-Καλησπέρα γιατρέ, φεύγω απόψε. Όχι, είμαστε όλοι καλά. Απλώς πρέπει να φύγω. Όχι, μην έρθετε στο αεροδρόμιο. Σας παρακαλώ. Ναι δεν θα χαθούμε. Ευχαριστώ. Καληνύχτα σας. 

Η Νατάσα θα λείψει για μερικές εβδομάδες γιατί ο άνδρας της κάνει μια σοβαρή επέμβαση σε νοσοκομείο του Λονδίνου. Θα έφευγε πρωί, χαράματα, οι βαλίτσες έχασκαν ακόμη μισόκλειστες και οι ντουλάπες ήταν άνω κάτω. Είχε πει ψέματα. Όχι για κακό. Απλώς ήθελε να σώσει τη ζωή του άνδρα της και να αγγίξει υστερόβουλα τις ψυχές, τις αφημένες, εκείνους που ανέβηκαν πάνω από τα σύννεφα και δάκρυ δεν είχε προλάβει να χύσει ακόμη. Είχε χάσει την αδερφή της, δεν είχε σαραντίσει· η οποία της είχε πει, τώρα που φεύγω να πετάς, όσο μπορείς. Να ταξιδέψεις όσο βαστάς. Ο θάνατος μου θα σε ελευθερώσει. Βγες στο μπαλκόνι και δες τον ήλιο που δύει · δες πώς βουτάει στον Θερμαϊκό και θα σου πω εγώ πώς μετά όλα έρχονται δεύτερα στη ζωή σου. Και ο θάνατός μου ακόμη θα έχει γίνει αθανασία για σένα.

Η Νατάσα είχε ολοκληρώσει τη νυχτερινή βάρδια της, αποχαιρέτησε χωρίς πολλά λόγια και με ένα χαμόγελο τους ασθενείς της και τους σκέπασε στοργικά όπως μια μάνα ξέρει να κάνει. Ήταν νοσηλεύτρια στο Ιπποκράτειο και τα αγόρια της ήταν στη εφηβεία. Θα έχω να διηγούμαι στους ασθενείς μου, σκέφτηκε και περπάτησε αθόρυβα, στους διαδρόμους δρασκελίζοντας τη μεγάλη έξοδο. Όταν ξεκλείδωσε την πόρτα, τα αγόρια κοιμούνταν. Τα είχε εμπιστευτεί στην ευγενική κυρία που έμενε στο κέντρο της αυλής που νοίκιαζαν, λίγο παραδίπλα από τη μεσοτοιχία· τις χώριζαν μόνο μερικές δεκάδες γλάστρες και τις ένωνε μιαν απέραντη αγάπη. Στην ταράτσα τα ρούχα ανέμιζαν, είχε ξεχάσει να μαζέψει την μπουγάδα. Άνοιξε το ψυγείο, βεβαιώθηκε για το γάλα διαρκείας, την καρυδόπιτα, και τα άψητα μπιφτέκια στην κατάψυξη. Σεπτέμβριος και ένα γλυκό αεράκι μαζί με τις ευωδιές του κηπαρίου την γέμιζαν με μια γλυκιά προσμονή. Πόσο θα χρειαζόταν να λείψει, άραγε; Στην εικοσαετή καριέρα της είχε γίνει μάρτυρας πολλών ψυχών που έφευγαν και δεν μπόρεσε να καταλάβει ποτέ το αίνιγμα πίσω από μια τυπική διαδικασία. Πού πάνε αυτές οι ψυχές; Το καθήκον της, την ωθούσε να πετάξει. Ανησυχούσε που άφηνε τα αγόρια της πίσω, όμως έδινε κουράγιο μόνη της στον εαυτό της να κάνει το επόμενο βήμα. Επιβιβάστηκε σε ένα διερχόμενο ταξί και κατευθύνθηκε προς το Μακεδονία. Παρέδωσε τις λιγοστές αποσκευές, πέρασε από τον έλεγχο και πήρε τη θέση της στη σειρά στην πύλη επιβίβασης. Το είχε ξανακάνει αυτό το ταξίδι. Η αγωνία της όμως τώρα ήταν, αν θα ακολουθούσε την ίδια διαδρομή, ή μήπως εσκεμμένα θα έπαιρνε άλλο δρόμο που θα την έβγαζε σε διαφορετικά τοπία, σε ξένους ήλιους. Η σκέψη της ήταν στα αγόρια της. Τα χελιδόνια γυρίζουν πάντα πίσω, Νατάσα. 

_

γράφει η Αλεξάνδρα Μιχαλοπούλου

Ακολουθήστε μας

Ο αλγόριθμος στο χαμόγελό της!

Ο αλγόριθμος στο χαμόγελό της!

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης Η Ελένη καθόταν στο μικρό καφέ της γειτονιάς με τον καπουτσίνο της να κρυώνει δίπλα στον φορητό υπολογιστή. Στα 38 της χρόνια είχε μάθει να κρύβει τις ρυτίδες της με φίλτρα και τις απογοητεύσεις της με χιούμορ. Δούλευε ως...

Το αγόρι και το μενταγιόν

Το αγόρι και το μενταγιόν

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχαν όνειρα και φθινοπωρινές μπαλάντες και κάστρα στην άμμο. Και υπήρχε κι ένα αγόρι, του οποίου το όνομα ποτέ δεν συγκρατεί η μνήμη μου, που μπορούσε να εκμεταλλευτεί όλα τα παραπάνω προς όφελός του. Αιχμαλώτιζε τα όνειρα μέσα στις μικρές...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Διαβάστε κι αυτά

Το αγόρι και το μενταγιόν

Το αγόρι και το μενταγιόν

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχαν όνειρα και φθινοπωρινές μπαλάντες και κάστρα στην άμμο. Και υπήρχε κι ένα αγόρι, του οποίου το όνομα ποτέ δεν συγκρατεί η μνήμη μου, που μπορούσε να εκμεταλλευτεί όλα τα παραπάνω προς όφελός του. Αιχμαλώτιζε τα όνειρα μέσα στις μικρές...

Άγγελοι φτιαγμένοι από χρυσό

Άγγελοι φτιαγμένοι από χρυσό

Χορεύανε στη βροχή, το θυμάμαι.Σαν να ’χα γράψει εγώ τη σκηνή.Κι όπως μιλούσαν, ένιωθαν πως μεθάνε.Μα δεν είχανε πιει στάλα κρασί. Κι όπως τ ’αστέρια ψιθύριζαν ευχές,τα μάτια έκλεισε, έλεγε προσευχές.Κάτι γι’ αγγέλους κι όνειρα απατηλά.Κάτι γι’ αντίο και μεθυσμένα...

Η μάνα της Φανής

Η μάνα της Φανής

Τα βήματά μου ακολούθησαν τον μεγαλόσωμο αστυνομικό. Το ήξερα ότι δεν έπρεπε να τον ακολουθήσω, αλλά έπρεπε να τη δω. Ήθελα να είμαι κοντά της. Πάντα, όταν συμβαίνει κάτι σοβαρό, οι κόρες πάνε στις μητέρες τους για να μάθουν τι να κάνουν. Εγώ, σε τι διαφέρω; Δεν είχα...

0 σχόλια

0 Σχόλια

Υποβολή σχολίου