Ένα τσιγάρ(ω) τελευταίο για τη βραδιά,
μια μονάχα τζούρα, την πρώτη.
Tο υπόλοιπο να σιγοκαίει,
τον Χρόνο να βλέπει να περνά,
σκόνη να γένεται σε ρόλους ξεχασμένους,
με λόγια άστρα
σε ξένους Ουρανούς.
Κι όσο αυτά λάμπουν, γωνιά δε μένει αδειανή.
Και αν κι απόψε ο Έρωτας ήτο άφαντος,
είναι που έμαθε κρυφτό να παίζει
σε μέρη αγγέλων.
Μα μην ξεγελαστείτε, δίδεται μοναχά σ΄ όσους είναι πρόθυμοι να τον νιώσουν...
Έρωτα πολλοί σε κάλεσαν, μα λίγοι οι ικανοί να αφεθούν
κι ελάχιστοι οι δυνατοί να νιώσουν αδύναμοι στα χέρια σου.
Μα συ, Έρωτα, μην τους κακιώνεις, αμάθητα μαθητούδια μείνασι.
Ευκαιρίες δώνε τους, μήπως και τη ζωή νιώσουν,
μήπως και δουν όσα η Ψυχή αποζητά.
Μη, μην τους μουτρώνεις...
Εμάθασι να τρέφουνε το σώμα μοναχά.
Λες και δε μάθασι ποτέ τους να πετούν ψηλά.
Μη, μην τους αποπάρεις...
Εμάθασι σε δέρματος σημάδια μελανά να ξεχνούσι κείνα του μυαλού,
σε μπράτσα αδύναμα σίδερα να σηκώνουσι,
μα ανήμποροι, μπρος στις χαρές της Ψυχής λυγίζουν.
Έρωτα, αχ Έρωτα, σύμμαχός τους να γενείς,
δρόμους να μάθουσι να περπατούν,
χείλη να διαβάζουν, σιωπές να τραγουδούν.
Κι αν φοβισμένους τους αντικρίσεις,
τρεμάμενα κεριά ήσαν μια ζωή.
Αγκάλη πρόσφερέ τους.
Από αγγίγματα ξενικοί,
από φιλιά οχτροί,
δρόμους δείξε τους, Έρωτα, δρόμους και πατήματα,
σαν μικρά παιδιά να μάθουσι πως το δύο είναι η υπερβολή του ένα.
Βαθμό μην τους βάνεις, ελέγχους δεν ξέβρουν να διαβάζουν,
όλα τους σε μια αραδιασμένη πιατέλα απ΄ όλα
με τα μούτρα τους μες στις σάλτσες.
Μα άρπα τους, άρπαξέ τους απ' τις σκιές,
εμάθασι σε κουκλοθέατρα σκιών,
μάθε τους να δίνονται, μάθε τους να αφήνονται αληθινά,
μάθε τους νικητές να νιώθουν στις ήττες,
ηττημένοι στις νίκες τις εγωιστικές.
Μα το χθες μάθε τους να προσπερνούν,
που ανήμποροι το φιλούν.
Πε τους πως το πρώτο του γράμμα, Χάσιμο χρόνου μοναχά,
αξημέρωτα να το ζουν ποθαμένο.
Έρωτα, ξύπνα τους,
το σήμερα δίδαξέ τους, να μάθουν να αναπνέουν,
το σήμερα να ζουν δίχως χθες,
το αύριο δίχως σήμερα.
Κι αν ποιητές τ’ όνομά σου δανειστήκαν,
είναι γιατί αδειανοί γυρνούσαν
με λέξεις δίχως αρώματα.
Μα κι όσοι δικά τους τα έκαμαν,
μονάχοι απόμειναν να σε αποζητούν...
Έρωτα, χτύπα τους, μια γερή μες στα μούτρα!
Ονόματα να ξεχάσουσι και μορφές
κι ονείρατα απ΄ την αρχή να φτιάξουν!
_
γράφει ο Βασίλης Μαντικός
Μην ξεχνάτε πως το σχόλιό σας είναι πολύτιμο!
«Ονόματα να ξεχάσουσι και μορφές
κι ονείρατα απ΄ την αρχή να φτιάξουν!»
Μπράβο Βασίλη,
ονειρικοί κι οι στίχοι σου…
κι ό έρωτας
αντί για ρίζες μεσ’ τη γή
να έχει τον άνεμο, για να πετάει…
“Έρωτα, χτύπα τους, μια γερή μες στα μούτρα!”
… μια τέτοια γερή ξανάστροφη, όπως λέω συχνά, να μας ισιώσει… σε ευχαριστώ Παυλίνα, καλημέρα σου!
[…]…..ως το δύο είναι η υπερβολή του ένα….[…]
το μεγαλύτερο μάθημα…είναι αυτό για πολλούς… Πολύ όμορφο Βασίλη!
Την καλημέρα μου…
… μες την αχορταγιά χάνουμε τα αρώματα Μάχη… καλημέρα σου…
Έρωτα, ξύπνα τους,
το σήμερα δίδαξέ τους, να μάθουν να αναπνέουν,
το σήμερα να ζουν δίχως χθες,
το αύριο δίχως σήμερα.
Εξαιρετικό!!!!!!!!
[…]Πε τους πως το πρώτο του γράμμα, Χάσιμο χρόνου μοναχά[…] μιλώντας για το “χθες” κει του ριζώματος η ακινησία μας!
… σε ευχαριστώ Άννα!!!
!!!!?
… σε ευχαριστώ Αλεξάνδρα!!!
“Έρωτα πολλοί σε κάλεσαν, μα λίγοι οι ικανοί να αφεθούν
κι ελάχιστοι οι δυνατοί να νιώσουν αδύναμοι στα χέρια σου.”
Τι ομορφοι στίχοι, λέξεις κι έννοιες τόσο σωστά τοποθετημένες!!!
Ευχαριστώ!!!!
… το ευχαριστώ μοναχά δικό μου Αθηνά για το σχόλιο σου, καλή σου μέρα!!!!