς αυτοί που έχουν φίλους αληθινούς».

_

γράφει η Λένα Μαυρουδή Μούλιου

Ακολουθήστε μας

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 29 – 30 Μαρτίου 2025

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 29 – 30 Μαρτίου 2025

Real News Καθημερινή https://youtu.be/lUs1F7LToqA?si=WDPWDsG2NUS35UCs https://youtu.be/PcICb7hjRtM?si=PQFZsVYt1RXMcIAp Πρώτο Θέμα Το Βήμα της Κυριακής Δώστε μας το email σας και κάθε Παρασκευήθα έχετε στα εισερχόμενά σας τις προσφορές των εφημερίδων [mailpoet_form...

Άγγελοι φτιαγμένοι από χρυσό

Άγγελοι φτιαγμένοι από χρυσό

Χορεύανε στη βροχή, το θυμάμαι.Σαν να ’χα γράψει εγώ τη σκηνή.Κι όπως μιλούσαν, ένιωθαν πως μεθάνε.Μα δεν είχανε πιει στάλα κρασί. Κι όπως τ ’αστέρια ψιθύριζαν ευχές,τα μάτια έκλεισε, έλεγε προσευχές.Κάτι γι’ αγγέλους κι όνειρα απατηλά.Κάτι γι’ αντίο και μεθυσμένα...

Η μάνα της Φανής

Η μάνα της Φανής

Τα βήματά μου ακολούθησαν τον μεγαλόσωμο αστυνομικό. Το ήξερα ότι δεν έπρεπε να τον ακολουθήσω, αλλά έπρεπε να τη δω. Ήθελα να είμαι κοντά της. Πάντα, όταν συμβαίνει κάτι σοβαρό, οι κόρες πάνε στις μητέρες τους για να μάθουν τι να κάνουν. Εγώ, σε τι διαφέρω; Δεν είχα...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Διαβάστε κι αυτά

Η μάνα της Φανής

Η μάνα της Φανής

Τα βήματά μου ακολούθησαν τον μεγαλόσωμο αστυνομικό. Το ήξερα ότι δεν έπρεπε να τον ακολουθήσω, αλλά έπρεπε να τη δω. Ήθελα να είμαι κοντά της. Πάντα, όταν συμβαίνει κάτι σοβαρό, οι κόρες πάνε στις μητέρες τους για να μάθουν τι να κάνουν. Εγώ, σε τι διαφέρω; Δεν είχα...

Αδιαφυλαξία

Αδιαφυλαξία

Απόψε, τουλάχιστον, θέλω να είμαι ειλικρινής. Αν και αμφιβάλλω αν είμαι καν ικανός να ψεύδομαι. Βλέπεις, μιλώ ξανά στο κενό, μα ακόμα και το κενό ξέρει πως κανείς δεν μπορεί να ψεύδεται χωρίς πρώτα να κατέχει οποιαδήποτε άποψη. Και για να πω την αλήθεια, δεν πιστεύω...

Η κραυγή

Η κραυγή

Με εμπειρίες λιγοστές κι επαρχιώτικες ξεκίνησε τη φοιτητική ζωή στη μεγαλούπολη. Καλόβολος, με καρδιά αγνή, αθωότητα σχεδόν παιδική, προσπαθούσε από τους πρώτους κιόλας μήνες να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της σχολής και κυρίως να ανοίξει τους κοινωνικούς του...

0 σχόλια

0 Σχόλια

Υποβολή σχολίου