Μια φορά και έναν καιρό, ήταν πολλά όμορφα παιδάκια, που παίζανε αμέριμνα στην αυλή του σχολείου τους.
Ένας κακός άνθρωπος, που τριγυρνούσε εκεί, σε εκείνα τα μέρη, θέλησε να τα κλέψει.
Όμως εκείνα δεν αντιστάθηκαν, αφού πριν τους είχε δήθεν κάνει δώρο ένο φίλτρο μαγικό, τους είχε πει πως θα τα έκανε μόνο να χαίρονται και ποτέ να λυπούνται.
Βλέπετε, αυτή η αυλή, ήταν η αυλή ενός ορφανοτροφείου, που μέσα συστεγαζόταν και ο παιδικός σταθμός που υπάγετο το ορφανοτροφείο.
Από μικρός αυτός ο κακός άνθρωπος είχε μάθει να μην ακούει, να μη θέλει να κάνει κάθε τι καλά, ακόμα και για τον εαυτό του.
Όταν τον έπιασε η Αστυνομία, το μόνο που είπε ήταν: «Ήθελα και εγώ να πονέσουν και άλλοι σαν εμένα».
Μα ήξερε ότι εκείνα τα λόγια, όσο πόνο και να έκρυβαν, η ψυχή του πονούσε μα δε διαμαρτυρόταν.
Είχε γίνει σκληρή σαν πέτρα.
Οι καταστάσεις και οι δυσκολίες που τον άφησαν έρμαιο της τύχης του, τον είχαν ανδρώσει μεν αλλά λανθασμένα.
Είχε να αντιμετωπίσει πολλούς κινδύνους και έπρεπε μόνος του να τα καταφέρει.
Μέχρι ενός σημείου, τα κατάφερε.
Από κει και πέρα όμως, τα πάντα ήταν θολά στο μυαλό του και όλα δήλωναν το χάος των σκέψεών του και των αποφάσεων που ήδη έπρεπε να είχε πάρει.
Ευτυχώς, ένα από τα παιδάκια πρόλαβε να ξεφύγει και δεν κεράστηκε από εκείνο το υπνωτικό.
Οπότε τρομαγμένο, πήγε μέσα στη δασκάλα του και είπε το τι είχε δει με τα τρομαγμένα από φόβο ματάκια του.
Η καρδούλα του χτυπούσε τρελά και ακατάπαυστα, μη ρυθμικά.
Η φωνούλα του έτρεμε και τα ποδαράκια του λες και θα λύγιζαν από στιγμή σε στιγμή.
Παρόλα αυτά, βρήκε το κουράγιο και είπε ότι και όσα ήταν σε θέση να δει και να καταλάβει, αφού είχε κρυφτεί πίσω από το σκουπιδοντενεκέ.
Βλέπετε, η μικροκαμωμένη φιγούρα του τον είχε καλύψει απόλυτα, χωρίς να γίνει αισθητή η παρουσία του, όσο και η απουσία του.
Η δασκάλα, χωρίς να χάσει το ελάχιστο δευτερόλεπτο, απευθύνθηκε στον Διευθυντή και όλοι μαζί τρέξαν γρήγορα στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα.
Δεν άργησε να γίνει η σύλληψη καθώς και οι απαραίτητες από όλους καταθέσεις.
Έδειξε μεταμέλεια, είπε ο Αξιωματικός Υπηρεσίας, αφού με δάκρυα στα μάτια ζητούσε απεγνωσμένα, όχι την απαλλαγή της ποινής του, αλλά να πέσει γονατιστός και να ικετέψει τους γονείς των μικρών αθώων αυτών αγγέλων να τον λυπηθούνε και να του δώσουνε μια ακόμα ευκαιρία ζωής και αιτία ύπαρξής του σ’ αυτόν τον σκληρό και απάνθρωπο κόσμο, που κλήθηκε εν αγνοία του και ερήμην του να ζήσει.
Όλοι, όσο και αν προσπάθησαν να του φερθούν σκληρά, υποδειγματικά, μετά την εξιστόρηση των δικών του παιδικών φριχτών χρόνων, καταλάγιασαν οι θυμοί, τα αντίποινα που ζήταγαν απεγνωσμένα να του επιβληθούν, γιατί και μόνο στη θέα ενός κακοποιημένου, όχι μόνο σωματικά παιδιού αλλά κυρίως ψυχολογικά, τους επέτρεψε να του δώσουν το πολυποθητο εισιτήριο παραμονής του στη ζωή.
Μετά από όλα αυτά, καλό είναι για όλους μας να έχουμε τα μάτια μας όχι τέσσερα αλλά εκατόν τέσσερα, αφού οι κίνδυνοι, ορατοί και αόρατοι, παραμονεύουν και μας κρυφοκοιτάνε, στιγμή προς στιγμή, λεπτό του λεπτού.
Το πιο συγκλονιστικό και τραγικό συνάμα ήταν η αποδοχή του η παραδοχή του ενός θολωμένου μυαλού, που δεν ήξερε ή δεν είχε γνώση τι θα επακολουθούσε μετέπειτα της αρπαγής τωγ ανηλίκων αυτών παιδιών.
Ήταν εκείνο το διάστημα που οι ειδήσεις μας κατακεραύνωναν για εμπόρια οργάνων, γενικά για πράξεις προσβολής γεννετησίας αξιοπρέπειας.
Ποιος ξέρει τι είχε στο νου του.
Το μόνο βέβαιο ήταν που πρώτη φορά, ποινή, επιβεβλημένη και αποδιδόμενα από τις Αρχές, θα ’ταν η δική του αρχή ζωής.
-
γράφει η Άννα Ζανιδάκη
Μην ξεχνάτε πως το σχόλιό σας είναι πολύτιμο!
Ενημερωτικό και διδακτικό συνάμα. Κάποιες φορές ίσως αξίζει τον κόπο να δίνουμε ευκαιρίες στους συνανθρωπους μας.
Το πολύ σοβαρό κοινωνικό θέμα του bullying και του ψυχαναγκασμού δοσμένο από την πένα μια μάνας!
ΜΠΡΑΒΟ ΑΝΝΟΥΛΑ!!!