Η βροχή είχε επιστρέψει. Δε μου έκανε πια εντύπωση, εδώ στα μέρη του Βορρά η συννεφιά έχει γίνει συχνός επισκέπτης. Μια θα σου βγάλει μια ηλιαχτίδα ξαφνικά για τη γλύκα, μα έπειτα στάλες με ένα φόντο γκρίζο απλωμένο διάσπαρτα στον ουρανό.
Συγυρίζω, σου είχα πει. Είναι το σπίτι ασυμμάζευτο, πιάτα που θέλουν πλύσιμο ως συνήθως, πάνε τέσσερις μέρες. Κυριακή θα ήταν η τελευταία φορά που θα ’χα καθαρίσει.
Συγυρίζω, έτσι ο χρόνος μου περνάει κάπως γρήγορα και ο χώρος θα αναπνεύσει. Είναι όπως έλεγε και η μάνα μου «τσαντίρι» από τα λίγα, με τα ρούχα απλωμένα σε καρέκλες και κρεβάτι εδώ κι εκεί. Μα θα γελούσα και θα απέφευγα όταν το λόγο μου απηύθυνε πως «πρέπει να συμμαζευτεί». Κι ας πιστεύει πως εκτιμώ περισσότερο εγώ από τον αδελφικό περίγυρο να έχω το δωμάτιο στην εντέλεια.
Σου είπα; Αποφεύγω και για λίγο την οθόνη του υπολογιστή. Στις διαφάνειες και τα αρχεία γραφής ο μισός χρόνος από τη ζωή μου έχει ξοδευτεί. Κάποιες εργασίες που πρέπει ευθύς να ολοκληρώσω, να συμπληρώσω ιδέες με λέξεις ακαδημαϊκού πια επιπέδου, να σφύζουν από στόμφο, βάρος σημασίας και συναφές βεβαίως περιεχόμενο. Δεν έχει ακόμα μεστώσει ικανοποιητικά η ιδέα μέσα μου, μιας και σκαλιά απότομα έχω ανέβει και πηδάω «χρόνο για να μη χάσω». Στην αλλαγή της γλώσσας πια τα συμφώνησα εντελώς με τον εαυτό μου και δεν πορεύομαι μονάχος. Βγαίνω, ρωτάω, πιάνω κουβέντα σε δρόμους, διαδρόμους, καφέ και ασανσέρ. Τρελό ή ανώμαλο, φοβήθηκα μην παρεξηγηθώ όταν κάποιες στιγμές που απροκάλυπτα συζήτηση θα πιάσω. Να συζητήσω για τον καιρό, για την πόλη, από πού ήρθα και σε αυτό το μέρος τι γυρεύω. Ύστερα πάλι να εξαφανιστώ σε αυτούς τους τέσσερεις τοίχους με ένα ασορτί επικλινές παράθυρο για δόσεις αέρα, δήθεν ελευθερίας, να εξορίσω τον εαυτό μου για μια φορά ακόμη.
Η βροχή δυναμώνει. Δεν ξέρω άμα ετούτη η κλιματική συνήθεια θα αλλάξει τους επόμενους μήνες. Μυρίζει καλοκαίρι κι εγώ ζηλεύω τον ήλιο και τη θάλασσα από τις φωτογραφίες που μου στέλνεις. Είμαι ρομαντική ψυχή θα πεις και πως ο ήλιος ίδιος δύει και ανατέλλει. Πως το κρύο έχει πια εξαφανιστεί, ενώ εδώ άνισες μάχες για έναν καθαρό ή θαμπό ουρανό δίνουν και παίρνουν. Μην ανησυχείς, είχες πει, και με φωτογραφία το μαύρισμα από το μαγιό, τα αποτελέσματα αυτού του ήλιου μου δείχνεις.
Τρίβω τα μάτια μου επίμονα. Μια ξαφνική νύστα με έχει πιάσει κι ας είναι αργά απόγευμα εδώ πάνω. Μια κούραση που έρχεται και φεύγει, απότοκος μιας επίμονης προσπάθειας να αποδώσω στο μέγιστο. Το μέγιστο του εαυτού μου, των δυνατοτήτων μου, της επιθυμίας να ξεπεράσω το εγώ του παρελθόντος μπροστά από την οθόνη ενός υπολογιστή.
Μαζεύω την εναπομείνουσα ακαταστασία και στέκομαι για λίγο να θαυμάσω το «έργο» μου. Πάντα πίστευα ότι μπορώ να τα καταφέρω με κάποια μορφή τέχνης, πες το γραφή, πες το ζωγραφική, πες το μουσική δημιουργία. Μα τη δεδομένη στιγμή νιώθω μεγαλύτερη
περηφάνεια για την ευχέρεια στην καθαριότητα. Άγνωστο το γιατί.
Θυμάσαι τι σου είχα πει; Ένα δωμάτιο, πρότερα όμοιο κακέκτυπο χώρου μετά από νυκτερινό πάρτι, έγινε πάλι πια «παλάτι». Ανοίγω το καπάκι του υπολογιστή για να σε βρω, να σε δω, να σου μιλήσω. Να σου αναφέρω για τις «περιπέτειες» της ομαλής μου καθημερινότητας, περιγράφοντάς τες γλαφυρά ώστε να δω το χαμόγελο στα χείλη σου.
Μήνυμα εμφανίζεται στην φωτεινή μα άψυχη οθόνη του υπολογιστή. Το όνομά σου δίπλα να μεταφέρει ηλεκτρονικά, γραμμένα τα λόγια σου. Η αυριανή ημέρα θα είναι δύσκολη, γεμάτη, κουραστική μου γράφεις. Δε θα μπορείς να περιμένεις να με δεις. Μια καληνύχτα πριν με αφήσεις γιατί τα μάτια σου να βρουν θέλουν την ξεκούραση που τους αντιστοιχεί. Με μια υπόσχεση πως σύντομα θα σε δω.
Μα είναι νωρίς για μένα. Κοιτάω το ρολόι στον τοίχο για να συνειδητοποιήσω ότι η διαφορά ώρας με έχει κάνει να χαθώ. Όμως για εμένα είναι νωρίς, σε άφησα χωρίς να σου μιλήσω, να δω το πρόσωπό σου να εμφανίζεται στην οθόνη του υπολογιστή. Για εμένα δε νύχτωσε ακόμη. Εδώ στον κρύο Βορρά, που η βροχή ένα τέλος δεν έχει βρει, εδώ, με ένα ρολόι να δείχνει, όχι πρωί, μάλλον αργά το απόγευμα, 8 και μισή.
–
γράφει ο Χάρης Γεωργάκης
Πολύ ξεχωριστή η γραφή σας. Διάβαζα ένα κείμενο και νόμιζα πως ξεπηδαγαν στίχοι από κάποιο ποίημα. Είχε μελωδικότητα και ρυθμό. Νοσταλγία και μελαγχολία που ακολουθούν τη στασιμότητα του ήρωά σας…όμορφο..
Ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια! Ήθελα να πειραματιστώ με έναν άλλο τύπο γραφής που να ξεφεύγει από τα τυπικά. Χαίρομαι που εκτιμήθηκε με τέτοια σχόλια!